Τα εμβόλια είναι ένα θέμα που συζητάται συχνά μεταξύ των γονέων, ωστόσο μόνο οι επιστήμονες μπορούν να δώσουν έγκυρες και υπεύθυνες απαντήσεις.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Νταλούκας, παιδίατρος και πρόεδρος των Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων
Τα εμβόλια είναι κρίσιμα για την πρόληψη και τον έλεγχο των επιδημιών από μολυσματικές ασθένειες. Υποστηρίζουν την παγκόσμια ασφάλεια της υγείας και αποτελούν μέρος της ανθρώπινης πάλης κατά των ασθενειών για περισσότερα από 200 χρόνια.
Η αξία του εμβολιασμού
Ο εμβολιασμός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της στρατηγικής για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και την πρόληψη. Ο εμβολιασμός δεν είναι απλώς μια ιατρική παρέμβαση· Είναι μια απόδειξη της συλλογικής μας δέσμευσης για τη διασφάλιση της υγείας, κυρίως μέσω του εμβολιασμού των παιδιών μας.
Σήμερα διαθέτουμε εμβόλια για την πρόληψη πάνω από 20 απειλητικών για τη ζωή ασθενειών, βοηθώντας τα άτομα όλων των ηλικιών να ζήσουν περισσότερο. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), τα εμβόλια έχουν σώσει πάνω από 150 εκατομμύρια ζωές τα τελευταία 50 χρόνια, μειώνοντας δραματικά τη θνησιμότητα από ασθένειες όπως η ιλαρά, η πολιομυελίτιδα και ο κοκκύτης. Συνολικά, η Παγκόσμια Υγειονομική Οργάνωση εκτιμά ότι οι εμβολιασμοί σώζουν περίπου 2-3 εκατομμύρια ζωές κάθε χρόνο, παρέχοντας μια από τις πιο αποτελεσματικές στρατηγικές για την πρόληψη της παιδικής θνησιμότητας.
Η αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης παγκοσμίως, μαζί με τη συνεχιζόμενη ενημέρωση και την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης, θα μπορούσε να σώσει ακόμη περισσότερες ζωές στο μέλλον.
Πώς δρουν τα εμβόλια σε παιδιά και ενήλικες
Τα εμβόλια λειτουργούν προετοιμάζοντας το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να αναγνωρίζει και να καταπολεμά παθογόνους μικροοργανισμούς χωρίς να προκαλούν τη νόσο. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της χορήγησης αδρανοποιημένων ή εξασθενημένων μικροβίων ή τμημάτων τους, που διεγείρουν την παραγωγή αντισωμάτων. Ως αποτέλεσμα, τα εμβόλια προστατεύουν από σοβαρές ασθένειες, μειώνουν τις επιπλοκές και περιορίζουν τη μετάδοση λοιμωδών νοσημάτων. Ο εμβολιασμός έχει συμβάλει στη μείωση της βρεφικής θνησιμότητας κατά 40% παγκοσμίως, ενώ το εμβόλιο της ιλαράς έχει σώσει το 60% των παιδιών που προστατεύονται από εμβόλια.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον εμβολιασμό των εγκύων, καθώς εμβόλια όπως αυτά της γρίπης, του κοκκύτη και πολύ πρόσφατα του RSV, προστατεύουν τόσο τη μητέρα όσο και το νεογνό, μεταφέροντας αντισώματα στο έμβρυο.
Το πρόγραμμα εμβολιασμού στη χώρα μας και οι αλλαγές
Στην Ελλάδα, το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών περιλαμβάνει υποχρεωτικά εμβόλια για παιδιά και εφήβους. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα εμβόλια, εξίσου σημαντικά για την πρόληψη σοβαρών λοιμώξεων, που δεν περιλαμβάνονται στο ΕΠΕ για όλες τις ηλικίες και το κόστος τους επιβαρύνει τις οικογένειες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το εμβόλιο κατά του μηνιγγιτιδόκοκκου τύπου Β. Αν και το εμβόλιο αυτό έχει δοθεί δωρεάν από την Πολιτεία τον τελευταίο χρόνο για τα βρέφη από 2-18 μηνών, για τα μεγαλύτερα παιδιά το κόστος του βαρύνει τους γονείς.
Η απόφαση για την ένταξη ενός εμβολίου στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών βασίζεται σε διάφορους παράγοντες, όπως η επιδημιολογική κατάσταση, το κόστος προς την αποτελεσματικότητα και οι δημοσιονομικοί περιορισμοί. Το εμβόλιο για τον μηνιγγιτιδόκοκκο Β, για παράδειγμα, έχει κόστος που παραμένει υψηλό, γεγονός που καθιστά την καθολική κάλυψή του δύσκολη για το κράτος. Επιπλέον, η συχνότητα των κρουσμάτων στην Ελλάδα θεωρείται χαμηλή, αν και η σοβαρότητα της νόσου παραμένει υψηλή. Αυτό οδηγεί σε μια κατάσταση όπου η απόφαση για εμβολιασμό επαφίεται στους γονείς, σε συνεργασία με τον παιδίατρο. Στην Ελλάδα, αν και τα κρούσματα δεν είναι συχνά, η νόσος παραμένει απειλή, ιδιαίτερα για βρέφη, μικρά παιδιά και εφήβους, που αποτελούν τις πιο ευάλωτες ομάδες. Μεταδίδεται μέσω σταγονιδίων από το αναπνευστικό σύστημα, κάτι που το καθιστά ιδιαίτερα επικίνδυνο σε κλειστούς χώρους, όπως σχολεία ή φοιτητικές εστίες.
Τι έχει αλλάξει στο νέο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών για τα παιδιά
- Μέχρι πρόσφατα στην χώρα μας κυκλοφορούσαν κυρίως δύο εμβόλια κατά του πνευμονιοκόκκου, το 13δύναμο Prevenar13 και το 15δύναμο Vaxnuvance 15. Πλέον προστέθηκε στο πρόγραμμα και το 20δύναμο εμβόλιο Prevenar 20.
- Σύμφωνα με τις επίσημες οδηγίες της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών 2025, όλα τα βρέφη πρέπει να λάβουν μία και μοναδική δόση του εμβολίου κατά του μηνιγγιτιδοκόκκου τύπου C (MCC) στην ηλικία των 10 μηνών και όχι στους 12 μήνες, όπως αναφερόταν στο προηγούμενο πρόγραμμα.
- Το εμβόλιο κατά του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων γίνεται πλέον σε δύο δόσεις από την ηλικία των 9 μέχρι την ηλικία των 18 ετών, ενώ σύμφωνα με το προηγούμενο πρόγραμμα 15-18 ετών χρειαζόταν τρεις δόσεις.
Είναι εξάλλου είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ήδη από το προηγούμενο πρόγραμμα έχει δοθεί η δυνατότητα της δωρεάν χορήγησης του εμβολίου κατά του μηνιγγιτιδοκόκκου οροομάδας Β για όλα τα βρέφη 2-18 μηνών καθώς και ο υποχρεωτικός εμβολιασμός κατά της γρίπης για όλα τα παιδιά ηλικίας 6 μηνών έως 5 ετών.