Υπερπροστατευτικοί και υπερεμπλεκόμενοι γονείς: Όταν το “υπέρ” του γονιού γίνεται “κατά” του παιδιού

Ένα 14χρονο αγόρι γλιστράει (προφανώς λόγω παγετού) στο προαύλιο του σχολείου του και καταλήγει στο χειρουργείο με αποκόλληση γονάτου.  Και ένας θυμωμένος μπαμπάς που αισθάνεται αδικημένος από το σύστημα δηλώνει ότι θα κινηθεί νομικά εναντίον όσων ευθύνονται για το ατύχημα του γιου του. Αποτέλεσμα; Ένα παιδί που μαθαίνει ότι οι δυσκολίες, οι αναποδιές και οι ματαιώσεις της ζωής αντιμετωπίζονται με αυτόν τον τρόπο.

Μια μητέρα 50 χρονών με επισκέπτεται στο γραφείο με αίτημα να της πω με ποιο τρόπο να ηρεμεί την κόρη της που δίνει φέτος πανελλήνιες και έχει κρίσεις πανικού. «Πώς μπορεί να μου το κάνει τώρα αυτό; Έχω δώσει όλη μου τη ζωή για αυτήν… και θα τα παρατήσει έτσι;»

…Μια υπερεμπλεγμένη μητέρα που έζησε μέσα από την κόρη της και ένα ενοχοποιημένο παιδί που δεν μπορεί να διαχειριστεί τις δυσκολίες της ζωής, ούτε να αναγνωρίσει και να ρυθμίσει τα δυσφορικά του συναισθήματα.

…Μια μητέρα που κοιμόταν μαζί με το παιδί μέχρι τα 3 του χρόνια γιατί ο θηλασμός ήταν η παρηγοριά του «μωρού» και «ήθελε την πιπίλα του για να ηρεμεί». Ένα παιδί που κινούνταν μόνο εντός του οπτικού πεδίου της μαμάς.

…Μια μαμά που παραιτήθηκε από τη δουλειά της για να συντροφεύσει το παιδί στο σπίτι και να το «προστατέψει από τα μικρόβια των σχολείων» και ένα παιδί που αρνιόταν να αφήσει το χέρι της μαμάς του όταν για πρώτη φορά έμπαινε δειλά και διστακτικά στο νηπιαγωγείο.

…Μια μαμά που «μετακόμισε» τον άντρα της σε άλλον όροφο του σπιτιού προκειμένου η κόρη της να έχει «απόλυτη ηρεμία» στην προετοιμασία των Πανελληνίων.

Τι συμβαίνει με αυτό το παιδί -ή καλύτερα: τι έχει συμβεί με αυτή τη μαμά; Αυτή η μαμά είναι ένας υπερεμπλεγμένος γονιός που συνεχώς εμπλέκεται σε κάθε πλευρά της ζωής του παιδιού, όχι μόνο με έναν υποστηρικτικό αλλά με έναν ελεγκτικό τρόπο. Αυτός ο γονιός έχει όλα τα χαρακτηριστικά του υπερπροστατευτικού γονέα που θεωρεί το παιδί δική του προέκταση και καθρεφτίζει πάνω του τα δικά του συναισθήματα και προσδοκίες.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ένας «φυσιολογικός» γονιός (ή μάλλον «αρκετά καλός γονιός» γιατί τέλειοι γονείς δεν υπάρχουν) επιχειρεί να αντέξει και ακόμα να ενισχύσει την αναδυόμενη αυτονομία του παιδιού του. Είναι εκεί ως μια σταθερή βάση ασφάλειας για το παιδί του που του επιτρέπει να αναπτύσσει εμπιστοσύνη στις δεξιότητές του και να εξερευνά τον κόσμο.

Διερευνά και αντέχει τα δυσφορικά συναισθήματα του παιδιού μαθαίνοντάς το να τα αντέχει και να τα ρυθμίζει και το ίδιο. Αντέχει το θυμό του παιδιού απέναντί του και του δηλώνει έμπρακτα, ότι η σχέση τους δεν κινδυνεύει. Είναι γονιός ενήμερος,  ότι το παιδί του μεγαλώνει για να γίνει ένα αυτόνομο άτομο με δική του διακριτή ταυτότητα.

