H κακή διατροφή της εγκύου… εγκυμονεί παχύσαρκα παιδιά

Ο τρόπος που διατρέφεται μια μητέρα κατά την εγκυμοσύνη της, μπορεί να προκαλέσει μεταβολές στο γενετικό κώδικά του παιδιού της (DNA) και να αυξήσει τον κίνδυνο αυτό να γίνει παχύσαρκο, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική έρευνα.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Κιθ Γκόντφρι του βρετανικού πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον, που δημοσιεύουν τη σχετική μελέτη στο διαβητολογικό περιοδικό “Diabetes”, σύμφωνα με το BBC, διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση πολλών υδατανθράκων από την έγκυο μπορεί να επιφέρει αλλαγές στο DNA της, οι οποίες μπορεί να περάσουν στα παιδιά, που έτσι γίνονται παχύτερα.

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ένα έμβρυο, το οποίο προετοιμάζεται για το περιβάλλον όπου θα γεννηθεί, επηρεάζεται από την μητέρα του και τις συνήθειές της, προσαρμόζοντας ανάλογα το DNA του. Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν δείξει ότι οι αλλαγές στη διατροφή μπορούν να μεταβάλλουν τις λειτουργίες των γονιδίων, μια μεταβολή γνωστή στη βιολογία ως επιγενετική.

Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το περιβάλλον επιδρά στα γονίδια, δηλαδή η επιγενετική, αποτελεί ένα ανερχόμενο τομέα επιστημονικής έρευνας. Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές έλαβαν δείγματα από τον ομφάλιο λώρο και αναζήτησαν “επιγενετικούς δείκτες”. Έτσι, βρήκαν ότι οι έγκυες μητέρες, που καταναλώνουν πολλούς υδατάνθρακες (όπως σάκχαρα), έχουν επίσης μωρά με ανάλογους βιο-δείκτες. Στη συνέχεια, οι επιστήμονες έδειξαν ότι αυτοί οι δείκτες σχετίζονται στενά με την παχυσαρκία των παιδιών στην ηλικία των έξι και των εννέα ετών.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η ανακάλυψή τους μπορεί να εξηγήσει το ένα τέταρτο περίπου της παχυσαρκίας των παιδιών. Ως παράγων για την πρόκληση παχυσαρκίας στην παιδική ηλικία, η διατροφή της εγκύου φαίνεται να είναι “πολύ σημαντικότερος” από άλλους παράγοντες, όπως το βάρος του μωρού κατά τη γέννησή του και, μάλιστα, δεν εξαρτάται από το πόσο λεπτή ή παχιά είναι η ίδια η μητέρα.