Είναι τελικά τα βιολογικά πιο θρεπτικά από τα συμβατικά τρόφιμα ή όχι;

Προβληματισμό και ανησυχία προκάλεσε η έρευνα του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ που δημοσιεύτηκε πρόσφατα και υποστήριζε ότι τα βιολογικά προϊόντα δεν είναι πιο υγιεινά, αν και μειώνουν την έκθεση των καταναλωτών σε παρασιτοκτόνα. Στην πραγματικότητα, αν και η έρευνα παρουσιάζεται ως πρωτογενής, οι επικριτές της υποστηρίζουν ότι πρόκειτα για σύγκριση παλαιότερων μελετών σχετικά με τη διατροφική αξία βιολογικών και συμβατικών προϊόντων από τη δεκαετία του ’50 έως και σήμερα. Η έρευνα, καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι διαφορές που εντοπίζονται μεταξύ των βιολογικών και συμβατικών τροφίμων δεν είναι επαρκείς για να προκαλέσουν διαφορά στην υγεία ενός ανθρώπου.

Όπως προέκυψε από τη σύγκριση των στοιχείων και των αποτελεσμάτων των ερευνών, τα φρούτα και τα λαχανικά, βιολογικά και μη, είναι το ίδιο περιεκτικά σε βιταμίνες, ενώ το γάλα περιέχει την ίδια ποσότητα σε πρωτεΐνες και λιπαρά, αν και ορισμένες έρευνες υποστήριζουν ότι το οργανικό γάλα είναι πιο πλούσιο σε ωμέγα – 3.

Συμπερασματικά, οι επιστήμονες δεν εντόπισαν ουσιαστική διαφορά μεταξύ βιολογικών και μη προϊόντων σε ό,τι αφορά τα θρεπτικά συστατικά, αν και οι οργανικές τροφές ήταν 30% πιο απίθανο να περιέχουν παρασιτοκτόνα. Δεν εξηγούν όμως στην έρευνά τους αν αυτό συμβάλει στην καλύτερη υγεία.

Πρέπει να σημειωθεί ότι καμία από τις έρευνες που εξετάστηκαν δεν ξεπερνούσε σε διάρκεια τα δυο χρόνια, γεγονός που σημαίνει ότι δεν μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες. Ένα από τα θέματα που δεν εξετάστηκε στην έρευνα είναι κατά πόσο κακό μπορεί να κάνει στον οργανισμό μας η ποσότητα και η σύνθεση των χημικών που περιέχονται όχι σε μία αλλά σε όλες τις συμβατικές τροφές που καταναλώνουμε καθημερινά.Τα προϊόντα εξετάσθηκαν το καθένα ξεχωριστά κι όχι στο σύνολό τους.

Η έρευνα που χαρακτηρίστηκε ως «το μεγαλύτερο πλήγμα για τη βιομηχανία των βιολογικών τροφίμων» σύμφωνα με τους πιστούς οπαδούς των βιολογικών τροφίμων πλήττει-λένε- μόνο την αξιοπιστία των κρατικών ερευνητικών κέντρων. Γιατί; Υπάρχει η άποψη ότι ολοένα περισσότεροι καταναλωτές στρέφονται στα βιολογικά προϊόντα, σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν την υγεία τους από την κατανάλωση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων αλλά να προστατεύσουν και το περιβάλλον από τα χημικά.

Ο Δημήτρης Π. Μπερτζελέτος, διαιτολόγος-διατροφολόγος, MSc, αντιπρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Διαιτολόγων – Διατροφολόγων μας δίνει τον ορισμό των βιολογικών προϊόντων. “Είναι τα προϊόντα που συμμορφώνονται με τον κανονισμό της ΕΟΚ 2092/91. Σύμφωνα με αυτόν, βιολογικά είναι τα προϊόντα των οποίων η παραγωγή γίνεται με φυσικές μεθόδους και διεργασίες, χωρίς τη χρήση συνθετικών λιπασμάτων και χημικών φυτοφαρμάκων, ενώ ταυτόχρονα οι ασθένειες και τα παράσιτα αντιμετωπίζονται με εναλλακτικές μεθόδους. Το πιο σημαντικό είναι ότι η παραγωγή βιολογικών προϊόντων δρα υποστηρικτικά στη γονιμότητα του εδάφους, με ιδιαίτερη βαρύτητα στην προάσπιση του περιβάλλοντος.”

