Όταν ο παιδίατρος ζητήσει να κάνει το παιδί εξετάσεις αίματος αξίζει να συζητήσουμε μαζί του για έλεγχο της λιποπρωτεΐνης α.
Στον τακτικό αιματολογικό έλεγχο που πρέπει να κάνουν τα παιδιά σύμφωνα με την ηλικία, το προσωπικό και οικογενειακό τους ιστορικό, συγκαταλέγεται μια ακόμη εξέταση, την οποία συχνά δεν γνωρίζουμε και που μπορεί να μην μας έχει προτείνει ο παιδίατρος. Μιλάμε για τον έλεγχο λιποπρωτεΐνης α, ενός λιπιδίου που σχετίζεται άμεσα με τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα.
Τι είναι η λιποπρωτεΐνη α
Σε ανάρτησή του στο Facebook ο γιατρός Γιώργος Παππάς αναλύει πολύ απλά και κατανοητά όσα πρέπει να γνωρίζουμε για το λιπίδιο αυτό. Όπως επισημαίνει πρόκειται για ένα μόριο λιπιδίων που βρίσκουμε στο πλάσμα του αίματος. Η τιμή του εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από γενετικούς παράγοντες: τα γονίδιά μας είναι που λένε πόσες πρωτεΐνες από ένα είδος από τις λεγόμενες kringles θα το περιβάλλουν αυτό το μόριο, και όσες περισσότερες (στην απολιποπρωτεΐνη (α) που φτιάχνουν μαζί του), τόσο λιγότερη LP (a) στην κυκλοφορία, τόσο το καλύτερο.
Ποιος είναι ο ρόλος της στον οργανισμό
Όπως εξηγεί ο Γιώργος Παππάς, δεν είναι ακόμη σαφής ο μηχανισμός που κάνει ζημιά. Οι Nordestgaard και Langsted, κορυφαίοι ειδικοί στο θέμα, λένε σε πρόσφατη ανασκόπηση στο Lancet ότι και εξελικτικά προήλθε από το πλασμινογόνο, έπαιζε ρόλο στην δημιουργία θρόμβων (άρα λιγότερες αιμορραγίες σε βάρβαρες προϊστορικές εποχές) – αλλά από ένα σημείο και μετά, σε αγγεία που φλεγμαίνουν από τους παραδοσιακούς παράγοντες κινδύνου, η δημιουργία θρόμβων ανήκει στον μηχανισμό της αθηροσκλήρωσης.
Όπως και να έχει, πλέον δεδομένα συσχετίζεται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο ο οποίος είναι γραμμικός, όσο περισσότερη, τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος. Αν έχεις για παράδειγμα πάνω από 90 mg/dl, σύμφωνα με τις μελέτες αναφοράς της Κοπεγχάγης, έχεις τριπλάσιο κίνδυνο για έμφραγμα και στένωση αορτικής βλαβίδας, διπλάσιο κίνδυνο για περιφερική αγγειακή νόσο, και αυξημένο, λιγότερο, κίνδυνο για καρδιακή ανεπάρκεια, καρδιαγγειακό θάνατο, και οριακά για κάθε είδους θάνατο. Αλλά δεν έχουν πολλοί πάνω από 90. Ο κίνδυνος, σύμφωνα με την αρχική εισήγηση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης, ξεκινά πάνω από τα 50 mg/dl, ενώ στα 30-50 είναι οριακά αυξημένος σε σχέση με μικρότερες τιμές.
Κάθε πότε πρέπει να γίνεται έλεγχος της λιποπρωτεΐνης α σε ενήλικες και παιδιά
Δεν χρειάζεται να την μετράμε συχνά, καθώς η τιμή της είναι γενετικά καθορισμένη. «ΔΕΝ εξαρτάται από τον τρόπο ζωής ουσιαστικά. ΜΙΑ μέτρηση φτάνει. Άντε να την ξαναμετρήσεις μετά την εμμηνόπαυση, στην πενταετία, επειδή μπορεί να μεταβληθεί. Να την ξαναμετρήσεις και 1-3 μήνες μετά από έμφραγμα, αν την μέτρησες για πρώτη φορά την ώρα που έπαθες το έμφραγμα. Άντε να λάβεις υπόψη σου ότι μεταβάλλεται κατά 25% σε περιπτώσεις θυρεοειδοπάθειας, ότι ελαττώνεται άλλο τόσο άμα παίρνεις ορμονική θεραπεία υποκατάστασης, και ότι αυξάνεται στην εγκυμοσύνη. Επίσης, το κανονικό λέει είναι να την μετράμε σε nmol/lt γιατί όταν το μετατρέπεις σε mg/dl διακυμαίνεται η αναλογία (άλλο 35 kringles κι άλλο 6, γνωστό αυτό και στην ζυγαριά του φούρνου και στην ζυγαριά μετά)» εξηγεί ο κ. Παππάς.
Οπότε, γιατί την μετράμε;
Επειδή, σε πολύ υψηλές τιμές, μας λέει ότι υπάρχει περίπτωση να έχουμε οικογενή υπερλιπιδαιμία. Επειδή μπορεί να είναι το κλειδί αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό με πρώιμα καρδιαγγειακά προβλήματα. Επειδή, σε υψηλές τιμές, πρέπει να αναπροσαρμόσουμε και τους στόχους της ελάττωσης της LDL, της “κακής” χοληστερίνης.
Και φυσικά επειδή ένας επιπρόσθετος παράγοντας κινδύνου, όσο μικρότερης επίδρασης κι αν μπορεί να είναι, σημαίνει ότι πρέπει να εστιάσουμε με μεγαλύτερο ζήλο στους άλλους, τους “παραδοσιακούς” παράγοντες κινδύνου. Να αλλάξουμε τα της άσκησης και της διατροφής μας, να μην καπνίζουμε, να ελέγξουμε υπέρταση και σακχαρώδη διαβήτη, κ.ο.κ.
Είναι όντως μια χρήσιμη εξέταση για τα παιδιά;
Αν διαβάζοντας τα παραπάνω δεν έχει απαντηθεί αυτό το ερώτημα, να συμπληρώσουμε ότι ερευνητικά υποστηρίζεται πως η μέτρηση της λιποπρωτεΐνης α θα πρέπει να γίνεται και στα παιδιά. Μελέτη στην ιατρική επιθεώρηση Pediatric Research επισημαίνει ότι η μέτρησή της πρέπει να γίνεται για τον προσδιορισμό του κινδύνου για αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο. Παράλληλα μία υψηλή μέτρηση μπορεί να λειτουργήσει ως «αντίστροφος» έλεγχος ιατρικού ιστορικού, βρίσκοντας δηλαδή υψηλή τιμή σε ένα παιδί ελέγχεται η οικογένεια για να βρεθεί από ποιον την κληρονόμησε. Έτσι «ανακαλύπτουμε» ενήλικες που είναι σε αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα χωρίς να έχουν επίγνωση αυτού.