Όλα ξεκινούν από την διάθεση των παιδιών για κοινωνική κυριαρχία. Να πάψουμε να λέμε τον παραβατικό μάγκα
Εμείς οι μεγάλοι έχουμε κάνει τα μεγαλύτερα σφάλματα με τα παιδιά μας και έχουν καταλήξει ή στη βία ή ακόμα χειρότερα στην παραβατικότητα. Έχουμε περάσει από τον βούρδουλα του γονιού στην αδιαφορία. Θεωρούμαι νόμιμη τη βία και έχουμε βαφτίσει τον παραβατικό κουλ και μάγκα. Για όλα αυτά που δεν είναι καθόλου εύκολα στη διαχείρισή τους μιλάει σήμερα στο infokids.gr ο άριστος παιδοψυχολόγος κ. Γιάννης Γλωσσόπουλος. Ο κ. Γλωσσόπουλος, συμβουλεύει γονείς και εκπαιδευτικούς, μέσα από το νέο του βιβλίο, που φέρει τον τίτλο “Θα σε περιμένω”, και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Θα σε περιμένω λοιπόν. Ποιόν περιμένουμε;
Περιμένουμε το αδελφάκι μας, την αλλαγή μας, και βλέπουμε όλη αυτή τη φωλιά να ανοίγει και για περισσότερα παιδιά.
Έχουμε προσδοκίες σε αυτή την αναμονή;
Έχουμε κάποιες προσδοκίες που ξεκινούν από την πρόθεσή μας να συνδεθούμε με το αδελφάκι μας, να περάσουμε όμορφες στιγμές να διαβάσουμε και να πουμε παραμύθια μαζί, να χτίσουμε μια σχέση που κρατάει μια ζωή την οποία κάθε γονέας και κάθε παιδί θα ήθελε να έχει στη ζωή του.
Πού στηρίζεται η δυναμική της οικογένειας;
Στηρίζεται στους πυλώνες που λέγονται γονείς, οι οποίοι είναι έτοιμοι για την αλλαγή, και αν δεν είναι έτοιμοι, είναι έτοιμοι να αποδεχθούν τα λάθη τους.
Ο ήρωας του βιβλίου σας είναι μεγάλος αδελφός και περιμένει το αδελφάκι του. Αισθάνεται αυτή την ευθύνη;
Όχι για το παιδί δεν είναι ευθύνη. Για το παιδί είναι απλά ένα νέο μέλος, το οποίο έρχεται. Απλά το μεγαλύτερο παιδί, δεν έχει σαν παιδί, τις ικανότητες και τις ιδιότητες να το αγκαλιάσει. Ενώ έχει πάρα πολύ όμορφα συναισθήματα, του δημιουργείται, μια αμφιθυμία, δηλαδή να θέλει να το αγαπήσει, να το αγκαλιάσει να παίξει μαζί του. Δεν μπορεί στην αρχή να το κάνει αυτό, γιατί είναι πάρα πολύ μικρό, και στη συνέχεια μεγαλώνοντας αναπτύσσοντας τον αδελφικό δεσμό αυτή η διαφορά ηλικίας ειδικά τα πρώτα χρόνια της ζωής, δημιουργούν την αμφιθυμία. πΧ ο αδελφός μου είναι πιο μικρός και αργός και δεν μπορώ να παίξω μαζί του, με θυμώνει που η μαμά το παίρνει αγκαλιά κι εμένα δεν με παίρνει.
Αντιπαλότητα υπάρχει;
Ναι αναμφισβήτητα. Είναι το νούμερο ένα θέμα που προσπαθούμε να θίξουμε κι στο βιβλίο, έχουμε διαμάχες. Είναι αυτό που λέμε στην ψυχολογία, “εκθρονισμό του βασιλιά”.
Σ αυτό παίζει ρόλο το πως οι γονείς το χειρίζονται;
Κατά κύριο λόγο το θέμα είναι πώς οι γονείς βλέπουν και διαχειρίζονται την αδελφική σχέση. Αυτό είναι μόνο. Δηλαδή δεν δημιουργούν αδέλφια αντιπάλους, ούτε διαμάχες μεταξύ αδελφών. Πρέπει να έχουν κριτική άποψη και να ακούν και τις δύο πλευρές, ώστε να μην δημιουργηθεί αντιπαλότητα.