Στην άλλη άκρη του συνεχούς στέκουν οι υπερεμπλεκόμενοι – υπερπροστατευτικοί γονείς που παρασύρονται σε συμπεριφορές όπως:

  • Ασκούν διαρκή εποπτεία στο παιδί. Δραστηριότητες μη εποπτευόμενες από τους γονείς δεν επιτρέπονται, καταπνίγοντας την ελεύθερη βούληση του παιδιού.
  • Δεν επιτρέπουν στο παιδί την ανάληψη ευθυνών, όπως η ανάθεση ρόλων εντός του σπιτιού σαμποτάροντας έτσι τη δυνατότητά του να στηρίζεται στον εαυτό του για να αντιμετωπίσει βασικές καταστάσεις και προκλήσεις της ζωής
  • Φροντίζουν υπερβολικά το παιδί και πέφτουν πάνω του να το παρηγορήσουν για κάθε αναποδιά, μη δίνοντας έτσι την ευκαιρία στο παιδί να χτίσει ανθεκτικότητα και υπομονή, χαρακτηριστικά που θα το βοηθήσουν να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες της ζωής.
  • Προσέχουν υπερβολικά το παιδί κυρίως για να αντιμετωπίσουν δικούς τους φόβους. Γονείς που δεν αφήνουν το μικρό τους παιδί να παίξει ελεύθερα στην παιδική χαρά (έχοντας πάντα στο νου τους ένα επερχόμενο ατύχημα), που αργότερα συνοδεύουν το παιδί στο σχολείο αλλά και παντού, και που έπειτα παρακολουθούν με μεγεθυντικό φακό την προσωπική ζωή του παιδιού τους και παρεμβαίνουν σε αυτή. Και έτσι μεγαλώνουν παιδιά που δεν εξοικειώνονται με την εμπιστοσύνη και την ανοιχτή επικοινωνία.
  • Προσπαθούν να επιλύουν προβλήματα που το παιδί μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο του και έτσι μπλοκάρουν την ανάπτυξη δεξιοτήτων επίλυσης προβλημάτων και άλλες γνωστικές ικανότητες, μεγαλώνοντας ένα παιδί εξαρτημένο που παραμένει καθηλωμένο στη θέση του παιδιού ακόμα και ως ενήλικας.

Και πίσω από αυτές τις συμπεριφορές βρίσκεται ένας  γονιός που θρέφει τις δικές του πληγές μέσα από την ενίσχυση του αισθήματος ανημπόριας του παιδιού με το μανδύα: «κάνω τα πάντα για το καλό του παιδιού». Ένας γονιός που δίνει αξία στην ύπαρξή του, επειδή ένα παιδί εξαρτάται από εκείνον και που βιώνει την ανάπτυξη διακριτής ταυτότητας του παιδιού ως απώλεια ή εγκατάλειψη. Ένας γονιός που υπήρξε και εκείνος ένα πληγωμένο παιδί και δεν το έχει αναγνωρίσει, αποδεχτεί, διαχειριστεί.

Τι προκαλεί, όμως, η υπερπροστατευτικότητα στο πραγματικό παιδί;

Στρες και προβλήματα συμπεριφοράς: Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Affective Disorders και αφορούσε 190 παιδιά «η υπερπροστατευτική στάση της μητέρας ήταν σημαντικά εντονότερη σε παιδιά με αυξημένο στρες και διαταραχές της συμπεριφοράς…». Μια άλλη έρευνα σε 297 Αμερικανούς φοιτητές ηλικίας από 18 έως 23 στο University of Mary Washington έδειξε ότι «η υπερπροστατευτικότητα των γονιών συσχετίστηκε με αυξημένα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης, μειωμένο αίσθημα ικανοποίησης από τη ζωή και χαμηλότερα επίπεδα αυτονομίας, επάρκειας και ικανότητας σχετίζεσθαι με άλλους

Σχολικός Εκφοβισμός: Άλλες έρευνες συνδέουν το υπερπροστατευτικό γονεϊκό στυλ με τη θυματοποίηση στο σχολείο. Τα παιδιά αυτά είναι ανώριμα σε σύγκριση με την ηλικία τους, δεν έχουν αναπτύξει κατάλληλες κοινωνικές δεξιότητες και γίνονται, λόγω της ευαλωτότητάς τους, οι εύκολοι στόχοι σε περιστατικά σχολικού εκφοβισμού.