Πώς εξασφαλίζεται ότι είναι όντως βιολογικό ένα προϊόν;

Τα βιολογικά προϊόντα πρέπει να φέρουν ειδική σήμανση από κάποιον αναγνωρισμένο φορέα (σε εθνικό ή/και σε παγκόσμιο επίπεδο), ενώ πρέπει να είναι συσκευασμένα, διότι εάν δεν είναι δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η ταυτότητά τους.

Πόσο ασφαλή είναι τα βιολογικά τρόφιμα;

Ζήτημα γενετικής τροποποίησης δεν τίθεται, διότι αυτή απαγορεύεται ρητά σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Επιπλέον, η χρήση φυσικών (μη συνθετικών) λιπασμάτων και φυσικών (μη χημικών) φυτοφαρμάκων επιτρέπεται σε πολύ περιορισμένες ποσότητες. Τα όρια χρήσης αυτών των φυσικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων καθορίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ελέγχονται από τους αρμόδιους φορείς πιστοποίησης των βιολογικών. Βέβαια, δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς το ενδεχόμενο της πιθανής επιμόλυνσης των βιολογικών από χημικά κατάλοιπα, αλλά κι αν υπάρχουν θα είναι σε ελάχιστες ποσότητες.

Ποια είναι η διατροφική αξία των βιολογικών τροφίμων;

Τα διαθέσιμα επιστημονικά ευρήματα δείχνουν ότι τα βιολογικά σε σχέση με τα συμβατικά προϊόντα δεν έχουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά την περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά (βιταμίνες, μέταλλα, ιχνοστοιχεία) _ μέχρι το 2006 τουλάχιστον, που δεν είχε διαπιστωθεί να υπάρχουν σαφείς διαφοροποιήσεις όσον αφορά τη θρεπτική αξία. Από το 2006 όμως και μετά, άρχισε μια προσπάθεια να υπάρχουν μελέτες με κοινές προϋποθέσεις παγκοσμίως, ώστε να είναι σχετικά συγκρίσιμα τα μεγέθη και οι διαφορές σε θρεπτική αξία. Γενικά για τη διατροφική αξία είναι δύσκολο να εξαχθεί προς το παρόν ασφαλές συμπέρασμα για πιθανή ανωτερότητα των βιολογικών, γιατί υπάρχουν πολλοί συγχυτικοί παράγοντες που υπεισέρχονται στην εφοδιαστική αλυσίδα του εκάστοτε προϊόντος (λ.χ. οι χειρισμοί και το μάζεμα του τροφίμου, η αποθήκευση, οι χώροι ωρίμασης).

Ποια είναι τα οφέλη για το περιβάλλον;
Τα βιολογικά τρόφιμα είναι ασφαλέστερα για το περιβάλλον, αφού η γραμμή παραγωγής τους χρησιμοποιεί φυσικές διεργασίες. Επιπλέον, η βιολογική γεωργία προασπίζοντας τη φυσική ισορροπία, την υψηλότερη γονιμότητα του περιβάλλοντος (αμειψισπορά) και τη συνολική μείωση της ρύπανσης καταφέρνει να επιστρέφει στο έδαφος τα θρεπτικά συστατικά των βιολογικών καταλοίπων. Η βιολογική κτηνοτροφία από την άλλη, με την αραιή βόσκηση και τη χρήση φυσικών βοσκοτόπων, καταφέρνει να εμποδίζει την ανεξέλεγκτη διάθεση κτηνοτροφικών αποβλήτων στο περιβάλλον.

Γιατί είναι πιο ακριβά τα βιολογικά τρόφιμα;

Τα βιολογικά τρόφιμα είναι πιο ακριβά από τα συμβατικά λόγω της διαδικασίας παραγωγής τους. Ο μικρός πληθυσμός των εκτρεφόμενων ζώων, η μικρότερη απόδοση της σοδειάς, οι τιμές των βιολογικών πρώτων υλών, η χειρωνακτική εργασία που απαιτείται, τα έξοδα που υπάρχουν για την πιστοποίηση και τον τακτικό έλεγχό τους αποτελούν μερικούς από τους λόγους που τα καθιστούν πιο ακριβά. Πάντως, η σταθερά αυξανόμενη προτίμησή τους από τους καταναλωτές συμβάλλει στη σταθερή μείωση της τιμής τους, μέσω της αύξησης του ανταγωνισμού.