Τι γίνεται όταν κάποιος εκ των δύο γονιών ή και οι παππούδες και οι γιαγιάδες ξεχωρίζουν τα αδέλφια και δείχνουν αδυναμία σε κάποιο από τα δύο; Αυτή η κατάσταση τι δημιουργεί στο θιγμένο παιδί και πόσο υπερβάλει το υπερεγώ αυτού που ευνοείται;
Εδώ τώρα έχουμε ένα γονέα έναν παππού ή μια γιαγιά που ξεχωρίζει τα παιδιά. Η αδυναμία αυτή από μόνη της ξεχωρίζει. Αφήνει μεγάλα πλήγματα αν είναι τρομερά έκδηλη και χειμαρρώδης για το πως μιλάνε στο παιδί. Γεννιέται ουσιαστικά η αδικία στο μυαλό του παιδιού. Κάνει τη σκέψη, “εγώ δεν είμαι αρκετός ως αυτός που είμαι και ο άλλος χωρίς να κάνει κάτι, είναι αρκετός.” ή κάτι κάνει, αυτός είναι καλός κι εγώ δεν είμαι”. Είναι μια κουλτούρα επιτηδευμάτων πάνω σε αυτό.
Πού οφείλεται το γεγονός ακόμα και σε ενήλικες, αδέλφια που μεγάλωσαν δίπλα δίπλα και μοιράζονται την μπουκιά, όταν μεγαλώνουν ούτε καν μιλιούνται. Πού χάνεται ο οικογενειακός δεσμός;
Υπάρχει και το “μη λεχθέν” σε αυτά τα δύο θέματα. Επιφανειακά ή και πιο βαθιά αυτά τα παιδιά αισθάνονται τον αδελφό, αδελφό τους, αλλά δεν γίνεται χωρίς καμία αιτία και αφορμή ξαφνικά να μην του μιλάω. Ή έχει γίνει κάποιο μεγάλο γεγονός το οποίο έχει τρίξει συθέμελα την εμπιστοσύνη για τον αδελφό μου, ή δεν έχω πει πράγματα που όταν ήμουν παιδί δεν μπορούσα να πω. ΄Έπρεπε να μοιραστώ την μπουκιά. Δεν με ρώτησε κανένας αν ήθελα. Έμαθα να την μοιράζομαι. Το πήρα σαν εντολή από τους γονείς μου.
Πού κάνουν λάθη οι γονείς όσον αφορά τον ερχομό του νέου μέλους, ακόμα και αν είναι ένα υιοθετημένο παιδί;
Το δεύτερο θέμα είναι αρκετά μικρό αλλά έχω αναλάβει πολλές τέτοιες περιπτώσεις. Οι γονείς κατακλύζονται από τύψεις συναισθήματα και άγχη, γιατί το παιδί δεν ξέρει ότι θα ζηλεύει πριν καν έρθει το νέο μέλος. Το παιδί βλέπει συμπεριφορές των γονέων και έχει αντίκρισμα, αλλά βλέπει τους γονείς να μην έχουν δουλέψει τα άγχη και τις προσδοκίες για τον νέο ερχομό. Ήταν μια βεβιασμένη επιλογή, ήταν μια τυχαία επιλογή, το να γίνουν γονείς για δεύτερη φορά, δεν έχουν μετριάσει τα δικά τους συναισθήματα. Και αυτό επηρεάζεται από τη σχέση. Άρα το νούμερο ένα είναι τα δικά μου συναισθήματα που προβάλω στο παιδί . Το δεύτερο είναι η υπερανάλυση και η προσδοκία του γονέα να μην ζηλεύει το παιδί. Λένε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες και δεν δίνει στο παιδί το χώρο να αντιδράσει, και να πει τι απορίες έχει. Μπορεί να του πούνε θα κάνεις αυτό ή εκείνο και τελικά το παιδί θα αναρωτηθεί “τελικά το παγωτό θα το φάω μόνος μου ή με τον αδελφό μου”;. Φαίνεται αστείο αλλά έχει ουσία. Άρα έχουμε έλλειμα στην ακοή. Αν υπάρχει καλή ακοή και ενημέρωση στην οικογένεια το παιδί που παρ ελπίδα είναι υιοθετημένο και αποτελεί το νέο μέλος, δεν θα έχει κανένα πρόβλημα. Το έχω δει σε παιδιά ίδιου χρώματος, διαφορετικού χρώματος, φύλου, και ηλικιών. Όσο υπάρχει αποδοχή και καλή θέληση, δεν υφίστανται τέτοια πράγματα.
