Αν μας ζητούσαν να αναφέρουμε μία λέξη που δεν θα θέλαμε ποτέ να ακούσουμε για τα παιδιά μας, σίγουρα σε πολύ μεγάλο ποσοστό, ψηλά, στο βάθρο, θα ήταν αυτή: ΜΗΝΙΓΓΙΤΙΔΑ!
Πραγματικά, είναι λέξη – ταμπού, γιατί όλοι ξέρουμε, γιατροί και γονείς, ότι πρόκειται για μία νόσο επικίνδυνη για τη ζωή…
Αρκετά χρόνια πίσω, εφιάλτης κάθε ευσυνείδητου παιδίατρου ήταν να μη «χάσει παιδί» από μηνιγγίτιδα. Γιατί; Επειδή πρόκειται για ένα νόσημα που ξεκινάει με τη συνήθη συμπτωματολογία μιας λοίμωξης και ταχύτατα εξελίσσεται σε απώλεια ζωής ή αφήνει τέτοια προβλήματα υγείας, που, πραγματικά, κανείς δεν θα ήθελε να συναντήσει!
Καθώς η επιστήμη και η τεχνολογία μας έφεραν τα πολύτιμα δώρα που λέγονται εμβόλια και σιγά – σιγά τα επικίνδυνα για τη ζωή νοσήματα εξαφανίζονταν ή περιορίζονταν το ένα μετά το άλλο, εύλογα καθένας από εμάς τους παιδίατρους της γενιάς μου, που ευτύχησε να δει αυτό το θαύμα να συμβαίνει μέσα σε δύο δεκαετίες, αναρωτιόταν: Πότε θα μπορέσει επιτέλους να βρεθεί ένα εμβόλιο για τον μηνιγγιτιδόκοκκο Β;
Και, ναι, πλέον εδώ και αρκετά χρόνια, το πολύτιμο αυτό εμβόλιο είναι εδώ! Αποτελεσματικότατο, ασφαλέστατο, πλέον με πολύ μεγάλη εμπειρία ως προς την ποιότητά του!
Τα παιδιά μας πλέον εμβολιάζονται από τη βρεφική ηλικία, όπως είναι το σωστό να γίνεται, ώστε να καλυφθούν έγκαιρα και να μη διακινδυνεύουμε τη ζωή τους και τη σωματική τους ακεραιότητα. Μιλάμε για μη αμφισβητούμενες αξίες που οφείλουμε να διατηρήσουμε στο μέγιστο βαθμό!
Οι πιο συνηθισμένες ερωτήσεις που δέχομαι σε σχετικές συζητήσεις και οι απαντήσεις που δίνω νομίζω θα βοηθήσουν τον κάθε αναγνώστη και την κάθε αναγνώστρια να σχηματίσει μια σφαιρική άποψη για το θέμα αυτό:
Η μηνιγγίτιδα Β
Πόσο επικίνδυνη είναι η μηνιγγίτιδα Β; Είναι τόσο συχνή; Τι συμπτώματα έχει;
Η μηνιγγίτιδα Β αποτελεί περίπου το 80% των περιστατικών βακτηριακής μηνιγγίτιδας στην Ελλάδα.
Πρόκειται για μια ιδιαίτερα επικίνδυνη νόσο. Οποιοσδήποτε μπορεί να προσβληθεί από τη Μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο. Τα βρέφη και τα νήπια αποτελούν τις πιο ευάλωτες ηλικιακές ομάδες και ακολουθούν οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες.
1 στους 10 ενήλικες φέρει το βακτήριο ασυμπτωματικά και μπορεί να μεταδώσει τη νόσο σε νεαρά μέλη της οικογένειάς του, μέσω καθημερινών συνηθειών όπως το φιλί, ο βήχας και το φτάρνισμα.
Εξελίσσεται ταχύτατα και μέσα σε 24 μόλις ώρες μπορεί να οδηγήσει σε θάνατο, ενώ προκαλεί μόνιμες αναπηρίες στους ασθενείς που επιβιώνουν.
Στα αρχικά στάδια της νόσου τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της απλής ίωσης, δημιουργώντας την εσφαλμένη εντύπωση ότι πρόκειται για ένα απλό κρυολόγημα που «θα περάσει γρήγορα», ωστόσο εξελίσσεται ραγδαία.
Τα συμπτώματα αυτά είναι: επίμονος υψηλός πυρετός, φωτοφοβία, έντονος πονοκέφαλος, έμετοι, ενώ υπάρχουν και τα πιο ειδικά σημεία, που ανιχνεύονται κατά την ιατρική εξέταση, όπως η αυχενική δυσκαμψία και το αιμορραγικό εξάνθημα.
Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι, παρότι η μηνιγγίτιδα Β είναι σπάνια και παρότι τα κρούσματα μειώθηκαν κατά την πανδημία λόγω των περιοριστικών μέτρων, αλλά και της προστασίας του πληθυσμού από την υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια, αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείεται να επανεμφανιστεί, ειδικά έπειτα από το εμβολιαστικό κενό που δημιούργησε η πανδημία (όπως έχει ήδη συμβεί ακόμα και με άλλα «ξεχασμένα» λοιμώδη νοσήματα σε παγκόσμιο επίπεδο). Αυτό το έχουμε στην πράξη ήδη διαπιστώσει γονείς και γιατροί στην καθημερινότητά μας.
Γίνεται λοιπόν προφανές ότι, λόγω του εμβολιαστικού κενού, που έχει δημιουργηθεί, τα παιδιά είναι περισσότερο εκτεθειμένα έναντι αρκετών νοσημάτων και ειδικά έναντι της μηνιγγίτιδας Β.
Ο μοναδικός τρόπος για την αποτελεσματική και ασφαλή πρόληψη της Μηνιγγίτιδας Β, είναι η έγκαιρη έναρξη και ολοκλήρωση του εμβολιασμού των παιδιών, ο οποίος δύναται να ξεκινήσει από την ηλικία των 2 μηνών και άνω. Ο εμβολιασμός κατά των υπόλοιπων τύπων μηνιγγίτιδας είναι επίσης απαραίτητος, ωστόσο δεν προστατεύει τα παιδιά από τη μηνιγγίτιδα τύπου Β.
Γι’ αυτό, οι γονείς, αν δεν το έχουν ήδη κάνει, ας βεβαιωθούν ότι το παιδί τους έχει εμβολιαστεί έναντι της νόσου και σε διαφορετική περίπτωση ας επισκεφθούν τον παιδίατρό τους για να προχωρήσουν στο σχετικό εμβολιασμό.
Αποφεύγω σκόπιμα τη λέξη «πρέπει». Ηχεί άσχημα στα αυτιά μας. Μας δημιουργεί διάθεση αντίδρασης και καχυποψίας, γιατί τα τελευταία χρόνια τα «πρέπει» κατέκλυσαν τις ζωές μας, μας δίχασαν και μας αλλοτρίωσαν! Και λέω μόνο τούτο: Είναι το σωστό και το καλό!
Η αμέλεια κοστίζει και μας κοστίζει πιο ακριβά όταν αφορά τα παιδιά μας και πιο ιδιαίτερα τη ζωή και την υγεία τους! Πιστεύω όλοι οι παιδίατροι πλέον συνιστούμε ανεπιφύλακτα τον εμβολιασμό αυτό, αλλά καλά είναι και οι γονείς, σε περίπτωση που το παιδί σας δεν έχει εμβολιαστεί, να το επισημάνετε στο γιατρό σας και να το προγραμματίσετε.
Ευδοκία Ξιούφη – Σπυρομήτρου, Παιδίατρος