Τελικά, όσα χρόνια κι αν περάσουν, κάποιες στιγμές μένουν χαραγμένες στη μνήμη μας. Και η πρώτη μέρα στο σχολείο, είναι για πολλους από εμάς μία από αυτές τις στιγμές.
Ζητήσαμε από πέντε συγγραφείς να μοιραστούν μαζί μας μία ανάμνηση από τις πρώτες ημέρες του σχολείου και μαζί τους να ζήσουμε κι εμείς ξανά την αγωνία και τη χαρά μιας νέας αρχής.
Διαβάστε επίσης: Πρώτη μέρα στο σχολείο: 4 συγγραφείς μοιράζονται στο Infokids μία ανάμνηση από αυτή την πρώτη αρχή
Γιώργος Αγγελίδης

Οι πρεμιέρες δεν ήταν ποτέ το φόρτε μου. Ειδικά οι σχολικές.
Θυμάμαι την πρώτη μέρα στον παιδικό σταθμό. Μια σκηνή βγαλμένη από ταινία, με εμένα στον πρωταγωνιστικό ρόλο του τραγικού ήρωα. Καθώς το σχολικό με απομάκρυνε, εγώ σκηνοθετούσα έναν μελοδραματικό αποχωρισμό, με δάκρυα, απλωμένα χέρια και μια σιωπηλή κραυγή προς τη μητέρα μου για σωτηρία. Διεκδικούσα Όσκαρ ερμηνείας. Ευτυχώς, το δράμα κράτησε περίπου πέντε λεπτά – μέχρι να ανακαλύψω τα τουβλάκια και τους νέους μου φίλους. Η λατρεία για τον σταθμό ήταν πλέον γεγονός, με μοναδική παραφωνία την τραυματική εμπειρία της λαχανοσαλάτας της κυρίας Ωραίας, περασμένης από το μπλέντερ.
Fast forward στην πρώτη μέρα της τρίτης δημοτικού. Απόρρητη αποστολή: διείσδυση σε δημόσιο σχολείο μετά από θητεία σε ιδιωτικό. Για τα άλλα παιδιά, ήμουν ξαφνικά το παρείσακτο «πλουσιόπαιδο», ο πρίγκιπας που ήρθε από τα ξένα. Αν προσθέσεις στην εξίσωση το ότι οι γονείς μου ήταν χωρισμένοι (σκάνδαλο για την εποχή!) και ότι η σχέση μου με την μπάλα ήταν ανύπαρκτη, είχα το βιογραφικό του απόλυτου outsider. Κι όμως, ακόμα κι εκεί, το σύμπαν βρήκε τον τρόπο του. Έκανα φίλους και το δημοτικό κύλησε σαν νεράκι.
Fast forward –ξανά– στην πρώτη μέρα του γυμνασίου. Νέο σχολείο, νέα πρόσωπα, και μια αυτοσχέδια χορωδία από μεγαλύτερους μαθητές να με υποδέχεται τραγουδώντας το «η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει». Μέχρι που εμφανίστηκαν οι φίλοι μου, οι δικοί μου «ιππότες», και με πήραν από το χέρι. Για άλλη μια φορά, δεν ήμουν μόνος.
Κοιτάζοντας πίσω, όλες αυτές οι «τρομερές» πρώτες μέρες μοιάζουν με σκηνές από μια ελαφρώς αστεία ταινία. Ναι, το σχολείο είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας, μια πρόβα τζενεράλε για τη ζωή εκεί έξω. Αυτό που μπορώ όμως να υποσχεθώ σε κάθε παιδί είναι πως μέσα σε αυτόν τον μικρόκοσμο, αργά ή γρήγορα, όλοι βρίσκουμε την «παρέα» μας.
Το μυστικό δεν είναι να είσαι ο πιο δημοφιλής. Είναι να βρεις εκείνους τους δύο-τρεις ανθρώπους που θα σε τραβήξουν από το χέρι όταν αποφασίσει να σου τραγουδήσει μια παράξενη χορωδία. Γονείς, απλώς να είστε εκεί, ένας ασφαλής φάρος στην όποια φουρτούνα.
Καλή, δημιουργική και περιπετειώδη σχολική χρονιά!
Χαραλαμπία Πνευματικού

