Η Μαντώ Μαυρογένους ήταν ηρωίδα της ελληνικής επανάστασης του 1821. Κόρη του εγκατεστημένου στην Τεργέστη Έλληνα μεγαλέμπορου Νικόλαου Μαυρογένους, μέλους της Φιλικής Εταιρίας, στην οποία μυήθηκε και η Μαντώ το 1820, γεννήθηκε το 1796.
Μεγαλώνει στο άνετο αστικό περιβάλλον του πατρικού σπιτιού, που την εξοπλίζει με ξεχωριστή μόρφωση και την επηρεάζει με τις ιδέες του διαφωτισμού. Η μόρφωσή της, ο εκρηκτικός χαρακτήρας της και η φλόγα για την ελευθερία της Ελλάδας την ανέδειξαν σε μια ξεχωριστή μορφή της επανάστασης.
Λίγο πριν την επανάσταση εγκαταστάθηκε στην Πάρο με τον πατέρα της. Με την έναρξη της επανάστασης έρχεται στη Μύκονο και ξεσηκώνει τους Μυκονιάτες.
Με τα καράβια που εξοπλίζει, συμμετέχει στο ναυτικό αγώνα και τις συγκρούσεις με τον τουρκικό στόλο, αλλά ξεκαθαρίζει και την ευρύτερη περιοχή από τους πειρατές. Συντηρεί με δικά της έξοδα εκτός από τα πλοία με τα πληρώματα και σώμα πεζικού. Παίρνει μέρος στις μάχες του Πηλίου, της Φθιώτιδας και της Λειβαδιάς.
Γνωρίζοντας τη γαλλική γλώσσα -ήταν η συντάκτρια της συγκινητικής έκκλησης προς τις γυναίκες της Γαλλίας-, ζητά τη συμπαράστασή τους στον αγώνα και τα δεινά των Ελλήνων.
Τιμήθηκε με το βαθμό του αντιστράτηγου από τον Καποδίστρια και της παραχωρήθηκε σπίτι στο Ναύπλιο. Στην απελευθερωμένη Ελλάδα, οι πολιτικές ίντριγκες του Κωλλέτη έχουν στόχο και τη Μαντώ. Aποσύρεται απογοητευμένη στην Πάρο το 1840, όπου πέθανε το 1848, φτωχή και λησμονημένη, έχοντας διαθέσει όλη της την περιουσία στον αγώνα της Ελλάδας για απελευθέρωση.
Μπουμπουλίνα + Μαυρογένους= Οι ηρωίδες της Επανάστασης
Ως γυναίκα η Μαντώ ήταν το αντίθετο της Μπουμπουλίνας, νεαρή, λεπτή και λυγερόκορμη, με εύθραυστη ομορφιά. Γυναίκα μεσόκοπη, όταν άρχισε ο αγώνας, τραχιά, με χοντρά χαρακτηριστικά κι αρρενωπά φερσίματα η Μπουμπουλίνα.
Κοινό σημείο τους η φλογερή πίστη τους στο ιδανικό της ελευθερίας, που τις μεταμόρφωσε σε ατρόμητες μαχήτριες για την ανεξαρτησία της Ελλάδας.
Χρυσοποίκιλτον και Αδαμαντοκόλλητον Σπαθί
Η Μαντώ Μαυρογένους είχε στην κατοχή της από οικογενειακή κληρονομιά ένα πολύτιμο σπαθί. Λένε πως το σπαθί αυτό ήταν απ’ τα χρόνια του Κωνσταντίνου του Μεγάλου. Άλλοι λένε πάλι πως η Μεγάλη Αικατερίνη το είχε χαρίσει στον πατέρα της Μαντώς. Ήταν “Χρυσοποίκιλτον και Αδαμαντοκόλλητον”.
Είχε χαραγμένη την επιγραφή
“Δίκασον Κύριε τους αδικούντας με,
τους πολεμούντας με,
βασίλευε των Βασιλευόντων”.
Όταν κατέβηκε στην Ελλάδα ο Καποδίστριας, η Μαντώ του χάρισε το
“πατροπαράδοτον μου και πολυτιμότατον δια την αρχαιοτητά του σπαθίον”,
όπως γράφει και η ίδια.
Ο Κυβερνήτης την ευχαρίστησε για το ιστορικό αυτό δώρο,
“σπάθην οπλίσασαν την χεριά γενναίου τίνος προμάχου του Σταυρού”.
Στον τιμητικό αποχαιρετιστήριο χορό, που δώσανε στο σπίτι του Αλεξάνδρου Κοντοσταύλου στην Αίγινα, για χάρη του στρατάρχη Μαιζών που θα έφευγε από την Ελλάδα, ο Καποδίστριας πρόσφερε το ιστορικό αυτό σπαθί στον Μαιζών,
“ως τεκμήριον της προς αυτό ευγνωμοσύνης του ΄Εθνους”.