Με την επιστημονική της άποψη πάνω στο συμβάν με τον ξυλοδαρμό του σταθμάρχη στο Μετρό Ομόνοιας από δύο ανήλικους, η κλινική εγκληματολόγος και οικογενειακή σύμβουλος κ. Κέλλυ Ιωάννου, μίλησε στο Infokids.gr για το τι μπορεί να οδηγεί ένα παιδί σε τέτοιες βίαιες συμπεριφορές.
Για την ιστορία, το περιστατικό, το οποίο έλαβε χώρα το βράδυ της Παρασκευής (15/1), ξεκίνησε, όταν ο σταθμάρχης του μετρό εγκάλεσε τα δύο αδέλφια επειδή δεν φορούσαν μάσκες και είχαν τα πόδια τους πάνω σε καθίσματα της πλατφόρμας, οπότε εκείνα αντέδρασαν χτυπώντας τον βίαια και προκαλώντας του βαριές σωματικές βλάβες. Αυτή τη στιγμή βαρύνονται με την κατηγορία σε βαθμό κακουργήματος της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης καθώς και για απείθεια, ενώ απολογούνται σήμερα στον εισαγγελέα.
Όπως η ίδια η κ. Ιωάννου μας εξήγησε, “για να δούμε τέτοιες συμπεριφορές, μπορεί να συντρέχουν πολλοί παράγοντες: Να έχει εκτεθεί το παιδί στο παρελθόν σε κάποιου είδους βία την οποία έχει υιοθετήσει, να υπάρχουν βιολογικοί παράγοντες που έχουν κληρονομηθεί ή όλα αυτά να αποτελούν εκφάνσεις στρες, λόγω κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης.
Η προσωπική μου εκτίμηση, βάσει των καθημερινών μου επαφών με παιδιά, είναι, ότι η πανδημία επιβάρυνε την αδυναμία διαχείρισης των αρνητικών συναισθημάτων. Τα παιδιά, λοιπόν, και λόγω της τεχνολογίας που αποτελεί πλέον το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους, έχουν αποσυνδεθεί από τον εσωτερικό τους εαυτό, αλλά και τον κοινωνικό τους εαυτό. Άρα, κάθε εξωγενές βίαιο ερέθισμα μπορεί να τα οδηγήσει σε τέτοια ξεσπάσματα. Ο έφηβος που δεν έχει μάθει να διαχειρίζεται τα αρνητικά συναισθήματα, συσσωρεύει θυμό!”
Η κ. Ιωάννου επισημαίνει, ότι αυτό δεν σημαίνει πως όλοι οι έφηβοι βρίσκονται σε μία αντίστοιχη συναισθηματική κατάσταση -σαφώς και προϋπάρχουν λόγοι που οδηγούν τα παιδιά σε αυτές τις συμπεριφορές: “Έχει σίγουρα να κάνει με την προσωπικότητα του κάθε παιδιού. Ένα τραυματικό γεγονός, ακόμα και μία απόρριψη μπορεί να παίξει τον ρόλο της. Εξίσου συχνά, όμως, και η υπερβολική προστασία από τον γονέα μπορεί να οδηγήσει σε αντίστοιχες αντιδράσεις. Βλέπω συχνά γονείς, οι οποίοι από αγαθά κίνητρα, από την υπερβολική αγάπη τους, ‘πνίγουν’ τα παιδιά, με αποτέλεσμα αυτά να μην μπορούν να συνδεθούν με τα συναισθήματά τους και να μάθουν να τα ελέγχουν”.
Ένα παιδί, δηλαδή, που δεν του έχει επιτραπεί ποτέ να νιώσει απόρριψη, επειδή ο γονιός φρόντιζε πάντα να μπει στη μέση και να απορροφήσει εκείνος το οποίο δυσάρεστο συναίσθημα, δεν θα μάθει ποτέ να την διαχειρίζεται.
“Οι Έλληνες γονείς, βιώνοντας μια σχεδόν συνεχόμενη οικονομική κρίση, πολλές φορές στερούνται πάρα πολλά οι ίδιοι, για να προσφέρουν τα πάντα στα παιδιά τους (φροντιστήρια, ξένες γλώσσες, δραστηριότητες και αθλήματα). Αν δεν φροντίσεις, όμως, τον εαυτό σου, δεν μπορείς να είσαι και δοτικός -και αυτό το συναισθηματικό δόσιμο είναι που έχουν ανάγκη τα παιδιά. Το αποτέλεσμα είναι, το ενδιαφέρον και το νοιάξιμό τους να μεταφράζονται σε χρήματα και όχι στην δική τους, προσωπική παρουσία”. Οι γονείς, δηλαδή, κάνουν έναν αγώνα δρόμου για να προσφέρουν τα πάντα στα παιδιά τους, χωρίς τελικά να τους προσφέρουν το σημαντικότερο: Τον χρόνο τους και τον εαυτό τους.
Γονείς, μην “στρουθοκαμηλίζετε”
Η συμβουλή της κ. Ιωάννου προς όλους τους γονείς είναι, οποιαδήποτε μικροαλλαγή κι αν παρατηρούν στη συμπεριφορά του παιδιού τους, αν οι ίδιοι δεν μπορούν να την διαχειριστούν να απευθύνονται στους ειδικούς ψυχικής υγείας. “Οι γονείς να καταλάβουν κάποτε, ότι η επίσκεψη σε έναν ψυχολόγο δεν είναι αίγλη ή προνόμιο, δεν είναι θέμα κόστους γιατί ακόμα και οι δήμοι και τα κέντρα ημέρας προσφέρουν δωρεάν τέτοιες υπηρεσίες. Στην ψυχική υγεία πρέπει να απευθυνόμαστε στους ειδικούς -όπως αν το παιδί μας ανέβαζε πυρετό θα απευθυνόμασταν στον παιδίατρο. Να μην λειτουργούμε στα δύο άκρα: Παίρνουμε τον παιδίατρο για το παραμικρό και κάνουμε ότι δεν βλέπουμε, όταν το παιδί μας αντιμετωπίζει μία ψυχολογική δυσκολία!”