9 Ιανουαρίου 1908: Γεννιέται η Σιμόν ντε Μποβουάρ

Σαν σήμερα, το 1908, γεννήθηκε η γυναίκα εκείνη που θα γινόταν ένα από τα πιο φωτεινά γυναικεία σύμβολα του 20ού αιώνα και που θα άλλαζε ριζικά τον τρόπο με τον οποίο νοείται η γυναίκα.

Η ζωή και η σκέψη της Σιμόν ντε Μποβουάρ ξεφεύγουν από τα στενά φεμινιστικά πλαίσια, περιπλέκονται με τον υπαρξισμό, την Αριστερά, τη σεξουαλική απελευθέρωση, τη Γαλλική διανόηση και επηρεάζουν σε επίπεδο ιδεών και φαινομένων την κοινωνία

Η Σιμόν μεγαλώνει σε ένα συντηρητικό, μεγαλοαστικό και καθολικό περιβάλλον και σε μικρή ηλικία θέλει να γίνει καλόγρια. Στα 14 της χρόνια περνάει μια σημαντική υπαρξιακή κρίση που την απομακρύνει μια και καλή από το Θεό και την εθίζει στη φιλοσοφική αναζήτηση. Το πάθος της για τη φιλοσοφία την οδηγεί στα έδρανα της École Normale Supérieure, όπου ξεχωρίζει για την ανατρεπτική της σκέψη και το 1921 γνωρίζει τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ.

Αποτελεί ειρωνεία το γεγονός πως η «μητέρα του φεμινισμού» έχει αποτυπωθεί στη συνείδηση πολλών ως η σύντροφος ενός σπουδαίου άντρα, αλλά η σχέση της Μποβουάρ με τον Σαρτρ, τόσο στον έρωτα όσο και στη φιλοσοφία, είναι ιδιαίτερη, αμφίδρομη και ανεξάρτητη. Ως ζευγάρι, μένουν σε διαφορετικά σπίτια και ως ερωτικοί σύντροφοι, διατηρούν ανοιχτές ερωτικές σχέσεις με άλλους ανθρώπους, ενίοτε και όλοι μαζί, καταστάσεις που η Μποβουάρ θα εξιστορήσει μέσα από το λογοτεχνικό της έργο.

Ο ελεύθερος έρωτας και η αυτοδιάθεση του σώματος βρίσκονται στην καρδιά της σχέσης τους και η λέξη «γάμος» αποτελεί ένα «κακό αστείο»

Όταν το 1931 ο Σαρτρ ζητά από τη Μποβουάρ να παντρευτούν –για πρακτικούς κυρίως λόγους– η Γαλλίδα είναι κάθετη: «ο γάμος είναι περιορισμός, αστικοποίηση, αλλά και θεσμοθετημένη παρέμβαση του κράτους στην ιδιωτική ζωή των πολιτών».

Για να κερδίσει την οικονομική ανεξαρτησία της, η Σιμόν γίνεται καθηγήτρια, αλλά το ναζιστικό κατοχικό καθεστώς την απολύει το 1943, επειδή υποστηρίζει τη σχέση μαθήτριάς της με Ισπανό εβραϊκής καταγωγής. Κατά τη διάρκεια της κατοχής, η Μποβουάρ έρχεται σε επαφή με τον Καμύ, τον Ζενέ, τον Πικάσο και άλλα «αντιστασιακά στοιχεία» του Παρισιού, ενώ παίρνει μέρος στην οργάνωση ‘Σοσιαλισμός και Ελευθερία’ που ιδρύει ο Σαρτρ στα πλαίσια της αντίστασης.

Συχνάζει στο θρυλικό παρισινό καφέ Les Deux Magots, όπου οι πολιτικές και φιλοσοφικές συζητήσεις της με τον Σαρτρ και τους υπόλοιπους μένουν στην ιστορία. Όταν ο πόλεμος τελειώνει, αρχίζει η χρυσή εποχή για τη Σιμόν, που εκδίδει μαζί με τον Σαρτρ το πολιτικό περιοδικό ‘Les Temps Modernes’ στις σελίδες του οποίου αντανακλάται η ανατρεπτική της σκέψη πάνω στην πολιτική, τη φιλοσοφία και το γυναικείο ζήτημα. Είναι χαρακτηριστικό πως οι συντηρητικοί και καθολικοί κύκλοι της Γαλλίας την βλέπουν ως «πορνογράφο» και ως «νυμφομανή».

Στα μέσα του 1949, η Σιμόν ντε Μποβουάρ δημοσιεύει ‘Το Δεύτερο Φύλο’ (Le Deuxième Sexe), ένα έργο που σήμερα είναι γνωστό ως «η βίβλος του φεμινισμού» και που, σε κάθε περίπτωση, δίνει μια ριζοσπαστική ερμηνεία στο τι είναι γυναίκα. Για πρώτη φορά, η ταυτότητα της γυναίκας παρουσιάζεται ως κάτι μη φυσικό και μη δεδομένο, ως ένα κοινωνικό κατασκεύασμα που συντηρεί συγκεκριμένες σεξουαλικές σχέσεις εξουσίας: «Γυναίκα δε γεννιέσαι, γίνεσαι».

