Παρασκευή 25 Απριλίου

Μαρτυρία: Όσα είδα πηγαίνοντας στην εφημερία του Σωτηρία

Τι συμβαίνει στις εφημερίδες των νοσοκομείων μας; Μία αληθινή διαπίστωση.

Ήταν απόγευμα Κυριακής, λίγο πριν πέσει το σκοτάδι, όταν μπήκα στο νοσοκομείο «Σωτηρία». Εφημερία. Κίνηση. Φωνές. Ρολόγια που δεν σταματούν. Δεν είμαι γιατρός. Δεν δουλεύω σε νοσοκομείο. Είμαι μια γυναίκα με χρόνιο νόσημα, που – κάθε τόσο – περνά την πόρτα της ελπίδας και της αγωνίας. Μια επισκέπτρια στον μικρό κόσμο των επειγόντων, που κοιτάζει χωρίς ρόλο. Παρατηρεί.

Και εκείνη τη μέρα, είδα πολλά.

Είδα επιστήμονες να φέρονται σαν άνθρωποι. Γιατρούς που έσκυβαν πάνω από τον ασθενή με τρόπο απλό, καθησυχαστικό. Που έκαναν αστεία για να χαλαρώσουν την ένταση. Που εξηγούσαν την ίδια οδηγία τρεις και τέσσερις φορές, όχι από υποχρέωση – αλλά από κατανόηση. Που προσπαθούσαν να μεταφράσουν στα αγγλικά λέξεις δύσκολες, για να βοηθήσουν έναν ασθενή να νιώσει πως δεν είναι μόνος.

Γιατί στα επείγοντα δεν έρχεσαι ποτέ ήρεμος. Πόσο μάλλον όταν είσαι ηλικιωμένος. Ή ξένος. Ή απλώς μόνος.

Και όλα αυτά, μέσα σε ένα σύστημα που κάθε μέρα παλεύει με τις αντοχές του.

Είδα γιατρούς και νοσηλευτές να δουλεύουν χωρίς να έχουν τα απαραίτητα. Να αυτοσχεδιάζουν χωρίς εξοπλισμό. Να μην μπορούν να γράψουν ούτε μια συνταγή, γιατί το σύστημα είχε “πέσει”. Να ζητούν γάζες που δεν υπάρχουν. Να προσπαθούν να οργανώσουν το χάος με υπομονή, ενώ η κούραση τους κυλούσε στο πρόσωπο.

Είδα συγγενείς να τρέχουν στις εξετάσεις, γιατί δεν υπήρχε προσωπικό. Είδα ασθενείς να ψάχνουν μόνοι τους την κατάλληλη κλινική. Να χάνουν πολύτιμο χρόνο επειδή κανείς δεν τους είχε δείξει πώς να ζητούν βοήθεια. Κι ένιωσα πόσο αμήχανοι είμαστε, εμείς οι “απ’ έξω”, μπροστά σε ένα τόσο σύνθετο σύστημα.

Και δεν είδα καμία μαγική λύση. Γιατί δεν υπάρχει. Ούτε εύκολη, ούτε άμεση.

Κι όμως, παρά τα κενά, παρά την εξουθένωση, κάποιοι άνθρωποι συνεχίζουν να στέκονται όρθιοι. Και να κρατούν όρθιο κι εμάς.

Αυτό όμως δεν αρκεί. Δεν μπορεί η επιβίωση της δημόσιας υγείας να εξαρτάται μόνο από το φιλότιμο.

Ίσως ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να λέμε “μπράβο” και να αρχίσουμε να κάνουμε κάτι. Να ενισχύσουμε αληθινά το σύστημα. Να κρατήσουμε κοντά μας γιατρούς με γνώση, ήθος και εμπειρία. Να τους δώσουμε λόγους να μείνουν.

Γιατί η υγεία δεν είναι απλώς υπηρεσία. Είναι σχέση. Είναι φροντίδα. Είναι αξιοπρέπεια.

Και ένα δημόσιο σύστημα υγείας δεν μετριέται με αριθμούς – μετριέται με το πώς σε κάνει να νιώθεις όταν έχεις ανάγκη.

Αν η Ελλάδα θέλει να κρατήσει αυτούς τους γιατρούς, πρέπει να τους δείξει ότι αξίζουν. Όχι με λόγια. Με πράξεις.

Διαβάστε επίσης:

Ποιος είναι ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για να πείτε στα παιδιά σας ότι χωρίζετε;

Συνέντευξη: Η Αλεξάνδρα Γιώτα Καρρά μοιράζεται μέσα από το TikTok τη ζωή με την οικογένειά της στη Νορβηγία

Ροή Ειδήσεων