Δυσκολίες στο σχολείο: Τα υπερπροστατευμένα παιδιά έχουν περισσότερες πιθανότητες να δυσκολευτούν στο σχολικό περιβάλλον λόγω της εξαρτητικής συμπεριφοράς τους. Τα παιδιά αυτά δείχνουν να είναι συναισθηματικά, κοινωνικά και ψυχολογικά πίσω σε σχέση με την ηλικία τους, αν και οι επιδόσεις τους ενδέχεται να είναι υψηλές.

Εφηβεία: Οι υπερπροστατευμένοι έφηβοι δεν αναπτύσσουν τις αναμενόμενες δεξιότητες κοινωνικοποίησης που χαρακτηρίζουν την περίοδο αυτή. Οι κοινωνικές δραστηριότητες υπαγορεύονται από τον γονέα που προστατεύει ολοένα και περισσότερο το ευάλωτο άτομο που έχει «βοηθήσει» να γίνει το παιδί του.

Ενηλικίωση και καριέρα: Στον πραγματικό κόσμο της αγοράς εργασίας τα υπερπροστατευμένα παιδιά δεν έχουν τις δεξιότητες για την επιβίωση και την ανέλιξή τους.  Χαρακτηρίζονται από χαμηλή αυτοπεποίθηση, έλλειψη πρωτοβουλίας και χαμηλή ανοχή στην πίεση και τις δυσκολίες στο χώρο εργασίας.

Προσωπικές Σχέσεις: Στην προσωπική – ερωτική ζωή, τα παιδιά αυτά αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες σε σχέσεις που απαιτείται μια συνθήκη ισοτιμίας. Εμφανίζουν παθητικές συμπεριφορές – αυτές που έχουν μάθει από τους γονείς τους – και εμπλέκονται σε σχέσεις στις οποίες ο σύντροφός τους έχει έναν σαφώς πιο κυρίαρχο ρόλο. Πολλές φορές αρνούνται να φύγουν από κακοποιητικές σχέσεις και επαναπαύονται στην «ασφάλεια» αυτών, ανήμποροι να βρουν τη δύναμη να μετακινηθούν σε μια φυσιολογική σχέση.

Η υπερπροστασία και η υπερεμπλοκή του γονιού σε όλες τις φάσεις και τις εκφάνσεις της ζωής του παιδιού είναι μια συμβολική απόρριψη του παιδιού. Δηλώνει: «Με χρειάζεσαι γιατί δεν μπορείς να τα καταφέρεις μόνος σου». Από την άλλη τα παιδιά αυτά μαθαίνουν, ότι η διαφοροποίηση από το γονιό – σωτήρα σημαίνει απόρριψη του γονιού και επακόλουθη ενοχή του παιδιού.

Ένας υπερπροστατευτικός γονιός σπάνια είναι ανοιχτός να ακούσει τα σχόλια φίλων σχετικά με την ανατροφή του παιδιού του και συνήθως κόβει άδοξα τις όποιες συζητήσεις με κλισέ: «υπάρχουν πολλοί κίνδυνοι… εμείς δεν μεγαλώσαμε σε τέτοιες εποχές», «εγώ ξέρω καλύτερα τι χρειάζεται το παιδί μου» κλπ. Σε έναν υπερπροστατευτικό γονέα η συμβουλή: «άσε το παιδί λίγο ανεξάρτητο …του κάνεις κακό» θα έχει μάλλον τα αντίθετα αποτελέσματα.

Χρειάζεται και αυτός ο γονιός να αρχίσει να παρατηρεί τον εαυτό του, να διερευνά γιατί φοβάται τόσο, να αναλογιστεί το δικό του παρελθόν και τη προσωπική του ιστορία, να θυμηθεί τον εαυτό του ως παιδί και να μπει στη θέση του παιδιού που ασφυκτιά.

Χρειάζεται να απαλλαγεί και ο ίδιος από το βάρος και την ευθύνη του ελέγχου ενός ανθρώπου.

Χρειάζεται να κάνει πράγματα για τον εαυτό του και να αντιληφθεί ότι υπάρχει εκεί ένας εαυτός, ο δικός του, που θέλει και εκείνος φροντίδα.  

Χρειάζεται να ακουστούν και άλλες φωνές στο ρεπερτόριό του, πιο υποστηρικτικές που λένε: «είναι εντάξει τα πράγματα. Το παιδί μου το μπορεί αυτό και μόνο του. Και εγώ κάνω αρκετά καλή δουλειά μένοντας δίπλα στο παιδί και όχι από πάνω του».

 

Γιούλη Ι. Δελιέζα

Ψυχολόγος Msc

6955668446

Αριστείδου 9, Αθήνα