«Οι κόρες μου ζήτησαν μπλούζες με τις κοιλιές έξω. Τους είπα όχι. Αλλά το μετάνιωσα.»

Αποτρόπαια και θλιβερά γεγονότα, όπως η άγρια δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη, αναπόφευκτα επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο, όσοι μεγαλώνουμε κορίτσια, σκοπεύουμε να τα προετοιμάσουμε για την ενήλικη ζωή, μακριά από εμάς.

Λέμε και ξαναλέμε διαρκώς, ότι τα κορίτσια πρέπει να μεγαλώνουν ακριβώς όπως τα αγόρια, αντιλαμβανόμενα ότι έχουν ακριβώς τις ίδιες δυνατότητες και ευκαιρίες, και βέβαια τις ίδιες υποχρεώσεις απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, όμως η πραγματική ζωή αποδεικνύει πως τα κορίτσια παραμένουν «αδύναμα» μπροστά στον κίνδυνο σωματικής επίθεσης. Το χειρότερο, όμως, είναι, ότι παραμένουν και θύματα κοινωνικών στερεοτύπων που περιλαμβάνουν απαράδεκτα ερωτήματα όπως: «Μήπως το… προκάλεσε;».

Όταν, λοιπόν, έρχεται η 7χρονη, 10χρονη ή και 13χρονη κόρη σου και σου ζητά να φορέσει ένα μπλουζάκι με την κοιλιά έξω, δεν είναι δύσκολο να σκεφτείς ή και να ξεστομίσεις το «Όχι, δεν είναι σωστό», χωρίς να είσαι και εσύ σίγουρη τι εννοείς και χωρίς, βέβαια, να τολμάς να εξηγήσεις τι κρύβεις στο πίσω μέρος του μυαλού σου. Μια μαμά δύο μικρών κοριτσιών, η Raquel McCloud, έκανε ακριβώς αυτό. Και μετά το μετάνιωσε:

«Τι γίνεται με τις κοιλιές έξω, τους ώμους έξω, τα μπούτια έξω και τη γύμνια γενικώς;

Δεν ξέρω ακόμα, αλλά σκοπεύω να μάθω. Μέχρι τώρα, είχα πάντα μια σύγχυση και το απέφευγα. Στην τελευταία τάξη του Λυκείου, με έστειλαν στο σπίτι, επειδή φορούσα ένα αμάνικο μπλουζάκι, ενώ άλλα κορίτσια (πιο θηλυκά) παρέμεναν στην τάξη φορώντας σούπερ κολλητά μπλουζάκια. Ήταν, λοιπόν, οι ώμοι μου προκλητικοί; Ή μήπως δεν ήταν επαρκώς προκλητικοί..;

Δεν είναι μυστικό, ότι ζούμε σε μία κουλτούρα στην οποία δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη σεξουαλικότητα. Δεν είναι μυστικό, ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δυσκολεύονται να κοιτάξουν ένα γυμνό σώμα και να μην το σκεφτούν ως κάτι προκλητικό. Ίσως η καλλιτεχνική κοινότητα να είναι η μόνη που μπορεί ακόμα να κοιτάζει το γυμνό δέρμα και να το βλέπει ως ένα θεϊκό δημιούργημα: Κάθε μυς, κάθε δίπλα και ζάρα και κοκκινίλα είναι μια πινελιά κάποιου άριστου καλλιτέχνη. Όμως έξω από τα όρια του καβαλέτου, ακόμα και εγώ δυσκολεύομαι… Δεν είναι δύσκολο. Είμαστε ζώα από τη φύση μας και ο Δημιουργός μας σχεδίασε έτσι, ώστε να είμαστε σεξουαλικά όντα. Δεν πιστεύω, ότι αυτό από μόνο του είναι κάτι κακό. Είναι, όμως, η διαστροφή του.

