Ο ρόλος της οικογένειας στην πρόληψη της παιδικής παχυσαρκίας – Τι θα κάνετε για να προλάβετε αρνητική εξέλιξη στο βάρος του παιδιού

Παχυσαρκία ορίζεται ως η υπερβολική συσσώρευση λίπους στο σώμα που μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς την υγεία του ατόμου, οδηγώντας σε αυξημένα προβλήματα υγείας και μείωση του προσδόκιμου ζωής. Ένας κοινά αποδεκτός δείκτης που χρησιμοποιείται για την μέτρηση της είναι ο Δείκτης Μάζας Σώματος (βάρος σώματος (κιλά)/ ύψος (μέτρα)2). Ως παχύσαρκοι χαρακτηρίζονται τα άτομα που ο δείκτης μάζας- σώματος (ΔΜΣ) ξεπερνά τα 30 kg/m2. Για τα παιδιά και τους εφήβους, η αξιολόγηση του ΔΜΣ πραγματοποιείται με τη χρήση καμπυλών ανάπτυξης για κάθε ηλικία και φύλο.

Έρευνες καταδεικνύουν ότι η Κύπρος έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας στην Ευρώπη. Το υψηλό ποσοστό υπέρβαρων και παχύσαρκων Κυπρίων παιδιών και εφήβων (30,2% το 2010) εμφανίζεται σε όλες τις ηλικίες ενώ κορυφώνεται στις ηλικίες 10-11, αφορά εξίσου αστικές και αγροτικές περιοχές σε όλες τις επαρχίες και συνεχίζει να αυξάνεται δραματικά.

Η παιδική παχυσαρκία δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται επιδερμικά σαν πρόβλημα εξωτερικής εμφάνισης. Η αλήθεια είναι ότι προκαλεί ζημιογόνες συνέπειες στον αναπτυσσόμενο οργανισμό του παιδιού. Υπάρχει έντονος συσχετισμός της παιδικής παχυσαρκίας με την εμφάνιση Μεταβολικού Συνδρόμου και σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2. Μεγάλο ποσοστό παχύσαρκων παιδιών μεγαλώνοντας κινδυνεύουν από πρόωρο θάνατο λόγω σοβαρών καρδιαγγειακών νοσήματων, ακόμη και αν χάσουν τα περιττά κιλά. Η παχυσαρκία προδιαθέτει επίσης για διαταραχές περιόδου, πολυκυστικές ωοθήκες, χρόνια φλεγμονή, υπέρταση, διαταραχή αναπνευστικής λειτουργίας, υπερλιπιδαιμία και μυοσκελετικές παθήσεις.
Σε μια κρίσιμη αναπτυξιακή περίοδο, η παχυσαρκία μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στη δημιουργία ευεργετικών σχέσεων με συνομήλικους και στην ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης, καθιστώντας το παιδί ευάλωτο σε ψυχικές διαταραχές.

Πού οφείλεται η παιδική παχυσαρκία;

H παχυσαρκία οφείλεται στο συνδυασμό της επίδρασης της κληρονομικής προδιάθεσης του ατόμου και διαφόρων περιβαλλοντικών παραγόντων.

Γενετικοί παράγοντες

Σε μερικές περιπτώσεις, τα αίτια είναι κατά κύριο λόγο παθολογικά. Για παράδειγμα, ενδοκρινολογικά προβλήματα όπως ο υποθυρεοειδισμός, όγκοι του υποθαλάμου και της υπόφυσης, καθώς και διάφορα σπάνια σύνδρομα και μονογονιδιακές διαταραχές, προσβάλλουν ένα μικρό ποσοστό ατόμων και σχετίζονται με παχυσαρκία. Σπανιότερα, η παχυσαρκία μπορεί να προκύπτει από ανεπάρκεια της ορμόνης λεπτίνης ή σε ανεπάρκεια του υποδοχέα της.
Επίσης, έρευνες καταδεικνύουν ότι η παχυσαρκία ενός γονέα φαίνεται να αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης παχυσαρκίας στα παιδιά του, ενώ οι πιθανότητες σχεδόν διπλασιάζονται σε παιδιά με δυο παχύσαρκους γονείς. Τα γονίδια πιθανόν να σχετίζονται με τη διατροφική συμπεριφορά, το βασικό μεταβολικό ρυθμό, τη θερμογένεση, τη λιπόλυση και την κατανομή του λίπους στο σώμα.