Τα πνιγμένα συναισθήματα δημιουργούν τραύματα;
Ναι δημιουργούν τραύματα τα οποία και κουβαλάμε. Άρα εκείνο το παιδί που δεν ήθελε να μοιραστεί την μπουκιά του, έκρυψε ένα συναίσθημα έκφρασης και θυμού, το οποίο με τα χρόνια, καμουφλαρίστηκε από άλλα πράγματα. Με αποτέλεσμα όταν γίνει μια αψιμαχία τώρα που είμαι ενήλικας και δεν έχω γονείς δίπλα μου, να μπαίνω δυναμικά. Και από το μου πήρες το ποτήρι μου, μπορεί ν αρχίσω να σε βρίζω λες και είσαι το τελευταίο σκουπίδι της γης. Και να λες, ρε συ είμαι ο αδελφός σου. Αυτό είναι το μη λεχθέν των συναισθημάτων. Η καταπίεση της μικρής ηλικίας βγαίνει πολύ μετά.
Σαν παιδοψυχολόγος με δεκάδες περιστατικά εμπειρίας πού νομίζετε ότι οφείλεται η εξωτερικευμένη βία των παιδιών και κυρίως των εφήβων;
Αρχικά είναι ένα φαινόμενο που δεν το αφορά ένας μόνο παράγοντας ούτε στοιχειοθετείται έτσι. Δεν λέμε φταίει η οικογένεια επειδή κάνει αυτό ή εκείνο. Όχι σε καμία περίπτωση. Ειδικά η κοινωνική βία είναι πολυεπίπεδο φαινόμενο. Από τη μία έχουμε γονείς που δεν ακούνε τα παιδιά, ή δεν ακούν τα προβλήματα που έχουν οι γονείς, καταπιέζουν τα συναισθήματα και βγαίνει ο θυμός προς τα έξω. Εκεί που θα νοιώσουν τα παιδιά ότι υπάρχει μια αδυναμία, θα μπουν πιο δυνατά για κοινωνική κυριαρχία. Η βία στα παιδιά είναι περισσότερο κομμάτι κοινωνικής κυριαρχίας, το οποίο ισχύει και εξελικτικά. Από την άλλη υπάρχουν γονείς που έχουν κανονικοποιήσει τη βία μέσα σε μια οικογένεια, ο πατέρας μπορεί να μην έχει χτυπήσει τη μητέρα, ούτε η μητέρα τον πατέρα, αλλά να έχουν βριστεί άσχημα και να το έχουμε αποδεχτεί. Έχουνε προκαλέσει ένα είδος βίας. Αυτό μπορεί να είναι φυσικό σωματικό λεκτικό διαδικτυακό, συναισθηματικό. Θα έρθεις μαζί μου αλλιώς δεν μ αγαπάς. Είναι εκβιασμός αυτό. Η αγάπη μου δηλαδή κρίνεται αν θα έρθω ή όχι μαζί σου. Άρα το κανονικοποιούμε μέσα στην οικογένεια. Η μάνα σου δηλαδή θεωρεί φυσική νόρμα να εκβιάζει κάποιον, κάτι που θα βγάλεις προς τα έξω γιατί για σένα είναι κανονικότητα. Εκεί είναι που συγκρούονται οι δύο κόσμοι.
Και πού οφείλεται ότι βία στη βία φτάνουμε στην συνεχώς αυξανόμενη παραβατικότητα;
Το πρόβλημα σε αυτό, είναι ότι ένα παιδί δεν έχει βρει το καταφύγιό του, για να τον ακούσει κάποιος. Για να κάνω μια πράξη, έχω ένα κίνητρο. Πολλές φορές το κίνητρο μπορεί να είναι επιφανειακό. Θέλω αυτά τα χρήματα, οπότε θα τα κλέψω. Θέλω το άλλο πράγμα θα το κλέψω. Άρα έχω ένα επιφανειακό κίνητρο για κάτι που θέλω. Αυτό σημαίνει είτε είμαι φτωχός και δεν μπορώ να το έχω, είτε μου έχει απαγορευτεί και δεν έχει οριοθετηθεί σωστά. Από την άλλη, η ψυχολογική προέκταση της εξωτερικευμένης βίας, δίνεται και από το περιβάλλον που μου λέει “εγώ είμαι ξεχωριστός κάνοντας αυτό ή το άλλο”. Αν εγώ χτυπήσω κάποιον, του επιβάλλομαι, άρα θεωρούμαι καλύτερος. Είναι ένα πλεονέκτημα για τον Θύτη. Εμείς οι παιδοψυχολόγοι λέμε ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το bullying στη ρίζα του. Να υπάρξει συνέπεια σε αυτό. Αυτός που χτυπάει να μην επικροτείται. Αυτός που κλέβει δεν θα πρέπει να θεωρείται ο κουλ ο μάγκας.