Υπό το πρίσμα του υπαρξισμού, η Μποβουάρ βλέπει τη Γυναίκα ως το σημαντικότερο παράδειγμα του κοινωνικού «Άλλου», ως μία ύπαρξη που ιστορικά ορίζεται σαν το αδύναμο, αφύσικο και μη ομαλό αντίθετο του Άντρα και το γεγονός αποτελεί τη ρίζα της καταπίεσης των γυναικών.

Η θεώρηση αυτή είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία θα στηριχθεί η μετέπειτα φεμινιστική λογοτεχνία, που περιστρέφεται γύρω από το κοινωνικό κατασκεύασμα της θηλυκής ταυτότητας και την έννοια του σεξουαλικού «Άλλου».

Κάπως έτσι, η Σιμόν αναδεικνύεται σε αρχιέρεια του φεμινισμού κατά την ταραγμένη δεκαετία του ’60, ένα κίνημα που έχει ξεφύγει από τη διεκδίκηση ψήφου και ίσων δικαιωμάτων και θέλει να αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι γυναίκες. Παράλληλα, θεωρείται παραδειγματική η στάση που κρατάει σε πολιτικά τεκταινόμενα όπως ο γαλλοαλγερινός πόλεμος.

Το έργο της Μποβουάρ είναι πολυδιάστατο, αφού περιλαμβάνει από πολιτικές θέσεις και φιλοσοφικά δοκίμια μέχρι μυθιστορήματα, βιογραφίες και θεατρικά έργα. Η αλληλοεπιρροή με το Σάρτρ είναι εμφανής σε πολλές περιπτώσεις, τόσο στα κείμενα της Μποβουάρ, όσο και σε αυτά του Σάρτρ, ακόμα και στο μεγαλούργημά του «Το Είναι και το Μηδέν».

Θα πρέπει να τονιστεί πως η ντε Μποβουάρ ήταν αρκετά ευέλικτη ως συγγραφέας. Ήταν εξίσου ικανή ως φιλόσοφος, μυθιστοριογράφος, πολιτική θεωρητικός, δοκιμιογράφος, καθώς και ως βιογράφος

Μετά το θάνατό της, η ντε Μποβουάρ έγινε αποδέκτης εξαιρετικού θαυμασμού και επαίνων, όχι μόνο εξαιτίας της αυξανόμενης αποδοχής του φεμινισμός|φεμινισμού στον ακαδημαϊκό χώρο, αλλά και λόγω της αυξανόμενης κατανόησης της επιρροής που είχε στο αριστούργημα του Σαρτρ Το Είναι και Το Τίποτα. Χωρίς αμφιβολία είναι μία από τους μεγαλύτερους Γάλλους στοχαστές σε ολόκληρη την ιστορία.

Η Σιμόν ντε Μποβουάρ πεθαίνει στις 14 Απριλίου 1986 από πνευμονία και θάβεται στο νεκροταφείο Μονπαρνάς του Παρισιού, δίπλα στον αγαπημένο της Σαρτρ.

Μερικά από τα αποφθέγματα της Σιμόν ντε Μποβουάρ

  • Τους αρέσει να σκοτώνουν τον χρόνο τους περιμένοντας το χρόνο να τους σκοτώσει.
  • Μιας κι είναι ο Άλλος μέσα μας που είναι γέρος, είναι φυσικό η αποκάλυψη για την ηλικία μας να έρχεται από έξω, από τους άλλους. Δεν τη δεχόμαστε πρόθυμα.
  • Είναι τα γηρατειά μάλλον παρά ο θάνατος που είναι το αντίθετο της ζωής. Τα γεράματα είναι η παρωδία της ζωής, ενώ ο θάνατος μετατρέπει τη ζωή σε πεπρωμένο.
  • Η μοιρολατρία επάνω σ’ αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτήν.
  • Το να κερδίσεις ένα άντρα είναι τέχνη. Το να τον κρατήσεις είναι επάγγελμα.
  • Η ομορφιά έχει να πει ακόμα πιο λίγα και από την ευτυχία.
  • Αν ζήσεις πολύ, θα διαπιστώσεις ότι κάθε νίκη μετατρέπεται σε ήττα.
  • Δεν γεννιέσαι γυναίκα. Γίνεσαι γυναίκα.
  • Κάποιες μέρες ο Θεός μοιάζει τόσο μακρινός που μοιάζει απών

Πηγές

www.tvxs.gr

http://el.wikipedia.org