Ο ρόλος της διατροφής και του τρόπου ζωής

Παρά το γεγονός ότι οι γενετικοί παράγοντες διαδραματίζουν το ρόλο τους, στο μεγαλύτερο ποσοστό η παχυσαρκία οφείλεται πρωτίστως σε σιτιστικά αίτια. Οι θερμίδες που προσλαμβάνονται είναι περισσότερες από αυτές που καταναλώνονται, οδηγώντας σε περίσσευμα ενέργειας που αποθηκεύεται υπό μορφή λίπους.
Σημαντικό ρόλο έχει η κακή ποιότητα διατροφής, με αυξημένα κακά (trans) λιπαρά και ζάχαρη, που οδηγεί στην αύξηση βάρους και προβλήματα υγείας. Τα κακά λιπαρά (μεταλλαγμένα λιπαρά οξέα) επιμηκύνουν τη λήξη των προϊόντων και βρίσκονται συχνά στα επεξεργασμένα και προπαρασκευασμένα τρόφιμα, στα τυποποιημένα προϊόντα (μπισκότα, κέικ) καθώς και σε πολλές μαργαρίνες. Η ζάχαρη βρίσκεται σε πολλά προϊόντα (αναψυκτικά, ροφήματα με γλυκαντικές ουσίες, μπισκότα, σοκολάτες, εμπλουτισμένα δημητριακά, πολλά αρτοσκευάσματα) με αποτέλεσμα να καταναλώνεται σε μεγαλύτερες ποσότητες από ότι πιστεύουμε.
Παράλληλα, ο σύγχρονος τρόπος ζωής συμβάλλει καθοριστικά στην εμφάνιση της παιδικής παχυσαρκίας. Η φυσική άσκηση όπως η μετακίνηση με τα πόδια και το παιγνίδι σε εξωτερικούς χώρους έχει μειωθεί, ενώ ο χρόνος απασχόλησης των παιδιών στο διαδίκτυο έχει αυξηθεί δραστικά. Η ελλιπής σωματική δραστηριότητα καθώς και η κατανάλωση εύκολα προσβάσιμων επεξεργασμένων τροφών (fast food, λιπαρά, επεξεργασμένοι υδατάνθρακες) οδηγούν στη διατάραξη του ισοζυγίου ενέργειας. Το πολυάσχολο σημερινό παιδί με τις πολλές δραστηριότητες και φροντιστήρια και την πιεστική καθημερινή ρουτίνα, εύκολα τρέφεται σε ακανόνιστα ωράρια, παραλείπει γεύματα όπως το πρωινό και καταναλώνει μεγάλη ποσότητα φαγητού το βράδυ ή άλλοτε τσιμπολογά βιαστικά ανθυγιεινά σνακ που είναι εύκολα προσβάσιμα. Όλα αυτά συμβάλλουν στο μη έλεγχο της πείνας και στην απορρύθμιση του μεταβολισμού.