Τη χρονιά που θα πήγαινα στην Α’ Γυμνασίου είχα πολλή αγωνία για το νέο αυτό ξεκίνημα αλλά και χαρά. Όταν, όμως, έφτασε η μέρα του Αγιασμού, θυμάμαι ότι γύρισα στο σπίτι κι έβαλα τα κλάματα για όλο το απόγευμα. Ποιος να το πίστευε; Όλη μου η θετική διάθεση είχε πια χαλάσει και προσπαθούσα να ηρεμήσω με το μοιραστώ αυτό μου το συναίσθημα με τις τότε φίλες μου. Γιατί; Γιατί ο νέος μας γυμναστής, για να μας ψαρώσει, είχε βγάλει ολόκληρο – αυστηρότατο – πρόγραμμα για το τι επρόκειτο να κάναμε μαζί του στη διάρκεια όλης της χρονιάς. Έτσι, η άλλοτε ανέμελη ώρα της Γυμναστικής μετατράπηκε, προσωρινά – αιώνας μού φάνηκε! –, σε Γολγοθά. Ευτυχώς, ο φόβος και η δυσαρέσκειά μου κράτησαν μόνο για λίγες ώρες, ίσως και μέρες, κι έκτοτε συμπαθηθήκαμε πολύ με εκείνον τον γυμναστή – τόσο, που όταν μετά από τέσσερα χρόνια έφυγε από το σχολείο μας, η Γυμναστική έπαψε να είναι πλέον η ίδια.
Steve Bart

Η πρώτη φορά που κάνουμε κάτι είναι και αυτή που χαράσσεται στο μυαλό μας. Και κάπως έτσι, έμεινε κι η δική μου πρώτη φορά στο σχολείο χαραγμένη. Δε θυμάμαι αν ανυπομονούσα να πάω ή όχι, δε θυμάμαι αν πετάχτηκα μόλις μου είπε η μητέρα μου να ξυπνήσω, δε θυμάμαι καν αν με ξύπνησε η μητέρα, ο πατέρας μου ή ο αδερφός μου. Δε θυμάμαι καν αν ξύπνησα μόνος μου. Δε θυμάμαι αν ήταν Δευτέρα, δε θυμάμαι αν ο μήνας είχε 9 ή 15, δε θυμάμαι τι ρούχα φορούσα, δε θυμάμαι αν οι γονείς μου περίμεναν να πούμε την προσευχή και να μπούμε στις τάξεις.
Δε θυμάμαι αν είχε μαζευτεί όλη η οικογένεια ή αν ήμουν μόνο εγώ με τον αδερφό μου.
Θυμάμαι μόνο ότι φεύγοντας από το σπίτι είχα ντυθεί, είχε χτενιστεί, είχα πλύνει δόντια και φτάνοντας στην πόρτα μου λέει η μητέρα μου «Σταματάκο μήπως ξέχασες κάτι;» και έφυγα τρέχοντας στην τουαλέτα να βάλω κολώνια, αυτή τη Μυρτώ που φορούσαμε όλοι τότε. Φτάνοντας στην πόρτα μου ξαναλέει η μητέρα μου «Σταματάκο, μήπως ξέχασες πάλι κάτι;», την κοίταξα με απορία και άκουσα τον πατέρα μου να λέει «Την τσάντα σου παιδί μου» και κάπως έτσι έφυγα αγχωμένος την πρώτη μέρα στο σχολείο.
Άλλο μαρτύριο και αυτό με την τσάντα, που τότε την λέγαμε σάκα, ζύγιζε 2,5 τόνους, ήταν ένα τεράστιο ορθογώνιο παραλληλόγραμμο με ένα χερούλι στο πάνω μέρος και δυο ιμάντες στην πλάτη, για να την φοράμε εμείς στη δική μας πλάτη. Στις μέρες που θα ακολουθούσαν θα την φόρτωνα στον αδερφό μου, μαζί με τις ενοχές, που «αν δεν μου την κουβαλούσε σε αυτόν θα φώναζε η μαμά και όχι σε εμένα», μέχρι που του είπε ότι αν δεν πάω εγώ με την τσάντα στο σπίτι δεν θα φταίει εκείνος και έτσι έμαθα να την κουβαλάω μόνος μου.
Εκείνο όμως που σημάδεψε την πρώτη μέρα στη πρώτη δημοτικού, ήταν ότι εγώ είχα αποφασίσει να πάω όπου θα πήγαινε και ο αδερφός μου, έτσι ώστε να φύγει το άγχος των νέων γνωριμιών από πάνω μου. Έτσι την πρώτη μου μέρα αντί να πάω με τα πρωτάκια πήγα με τα παιδιά της πέμπτης, βιαζόμουν να τελειώσω το σχολείο. Και κάπου εκεί ανοίχτηκε ένας νέος κόσμος, μέσα από τον οποίο συνειδητοποίησα πόσο όμορφο είναι να γνωρίζεις καινούριους ανθρώπους και να κάνεις νέους φίλους.
Αγγελική Λάλου