Στο περιοδικό ΟΙΚΟ της εφημερίδας “Καθημερινή”, ο επίκουρος καθηγητής Βιολογικής Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ιδρυτικού μέλους της ISOFAR «International Society of Organic Agriculture Research», κ. Δημήτρης Μπιλάλης, σχολίασε τα “κενά” που παρουσιάζει η έρευνα του Στάντφορντ. Ποιά είναι αυτά;

• Η έρευνα δεν εξετάζει την περιεκτικότητα των τροφίμων σε αγροχημικά! Τα υπολείμματα αγροχημικών ενοχοποιούνται για μια σειρά από βλάβες στην υγεία. Η Υπηρεσία Διατροφικών Προτύπων, μάλιστα, αναγκάστηκε να εκδώσει διευκρινιστική ανακοίνωση, στην οποία αναφέρεται ότι τα παρασιτοκτόνα αποκλείστηκαν σκοπίμως από την εργασία, καθώς «η χρήση τους είτε στη βιολογική είτε στη συμβατική γεωργία δεν επιφέρει ζημιά στην ανθρώπινη υγεία, ενώ βοηθούν να εξασφαλιστεί η επαρκής διάθεση τροφίμων καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου».

• Η έρευνα εστίασε σε δεκατρείς επιμέρους κατηγορίες θρεπτικών ουσιών. Από αυτές, εντόπισε στατιστικά σημαντικές διαφορές σε τρεις κατηγορίες (άζωτο, φώσφορος και ογκομετρούμενα οξέα). Και στις τρεις περιπτώσεις, η σύγκριση ευνόησε τα βιολογικά προϊόντα. Το άζωτο, συγκεκριμένα, ήταν υψηλότερο στα συμβατικά (το άζωτο έχει συνδεθεί με κάποιες μορφές καρκίνου), ενώ τα άλλα δύο, που θεωρούνται ευεργετικά για τον άνθρωπο, βρέθηκαν υψηλότερα στα βιολογικά.
Αυτό ωστόσο αγνοήθηκε από τους ερευνητές. Πλην αυτού, όπως επισημαίνει ο κ. Μπιλάλης, πέρα από τα αγροχημικά, οι ερευνητές δεν εξέτασαν και μια σειρά από άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά των τροφίμων, όπως τα αντιοξειδωτικά που σχετίζονται με αντικαρκινικές δράσεις.


• Ακόμη, φαίνεται πως αγνοήθηκαν εξ ολοκλήρου από την ερευνητική ομάδα άλλα στοιχεία των βιολογικών προϊόντων, όπως το γεγονός ότι είναι φιλικά προς το περιβάλλον («και, ως γνωστόν, υγιές περιβάλλον σημαίνει υγιείς άνθρωποι», όπως λέει ο κ. Μπιλάλης) ή το γεγονός ότι καταναλώνουν λιγότερους πόρους (νερό, ενέργεια κ.λπ.). «Εννοείται ότι δεν αξιολογήθηκαν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων, λες και τα προϊόντα δεν πρέπει να έχουν γεύση και οσμή!»

• Εντύπωση έχει προκαλέσει επίσης το γεγονός ότι η επισκόπηση αυτή της βιβλιογραφίας ξεκίνησε από το 1958, όταν η παραγωγή των βιολογικών προϊόντων ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, ενώ δεν υπήρχε καν η σχετική νομοθεσία. «Γενικά, όταν μελετάς εργασίες, επιλέγεις τις πιο πρόσφατες. Ειδικά για τα βιολογικά προϊόντα, νόημα θα είχε να εξεταστούν οι έρευνες από το 2004 έως σήμερα, μια και μόλις πρόσφατα υπάρχουν τα τεχνολογικά εργαλεία για την πλήρη εξέτασή τους». Επιπλέον, οι περισσότερες από τις παλαιές έρευνες -όπως επισημαίνει στην κριτική του και το φημισμένο βρετανικό ερευνητικό κέντρο Organic Center- αφορούσαν φυτά που δεν καλλιεργούνται πια.


ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ Ε.Ε.

Σύμφωνα με έρευνα της Ε.Ε. που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Απρίλιο και στην οποία συμμετείχαν 33 πανεπιστημιακά ιδρύματα από όλη την Ευρώπη:

• Στα βιολογικά δημητριακά παρατηρούνται μεγαλύτερες ποσότητες βιταμινών σε σχέση με τα συμβατικά προϊόντα.
• Τα βιολογικά φρούτα και λαχανικά περιέχουν 40% περισσότερα αντιοξειδωτικά από τα συμβατικά.
• Το επίπεδο των αντιοξειδωτικών στο γάλα που παρήχθη βιολογικά ήταν κατά 90% υψηλότερο από το συμβατικό γάλα.
• Το επίπεδο των αντιοξειδωτικών στα βιολογικά λαχανικά ήταν κατά 40% υψηλότερο (όπως μάλιστα διαπιστώθηκε από βιολογικές ντομάτες που καλλιεργήθηκαν στην Ελλάδα).