Μπορούν τα αντισυλληπτικά χάπια να επηρεάσουν στο μέλλον τη γονιμότητα;

Μια συχνή ερώτηση των γυναικών, πριν ξεκινήσουν να λαμβάνουν αντισυλληπτικά χάπια, είναι το κατά πόσο μπορούν να επηρεάσουν στο μέλλον τη γονιμότητά τους και να «μπλοκάρουν» μία εγκυμοσύνη. Τι ισχύει τελικά;

Ο Dr. Νικόλαος Ναούμ Μ.D. Μαιευτήρας Χειρουργός – Γυναικολόγος απαντά:

Αρχικά, να ξεκαθαρίσουμε ότι τα αντισυλληπτικά είναι χάπια και όπως σε κάθε χάπι, μπορεί να υπάρξουν παρενέργειες. Έχουν πραγματοποιηθεί αμέτρητες μελέτες σχετικά με τις πιθανές παρενέργειες των αντισυλληπτικών, τα οποία σε γενικές γραμμές όχι μόνο θεωρούνται ασφαλή, αλλά και ευεργετικά πολλές φορές για τη ρύθμιση ορισμένων γυναικολογικών προβλημάτων.

Επίσης, ενώ έχουν κάποιους περιορισμούς, όπως για παράδειγμα δεν πρέπει να λαμβάνονται από καπνίστριες άνω των 35 ετών, καθώς υπάρχει αυξημένη πιθανότητα θρόμβωσης, από την άλλη πλευρά μπορούν να αντιμετωπίσουν διάφορα προβλήματα όπως ακμή, αυξημένη τριχοφυΐα στο πρόσωπο, δυσμηνόρροια κ.α.

Τι γίνεται όμως, όταν η γυναίκα επιθυμεί να διακόψει την αγωγή με αντισυλληπτικά για να μείνει έγκυος; Μελέτες αποδεικνύουν ότι όχι μόνο δεν επηρεάζεται η γονιμότητά της, αλλά μάλιστα για ένα σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη διακοπή τους, οι πιθανότητες σύλληψης είναι εξαιρετικά αυξημένες.

Ο μύθος λοιπόν, που έχει δημιουργηθεί ότι τα αντισυλληπτικά χάπια ευθύνονται για τυχόν προβλήματα γονιμότητας, τείνει να καταρριφθεί. Συνήθως, οι γυναίκες που δυσκολεύονταν να μείνουν έγκυες μετά τη διακοπή των χαπιών, αντιμετώπιζαν παράλληλα κάποιο άλλο πρόβλημα, πολλές φορές χωρίς να το γνωρίζουν, καθώς τα συμπτώματά του «ρυθμίζονταν» με τα αντισυλληπτικά. Για παράδειγμα, οι κύστεις των ωοθηκών ή η ενδομητρίωση, αποτελούν συχνά γυναικολογικά προβλήματα που ενδέχεται να ευθύνονται για την υπογονιμότητα.

Συμπερασματικά, ακόμα και η χρόνια λήψη των αντισυλληπτικών χαπιών δεν ευθύνεται για την υπογονιμότητα και δεν μπορεί να επηρεάσει μια πιθανή εγκυμοσύνη. Σε περίπτωση που μετά τη διακοπή των χαπιών αντιμετωπίζετε οποιοδήποτε πρόβλημα γονιμότητας, θα πρέπει να προχωρήσετε σε περαιτέρω εξετάσεις για να εντοπίσετε πού οφείλεται.