3 σκέψεις μετά την αποκριάτικη γιορτή στο σχολείο του γιου μου (που δεν θα αρέσουν σε πολλούς…)

Ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκα σε αποκριάτικο πάρτι δημόσιου Δημοτικού σχολείου και ομολογώ, το περίμενα πώς και πώς, τόσο εγώ όσο και ο γιος μου, μαθητής της πρώτης Δημοτικού. Τη στολή την είχαμε ήδη αποφασίσει εδώ και καιρό και δεν ήταν άλλη από τον «μπλε» πρωταγωνιστή των αγαπημένων του πυτζαμο-ηρώων, τον Catboy –όσοι μεγαλώνετε αγόρια, σίγουρα καταλαβαίνετε…

Βρεθήκαμε, λοιπόν, στο σχολείο λίγο αφού άρχισε το «πάρτι» και… δεν θα μπω σε λεπτομέρειες σχετικά με το τι αυτό περιλάμβανε και πόσο καλά οργανωμένο ήταν ή δεν ήταν (αυτά είναι πράγματα με τα οποία ασχολείται ο Σύλλογος Γονέων και ξέρω, ότι όλοι έκαναν το καλύτερο που μπορούσαν). Δεν μπορώ, όμως, να μην αναφερθώ σε τρία «σημεία» που μου έκαναν τη μεγαλύτερη εντύπωση και που σκιαγραφούν τα χαρακτηριστικά του μέσου Έλληνα γονιού –χαρακτηριστικά που, ομολογώ, με έκαναν να τρομάξω…

Η αίθουσα του τρόμου…

Φτάσαμε, λοιπόν, στο σχολείο και γεμάτοι ενθουσιασμό μπήκαμε στην κεντρική αίθουσα των εκδηλώσεων, όπου ήταν συγκεντρωμένα όλα τα παιδιά, όλοι οι γονείς και ένας κλόουν που μόλις είχε ξεκινήσει να ψυχαγωγεί τα παιδιά. Και όπως μπήκαμε, βγήκαμε! Γιατί η αίθουσα ήδη μύριζε άσχημα, από τα χνώτα και τον ιδρώτα, είχε τρομερή ζέστη, τα περισσότερα παιδάκια έβηχαν και ο γιος μου με κοίταξε με την αηδία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του.

Κατευθύνθηκα στο τραπέζι του Συλλόγου Γονέων, όπου συνάντησα κάποια οικεία πρόσωπα, για να τους προτείνω να ανοίξουμε κάποιο παράθυρο. Έξω δεν έβρεχε –αντίθετα είχε ευχάριστη δροσιά. Πρόθυμα οι άνθρωποι άνοιξαν τα γύρω παράθυρα και σε μερικά δευτερόλεπτα, όσοι κάθονταν εκεί γύρω πήγαν και τα έκλεισαν –«αυτό γίνεται από το πρωί», μου είπαν από τον Σύλλογο. «Εμείς τα ανοίγουμε, αυτοί τα κλείνουν.»

Πλησίασα μία μαμά, της είπα «να ανοίξουμε κανένα παράθυρο; Έχει τρομερή ζέστη εδώ μέσα και είμαστε σχεδόν 150 άτομα. Θα αρρωστήσουμε.» Ξέρετε τι μου απάντησε; «Θα αρρωστήσουμε έτσι κι αλλιώς σήμερα!».

Το μόνο αναπόφευκτο είναι ο θάνατος, σκέφτηκα, και αναρωτήθηκα αν είναι και αυτή μία από τους γονείς που στέλνουν κανονικά τα παιδιά τους στο σχολείο όταν είναι άρρωστα, γιατί… όλα τα παιδιά θα αρρωστήσουν κάποτε, έτσι κι αλλιώς!

Η στολή που «έσπασε ταμεία»!

Μεγάλη εντύπωση μου έκανε επίσης, ότι η πλειοψηφία των αγοριών της Α’, Β’ και Γ΄ τάξης και σίγουρα το ένα στα τρία κορίτσια, επέλεξαν να ντυθούν… αστυνομικοί! Δεν ξέρω αν αυτό ήταν τυχαίο. Δεν ξέρω αν πρέπει να βγάλω αυθαίρετα «δημογραφικά» συμπεράσματα. «Αγόρια είναι, τι να ντυθούν;», μου είπε μια συνάδελφος σήμερα που το συζητούσα. Και αμέσως μετά συνειδητοποίησα, ότι αν στις παιδικές στολές ξεπούλησε η στολή του αστυνομικού, αυτό έγινε για τους ακριβώς αντίθετους  λόγους.

Και αυτό μου προκάλεσε μια μικρή θλίψη.

«Τι με νοιάζει τι θα φάνε τα ξένα παιδιά; Τα δικά μας παιδιά να φάνε!»

Είμαι, λοιπόν, στο μπουφέ του πάρτι, όπου ακούω δύο κυρίες του Συλλόγου να συνομιλούν. Η μία από αυτές έλεγε, ότι κάποιες μαμάδες ρωτούν από τι κρέας είναι φτιαγμένα τα κεφτεδάκια, γιατί λόγω θρησκείας τα παιδιά τους δεν τρώνε χοιρινό. Η απάντηση της άλλης, μέσες άκρες, ήταν, ότι δεν διευκρίνισε τι κρέας θα είχαν τα κεφτεδάκια, όταν τα παράγγειλε και «Τι με νοιάζει τι θα φάνε τα ξένα παιδιά; Τα δικά μας παιδιά να φάνε!».

Και τότε η θλίψη μου κορυφώθηκε.

φωτο: wnypapers.com