Και τώρα περνάμε έξω από το σπίτι στην κοινωνία, η οποία έχει βίντεο κλιπ, μουσικά κομμάτια, βία η οποία περνάει απαρατήρητη, θεσμικά πλαίσια που δεν ελέγχουν πράγματα. Άρα είμαστε σε ένα ευρύ κοινωνικό φάσμα, όπου η επιθετικότητα επιτρέπεται και επικροτείται συχνά. Κα ξέρετε γιατί τροφοδοτείται; γιατί έχει κοινωνική επανατροφοδότηση.
Πιστεύετε ότι έχει αλλάξει πλέον το προφίλ της ελληνικής οικογένειας;
Προσπαθεί να αλλάξει, αλλά δεν έχει αλλάξει. Προσπαθεί να έχει περισσότερη ισότητα, διακριτούς τους ρόλους των γονέων, προσπαθεί να αλλάξει στο να δεχθεί το παιδί ως άνθρωπο με ίσα δικαιώματα, αλλά που δεν έχει τις δεξιότητες να εκφράσει συναισθήματα και συμπεριφορές. Αλλάζει όμως και στο προφίλ που θέτει τα όρια και στην ευρύτερη οικογένεια. Δεν υπάρχει το καρκίνωμα η παθογένεια που είχε η ελληνική οικογένεια, όπου όλοι είχαν άποψη και ήθελαν να την επιβάλλουν. Η ελληνική οικογένεια πια γίνεται πιο πυρηνική.’Ολα είναι στην προσπάθεια δεν έχει επιτευχθεί σε καλό ποσοστό, κατά την άποψή μου.
Γιατί δεν υπάρχει σήμερα σεβασμός προς του μεγαλύτερους ή ακόμα και στους δασκάλους;
Ξέρετε, ο σεβασμός στα παλαιότερα χρόνια μπορούσε να επιτευχθεί μέσω του φόβου. Ήταν ένας φόβος πλασματικός. Πρόσφατα έγινε μια συζήτηση για το πως έλεγε ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας, πως κάποιος πειθαρχεί μέσω του φόβου, και ο Αριστοτέλης ανέφερε ότι αυτός είναι “ψεύτικος σεβασμός”. Δεν έρχεται από εσωτερικό κίνητρο. Φοβάσαι τον πατέρα και πειθαρχείς, δεν τον σέβεσαι. Είναι και τα εσωτερικευμένα τραύματα από προηγούμενες γενιές. Θα έρθετε να μου πείτε εμείς σεβόμασταν έστω και αν φοβόμασταν. Τώρα τι γίνεται; Τώρα δεν έχουν τις δεξιότητες οι γονείς να μπουν στο κέντρο. Να φύγουν από την αυταρχικότητα του πατέρα που κουνούσε τη ράβδο και το δάχτυλο, και να φύγουν παράλληλα και από το νέο ρεύμα της παθητικότητας. Έχουμε πάει δηλαδή από το ένα άκρο στο άλλο. Από τη μια ο πατέρας είχε το βούρδουλα, τώρα όμως έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά και τα παιδιά κάνουν ότι θέλουν. Οπότε ο γονέας πρέπει να μπει στη μέση. Να μας σεβαστεί ένα παιδί και να το σεβαστούμε και εμείς, αλλά με όμορφο τρόπο. Αν παραβεί όμως τα όρια τότε να υπάρξουν κυρώσεις. Τώρα έχουμε μπερδέψει τους ρόλους. Ο γονέας να παραμένει γονέας αλλά να είναι λίγο πιο ήρεμος όταν πειθαρχεί το παιδί. Να μην φωνάζει. Να βάζει ήρεμα τα όρια. Όσο υπάρχει αντίδραση από το παιδί θέλω υπομονή από τον γονέα. Βάζε όρια και μείνε σταθερός εκεί με όμορφο και ψύχραιμο τρόπο.