Υπάρχουν άνθρωποι που εμφανίζουν πραγματική ευκολία στην εκμάθηση των ξένων γλωσσών και άλλοι που χρειάζεται να καταβάλουν μια κάποια προσπάθεια. Όπως κι αν έχει, είναι σαφές το πλεονέκτημα για τον άνθρωπο που μπορεί και χειρίζεται δύο γλώσσες σε ικανοποιητικό βαθμό, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα Καναδών επιστημόνων. Για ποιο λόγο; Πολύ απλά, με βάση τα ευρύματα των επιστημόνων, όταν βάζεις τον εγκέφαλό σου να χρησιμοποιήσει δύο γλώσσες, τον αναγκάζεις να μην τεμπελιάζει και έτσι μεταθέτεις την άνοια σε μεγαλύτερη ηλικία.
Σύμφωνα με νέα μελέτη ειδικών από το Πανεπιστήμιο Γιορκ στο Τορόντο του Καναδά μεταξύ ανθρώπων που εμφάνισαν άνοια, όσοι ήταν δίγλωσσοι σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους εκδήλωσαν τη νόσο τρία με τέσσερα χρόνια αργότερα από όσους μιλούσαν μόνο μια μητρική γλώσσα.
Η δρ Ελεν Μπιάλιστοκ και οι συνεργάτες της ανέλυσαν τα ιατρικά αρχεία ασθενών που διαγνώσθηκαν με διαφορετικούς τύπους άνοιας. Όπως είδαν, μεταξύ των ασθενών όσοι μιλούσαν μόνο μια γλώσσα διαγνώσθηκαν με τη νευροεκφυλιστική ασθένεια του εγκεφάλου στα 75,4 χρόνια τους κατά μέσο όρο ενώ όσοι μιλούσαν δύο μητρικές γλώσσες στα 78,6 χρόνια τους κατά μέσο όρο. Οι ερευνητές αναφέρουν με δημοσίευσή τους στο επιστημονικό περιοδικό «Trends in Cognitive Sciences» ότι και άλλες προηγούμενες μελέτες έχουν δώσει παρόμοια αποτελέσματα.
Αν και το να έχει ένα άτομο δύο μητρικές γλώσσες φάνηκε να έχει την ισχυρότερη θετική επίδραση στην πρόληψη της άνοιας, η εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής ήταν επίσης ευεργετική για τον εγκέφαλο, σημειώνουν οι ερευνητές. Αναφέρουν ότι μια από τις εύλογες ερωτήσεις που μπορεί να έχει ο οποιοσδήποτε είναι σε ποια ηλικία πρέπει να γίνεται η εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας.
«Οσο νωρίτερα τόσο καλύτερα;», θέτουν οι ίδιοι το ερώτημα στο άρθρο τους και σημειώνουν ότι «αυτή τη στιγμή η καλύτερη απάντηση που μπορούμε να δώσουμε είναι ότι η μικρή ηλικία κατάκτησης της γλώσσας, η γενικότερη ευφράδεια, η συχνότητα χρήσης, τα επίπεδα στη γνώση ανάγνωσης, γραφής και γραμματικών κανόνων βοηθούν συνολικά τον εγκέφαλο, χωρίς να έχει φανεί εάν κάποιος από αυτούς τους παράγοντες είναι σημαντικότερος από τους άλλους».