Ο ρόλος της οικογένειας: Στην πρόληψη και τη διατροφή

Περιγεννητικοί παράγοντες, παράγοντες βρεφικής ηλικίας, τεχνικές σίτισης που χρησιμοποιούν οι γονείς, καθώς και διατροφικές συμπεριφορές της οικογένειας, έχουν σημαντική επίδραση στο αν ενα παιδί θα γίνει παχύσαρκο.
Η πρόληψη της παιδικής παχυσαρκίας ξεκινάει πολύ νωρίτερα από όσο πιστεύαμε. Προγεννητικά, όταν η μητέρα καπνίζει κατά την κύηση αυξάνονται οι πιθανότητες παχυσαρκίας στο παιδί. Αύξηση των πιθανοτήτων παρατηρείται και με το αυξημένο βάρος γέννησης (>4 κιλά).
Όσον αφορά τους παράγοντες βρεφικής ηλικίας, η ταχεία αύξηση βάρους κατά τους πρώτους μήνες της ζωής φαίνεται να αυξάνει κατά πολύ τις πιθανότητες εμφάνισης παχυσαρκίας αργότερα. Παράγοντες που σχετίζονται με γρήγορη αύξηση βάρους στη βρεφική ηλικία συμπεριλαμβάνουν τη σίτιση με υποκατάστατα μητρικού γάλακτος, τη σίτιση με πρόγραμμα (feed on schedule) αντί της σίτισης κατ’απαίτηση (feed on demand) καθώς και η εισαγωγή στερεών τροφών πριν τους τέσσερις μήνες.
Ο θηλασμός φαίνεται να δρα ως προστατευτικός παράγοντας, μειώνοντας κατά 15% τον κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας στα παιδιά που θήλασαν έστω και λίγο. Σύμφωνα με μια μελέτη (NHANES study) που διήρκησε από το 1999 μέχρι το 2008 στην Αμερική όπου έλαβαν μέρος 4000 παιδιά ηλικίας 3-6 ετών, τα παιδιά που είχαν θηλάσει είχαν 40% λιγότερες πιθανότητες να γίνουν υπέρβαρα, 60% λιγότερες πιθανότητες εμφάνισης παχυσαρκίας και 40% λιγότερες πιθανότητες αυξημένης περιμέτρου μέσης. Η σίτιση με μητρικό γάλα έχει πολλά οφέλη; φέρνει το μωρό σε επαφή με περισσότερες γεύσεις, του επιτρέπει να ρυθμίζει μόνο του τη σίτιση (σύστημα πείνας- κορεσμού), συνδέεται με πολλά και συχνά γεύματα, οδηγεί σε μεγαλύτερη πρόσληψη καλών λιπαρών καθώς και στη λήψη όλων των θρεπτικών συστατικών που χρειάζεται το βρέφος εφόσον υπάρχει η δυνατότητα αλλαγής σύστασης του μητρικού γάλακτος ανάλογα με τις ανάγκες του. Αντίθετα, η σίτιση με υποκατάστατα μητρικού γάλακτος οδηγεί σε λιγότερα, πιο αραιά γεύματα και κατανάλωση μεγαλύτερης συνολικής ποσότητας του υποκατάστατου. Επίσης, μελέτες καταδεικνύουν ότι η εισαγωγή στερεών τροφών πριν τους 4 μήνες κάνει 6,3 φορές πιθανότερη την εμφάνιση παιδικής παχυσαρκίας στα βρέφη. Αντίθετα, η εισαγωγή στερεών τροφών μετά τους 4 μήνες έχει σχετιστεί με χαμηλότερο ΒΜΙ στην ενήλικη ζωή.
Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, οι γονείς θέτουν τις βάσεις για τη διαμόρφωση των διατροφικών συνηθειών τους. Επιλέγουν και μαγειρεύουν τις τροφές που τρώει το παιδί και προδιαθέτουν τις προτιμήσεις του. Χρειάζεται λοιπόν να έχουν τη διάθεση και τις γνώσεις ούτως ώστε να παρέχουν στην οικογένεια θρεπτικά και ολοκληρωμένα γεύματα σε λογικές ποσότητες. Δυστυχώς, λόγω έλλειψης χρόνου, άγνοιας ή λανθασμένων αντιλήψεων πολλών γονιών, τα παιδιά δεν τρέφονται σωστά. Συχνά, οι γονείς αντικαθιστούν τα ισορροπημένα γεύματα απο πρόχειρα αμυλούχα γεύματα (π.χ. μακαρόνια, φρυγανιές, πατάτες τηγανητές) και έτοιμα σνακ. Παππούδες και γιαγιάδες που φροντίζουν τα παιδιά όταν οι γονείς εργάζονται, για συναισθηματικούς λόγους τείνουν να τα υπερσιτίζουν, πιστεύοντας πως έτσι τα φροντίζουν.
Κάποιες τεχνικές σίτισης που χρησιμοποιούν οι γονείς δείχνουν να προβλέπουν αύξηση βάρους και παχυσαρκογενείς συμπεριφορές διατροφής σε μικρά παιδιά. Συγκεκριμένα, η επιβράβευση με φαγητό (π.χ. «Αν φας όλα τα λαχανικά σου θα σου δώσω σοκολάτα») φαίνεται να δημιουργεί στα παιδιά τάση για αυξημένη κατανάλωση τροφής καθώς και συναισθηματική διατροφή. Τα ίδια αποτελέσματα έχει και η χρήση του φαγητού για τον έλεγχο των αρνητικών συναισθημάτων του παιδιού. Το παιδί καταλήγει να πιστεύει ότι τα φαγητά που χρησιμοποιούνταν ως επιβράβευση είναι «καλύτερα» και τα προτιμά, ενώ τείνει να τα χρησιμοποιεί και ως μέσο για να επιβραβεύει ή να αποφορτίζει συναισθηματικά τον εαυτό του. Απο την άλλη, η ολική απαγόρευση συγκεκριμένων τροφίμων (π.χ. σοκολάτας), ο περιορισμός του λίπους καθώς και προσπάθειες μείωσης βάρους, μπορεί να επιφέρουν το αντίθετο απο το επιθυμητό αποτέλεσμα – οι απαγορευμένες τροφές θα γίνουν πιο ελκυστικές και το αίσθημα στέρησης θα μεγαλώσει- προκαλώντας τάση για υπερφαγία.