Χρησιμοποιώντας το ανθρώπινο σώμα ως καλλιτεχνική μούσα, για παράδειγμα, νιώθω ότι υπάρχει μια σαφής διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην πορνογραφία και την τέχνη. Δεν μπορείς ακριβώς να την ορίσεις, όμως καταλαβαίνεις, ότι το εξώφυλλο ενός Playboy και το άγαλμα του Δαβίδ δεν σου προκαλούν ακριβώς τα ίδια συναισθήματα. Αν δεν έχει να κάνει με το περιεχόμενο, λοιπόν, μήπως έχει να κάνει με την παρουσίαση; Πώς μπορούμε να κρίνουμε κάτι τόσο υποκειμενικά;

Και γιατί τα γράφω όλα αυτά; Οι κόρες μου (7 και 10 ετών) ζήτησαν πρόσφατα να φορέσουν μπλουζάκια με τις κοιλιές έξω και η πρώτη -ανόητη- αντίδρασή μου ήταν: Όχι, δεν είναι σωστό.

“Γιατί; Μας αφήνεις να φοράμε μαγιό μπικίνι. Γιατί μπορούμε να δείχνουμε την κοιλιά μας στην παραλία, αλλά όχι στο πάρκο;”

(Αμήχανη σιωπή.) “Δεν ξέρω, χρειάζομαι χρόνο να το σκεφτώ.” Και να ‘μαι, να το σκέφτομαι δυνατά.

Ήταν μόλις πέρσι που ξεπέρασα το κόμπλεξ μου να δείξω την κοιλιά μου. Αγόρασα μπικίνι και έβγαλα τη γεμάτη ραγάδες κοιλιά μου στην παραλία. Ναι, αυτό θα πει να αγαπάς το σώμα σου. Αλλά προσέξτε: Όπως υπάρχει διαχωριστική γραμμή που ξεχωρίζει την τέχνη από την πορνογραφία, έτσι υπάρχει και αυτή που ξεχωρίζει το ‘σωστό’ από το ‘μη σωστό’. Μέσα στο κεφάλι μου υπάρχει μία σειρά από αντικρουόμενες σκέψεις και δεν έχω ιδέα πώς να τις ιεραρχήσω.

Ξέρω, ότι το να φοράω μπικίνι μου έδωσε μια αυτοπεποίθηση που είχαν χρόνια να νιώσω. Όμως ταυτόχρονα, νιώθω και ασφαλής. Δεν έχω το σώμα που θα έδειχνε κάποιο περιοδικό. Νιώθω, ότι το σώμα μου δεν θα προκαλέσει κάποια πονηρή σκέψη και αυτό μου φέρνει μια εσωτερική γαλήνη. Το να περπατώ στην παραλία με το στομάχι μου εκτεθειμένο, με κάνει να νιώθω σα να καλώ και άλλες μαμάδες που μπορεί να νιώθουν άβολα με το σώμα τους να κάνουν το ίδιο, να αγαπήσουν τις ραγάδες τους. Το νιώθω σαν μία πράξη αλληλεγγύης προς όλες τις γυναίκες που μισούν το σώμα που τους απέμεινε μετά τη μητρότητα.

Όταν, όμως, σκέφτομαι τα κοριτσάκια μου, δεν μου έρχεται το ίδιο κύμα γυναικείας υπερηφάνειας. Αντίθετα, ανησυχώ για το πώς θα τις δει ο κόσμος. Δεν είναι σωστό αυτό που σκέφτομαι, αλλά είναι γεγονός. Το να τους επιτρέπω να κυκλοφορούν ημί-γυμνες στο όνομα της θετικής αντίληψης που πρέπει να έχουν για το σώμα τους, δεν θα αλλάξει τον τρόπο που θα σκεφτεί ο κάθε διεστραμένος για τα παιδιά μου και αυτό με ενοχλεί. Κάποτε πίστευα, ότι θα έρθει η εποχή που οι κοπέλες θα μπορούν να φορούν ό,τι θέλουν, χωρίς αν ανησυχούν για κάτι. Όμως η άγνοιά μου αντικαταστάθηκε από μια αρρωστημένη αλήθεια. Οι εύθραυστες καρδιές τους και το ακόμα παιδικό σώμα τους δεν θα τις προστατεύσει από τον κάθε ανώμαλο ή δυνητικό βιαστή που μολύνει τον κόσμο που ζούμε και αυτό είναι κάτι που εμείς οι γονείς δεν μπορούμε να παραβλέψουμε.

Έπειτα από όλα τα παραπάνω, πού πρέπει, λοιπόν, να τραβήξουμε τη δική μας γραμμή;»

Πηγή: lovewhatmatters.com