“Ο γιος μου δύσκολα κάθεται σε καρέκλα είτε για να φάει είτε για να διαβάσει…”

“Ο γιος μου δύσκολα κάθεται σε καρέκλα είτε για να φάει είτε για να διαβάσει. Διαρκώς ασχολείται με δύο πράγματα ταυτόχρονα. Τρώει και παίζει. Διαβάζει και παίζει. Φυσικά όλο αυτό δεν είναι καθόλου εποικοδομητικό καθώς δεν συγκεντρώνεται και διαρκώς είναι αφηρημένος.”

Απαντά η Κρυσταλλία Σαρκινιώτη, ψυχοθεραπεύτρια 

Η διάσπαση προσοχής και η υπερκινητικότητα είναι μια διαταραχή συμπεριφοράς που εμφανίζεται στη νηπιακή ηλικία. Οφείλεται σε έναν συνδυασμό γενετικών, νευρολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.

Η συγκεκριμένη διαταραχή παρουσιάζεται σε ποσοστό 5-20% των παιδιών, με τα αγόρια να έχουν τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να την εμφανίσουν. Η διάγνωσή της δεν είναι ιδιαίτερα απλή υπόθεση. Τα καλά νέα είναι ότι όσο το παιδί μεγαλώνει μαθαίνει να ελέγχει όπου χρειάζεται την παρόρμησή του και να ζει με αυτή. Έτσι, καθώς ωριμάζει, τα συμπτώματα γίνονται λιγότερο εμφανή, ώστε στην εφηβεία η απροσεξία, η υπερκινητικότητα και ο παρορμητισμός να παρουσιάζονται συνήθως σαν ανησυχία απέναντι σε εσωτερικά και εξωτερικά ερεθίσματα.

Μετά την ενηλικίωση, τα συμπτώματα είναι εμφανή μόνο στο 8% των περιστατικών. Συνήθως βελτίωση επέρχεται μετά την ηλικία των 16 ετών, εκτός κι αν συνυπάρχει και άλλη διαταραχή, οπότε οι πιθανότητες βελτίωσης της κατάστασης είναι περιορισμένες.

Η στήριξη από την οικογένεια, το σχολείο και τους ειδικούς είναι απαραίτητη και έχει στόχο να βοηθήσει το παιδί να αποκτήσει μεγαλύτερο αυτοέλεγχο και καλύτερη συγκέντρωση.