Πώς αντιμετωπίζεται η παιδική παχυσαρκία

Μεγαλύτερο όπλο απέναντι στην παιδική παχυσαρκία είναι η πρόληψη, καθώς η θεραπεία είναι πιο δύσκολη και απαιτεί παρέμβαση στον τρόπο ζωής.
Η Ελληνική Ιατρική Εταιρία Παχυσαρκίας παραθέτει έναν αλγόριθμο θεραπείας δίνοντας κατευθυντήριες γραμμές για το πώς θα πρέπει να δράσουμε σε κάθε περίσταση.
Όσον αφορά τα υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά 2-7 χρόνων, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στις παρεμβάσεις, προκειμένου να μην διαταραχθεί η ομαλή και σωστή ανάπτυξή τους. Έτσι, ενώ για τους ενήλικους η θεραπεία της παχυσαρκίας στοχεύει στην ελάττωση του βάρους, για τα παιδιά σκοπός είναι η σταθεροποίηση του σωματικού βάρους, δεδομένης της συνεχιζόμενης ανάπτυξής τους. Με άλλα λόγια, επιτυχής θεραπεία θεωρείται η παρεμπόδιση, ή η επιβράδυνση του ρυθμού της αύξησης του βάρους τους. Αντίθετα, στην περίπτωση νοσογόνου παχυσαρκίας, συστήνεται η άμεση απώλεια σωματικού βάρους, οδηγώντας συνήθως και στη διόρθωση των παθολογικών επιπλοκών. Για υπέρβαρα παιδιά με παθολογικά προβλήματα λόγω βάρους και για όλα τα παχύσαρκα παιδιά άνω των 7 ετών συνίσταται απώλεια βάρους, ώστε να αποκτήσουν το ιδανικό βάρος για το ύψος τους.

Η παιδική παχυσαρκία αντιμετωπίζεται ουσιαστικά μόνο με αλλαγή στον τρόπο ζωής. Απαραίτητη είναι η αλλαγή των διατροφικών συνηθειών και η υιοθέτηση ορθής διατροφικής συμπεριφοράς στα παιδιά και τις οικογένειες τους καθώς και η συστηματική φυσική δραστηριότητα. Επιπλέον, χρειάζεται να ελέγχεται το σωματικό βάρος και οι όποιες επιπλοκές της παχυσαρκίας (π.χ. μεταβολικές διαταραχές, σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση, διαταραχές στα λιπίδια).

Αλλαγή τρόπου ζωής και διατροφικών συνηθειών

Ακόμη και όταν διαπιστωθεί ότι το παιδί χρειάζεται να χάσει βάρος, καλό είναι να αποφεύγονται τα κλασσικά προγράμματα δίαιτας, καθώς αυτά είναι αναποτελεσματικά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο ρόλος του διαιτολόγου είναι να βοηθήσει το παιδί να χτίσει καλές διατροφικές συνήθειες και να διασφαλίσει ότι το πλάνο διατροφής του παιδιού θα του παρέχει όλα τα θρεπτικά συστατικά που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξή του. Το παιδί χρειάζεται να λαμβάνει αυξημένη πρωτεΐνη λόγω της αύξησης των ιστών του σώματος, καθώς και επαρκείς ποσότητες βιταμινών, ιχνοστοιχείων, μετάλλων, νερού και φυτικών ινών, απαραίτητα για την καλή λειτουργία του οργανισμού. Τα γεύματά του χρειάζεται να συνδυάζουν φρέσκες τροφές όπως τα λαχανικά και τα φρούτα, υδατάνθρακες όπως τα πλήρη δημητριακά, καθώς και πρωτεϊνούχες τροφές (π.χ. κρέας, ψάρι, γαλακτοκομικά). Σημαντικό είναι επίσης να δοθούν κίνητρα για φυσική δραστηριότητα η οποία θα βοηθήσει σταδιακά το παιδί να μειώσει το θετικό ισοζύγιο ενέργειας.
Ο καλύτερος τρόπος για να υιοθετήσει ενα παιδί καλές διατροφικές συνήθειες είναι να δίνουν οι γονείς το καλό παράδειγμα. Αν τα παιδιά βλέπουν τους γονείς τους να τρέφονται υγιεινά και να ασκούνται χωρίς να τους είναι δυσάρεστο, τότε πολύ πιθανό είναι να τους μιμηθούν. Οι κοινές δραστηριότητες όπως μια βόλτα στο πάρκο για παιχνίδι είναι διπλά ευεργετικές πρώτον γιατί αποτελούν ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά ο οποίος είναι απαραίτητος για την ομαλή ανάπτυξη τους αλλά και γιατί συμβάλλουν σε ένα δραστήριο ευεργετικό τρόπο ζωής.
Ταυτόχρονα, σημαντικό είναι να συνειδητοποιούν οι γονείς ότι έχουν, εν μέρη, τον έλεγχο της διατροφής των παιδιών τους. Σύμφωνα με το χρυσό κανόνα της διατροφής των παιδιών, οι γονείς επιλέγουν το είδος των τροφών που παρέχονται στο σπίτι, τη συχνότητα κατανάλωσης, τον τρόπο μαγειρέματος και την ώρα των οικογενειακών γευμάτων. Από την άλλη, τα παιδιά επιλέγουν αν θα φάνε, ποιά από τις παρεχόμενες τροφές θα φάνε, πόσο θα φάνε και με τι ρυθμό θα φάνε. Για παράδειγμα, αν έχετε ένα παιδί φαινομενικά «δύσκολο» στο φαγητό, δε σημαίνει ότι πρέπει να ενδώσετε παρέχοντάς του ανθυγιεινές τροφές που μπορεί να ζητά. Δοκιμάστε να του ξαναπροσφέρετε το γεύμα που απέρριψε λίγο αργότερα ή να το μαγειρέψετε διαφορετικά ενθαρρύνοντας το παιδί να συμμετέχει στη διαδικασία.