Η πρώτη μου ανάμνηση, από την πρώτη μέρα το σχολείο -και μάλιστα από την πρώτη δημοτικού- με κοιτάζει από ψηλά με το έκπληκτο βλέμμα μιας καμηλοπάρδαλης… Το πρώτο μου σχολείο που με φιλοξένησε ούτε για ένα μήνα (αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία) βρισκόταν στην παραλία της Θεσσαλονίκης, η δική μας αίθουσα ήταν ένα λυόμενο – που από μόνο του αυτό μου δημιουργούσε περίεργα συναισθήματα. Είχα μόλις μετακομίσει από τα Χανιά, όλα μου φαίνονταν τρομακτικά, υπερβολικά μεγάλα και χαοτικά. Θυμάμαι να κλαίω με το παραμικρό. Ένιωθα ταυτόχρονα μικροσκοπική αλλά κι ότι δεν χωρούσα πουθενά. Το ότι δίπλα ακριβώς από το σχολείο είχε κατασκηνώσει ένα τσίρκο με τις πολύχρωμες σκηνές και εντυπωσιακές τέντες του ήταν το μόνο που με έκανε να χαμογελάσω. Χάζευα πιο πολύ τους κλόουν που έκαναν πρόβες απ’ ότι τα άγνωστα παιδιά γύρω μου και τα άγρια θηρία που ασφυκτιούσαν στα κλουβιά τους. Ταυτιζόμουν μαζί τους. Δεν πρόλαβα να εγκλιματιστώ στο σχολείο εκείνο γιατί μετακομίσαμε στην Καλαμαριά – όπου πέρασα 5 εκπληκτικά χρόνια με συμμαθητές και δασκάλους που ακόμα αγαπάω. Την παρηγοριά της καμηλοπάρδαλης ωστόσο δεν θα την ξεχάσω ποτέ… Χμ, ίσως της χρωστάω ένα παραμύθι τώρα που το σκέφτομαι. Ποτέ δεν είναι αργά…
Γεωργία Δρακάκη

Θυμάμαι πιο έντονα την πρώτη μέρα στην κατασκήνωση, παρά την πρώτη μέρα στο σχολείο. Δεν είχα ποτέ ιδιαίτερο πρόβλημα ή συγκίνηση σε σχέση με τον πηγαιμό στο σχολείο. Ίσως επειδή οι γονείς μου αποφάσισαν από νωρίς (2 χρονών!) να με στείλουν στον βρεφονηπιακό σταθμό και, μετά, από εκεί, γραμμή για νηπιαγωγείο. Α, το νηπιαγωγείο μου: τα Δελφινάκια, στην Καστέλλα. ‘’Πώς πέρασε η ώρα, πώς πέρασαν τα χρόνια’’, αυτός ο στίχος μού προέκυψε τώρα που γράφω για την πρώτη μέρα στο σχολείο. Οι πρώτες μου μέρες σε αυτό το πρώιμο σχολικό περιβάλλον, αυτός ο προθάλαμος της σχολικής θητείας που θα κρατούσε πολλά χρόνια μετά, είχαν θέα θάλασσα. Τα νηπιακά μου χρόνια μοσχοβολούν τα μαγειρευτά φαγητά που ετοιμάζονταν το μεσημέρι για όλα εμάς, τα παιδάκια εκείνης της εποχής. Που μεγαλώσαμε, πια. Ευτυχώς, όχι πολύ. Τα μαθητικά τα χρόνια δεν είναι ότι δεν τ’ αλλάζω με τίποτα-απλά, να, μου λείπει να ξαναζήσω, ίσως, το περιβάλλον, τις επιρροές, τα άτομα, τις πρώτες φίλες, τους δασκάλους που έβαλαν το λιθαράκι τους για να είμαι αυτή που είμαι σήμερα και αυτή που θα είμαι αύριο.