Συμβουλές για γονείς
• Φροντίστε να παίρνει το παιδί σας ισορροπημένο πρωινό (συνδυασμός αμυλούχας τροφής (π.χ. ψωμί)-ζωικής τροφής (π.χ. τυρί ή αυγό) –φρέσκου (κάποιο λαχανικό ή φρούτο). Από την ίδια τριάδα ομάδων τροφής καλό είναι να αποτελούνται και τα δυο άλλα κύρια γεύματα της μέρας.
• Για το σχολείο προετοιμάστε σνακ από το σπίτι που να συνδυάζει δυο από τις τρεις προαναφερόμενες ομάδες τροφών (φρέσκο, υδατάνθρακας, πρωτεΐνη) όπως: φρέσκα ή αποξηραμένα φρούτα με αμύγδαλα, ένα γιαουρτάκι με μέλι και δημητριακά, 1 τοστ με τυρί και βραστή γαλόπουλα ή μια μπάρα δημητριακών. Σνακ δυάδων θα πρέπει να καταναλώνονται μεταξύ των κύριων γευμάτων. Έτσι η μέρα συμπεριλαμβάνει συχνά και ισορροπημένα γεύματα (κάθε 3 ώρες περίπου), διατηρώντας τα επίπεδα γλυκόζης και σεροτονίνης σε καλά επίπεδα, και το μεταβολισμό ενεργό.
• Εάν είναι εφικτό, τρώτε όλοι μαζί στο τραπέζι τουλάχιστον ένα από τα κύρια γεύματα της μέρας
• Έχετε πάντα στο ψυγείο υγιεινές επιλογές τροφίμων
• Ενθαρρύνετε το παιδί να συμμετέχει στα ψώνια τροφίμων και την παραγωγή φαγητού. Έτσι το παιδί μπορεί παράλληλα να διασκεδάσει, να αποκτήσει εξοικείωση με το θρεπτικό φαγητό και διατροφικές γνώσεις και να πειραματιστεί με διάφορες γεύσεις
• Μην απαγορεύετε καμία τροφή, ελέγξτε απλά την ποσότητά της και επιτρέψτε να καταναλωθεί μετά από ένα υγιεινό γεύμα π.χ. μετά από μια τριάδα ή δυάδα
• Αποφεύγετε να χρησιμοποιείτε το φαγητό σαν τιμωρία ή ανταμοιβή
• Ελαττώστε την ώρα που το παιδί και εσείς βλέπετε τηλεόραση και ενθαρρύνετε το παιδί να βρει ένα είδος άθλησης που το ευχαριστεί
• Γίνετε καλό πρότυπο ισορροπημένης διατροφής και υγιεινού τρόπου ζωής
Δρ. Ειρήνη Χριστοφόρου
Εγγεγραμμένη Συμβουλευτική Ψυχολόγος
CPsychol, HCPC Reg.
BSc, MA, PsychD Psychotherapeutic & Counselling Psychology, MA Practitioner Eating Disorders & Obesity