Πώς αντιμετωπίζεις τον μαινόμενο «ταύρο» του σχολείου;

Η Έρη Πιπεράκη, Υπεύθυνη του Ψυχοπαιδαγωγικού Τμήματος στα Εκπαιδευτήρια Δούκα, αναλύει τέσσερα περιστατικά εκφοβισμού μέσα από τις μαρτυρίες θυμάτων σχολικού bullying.

Τι συμβαίνει όταν ένα παιδί φοβάται το κουδούνι του σχολείου;

Τα παιδιά της προεφηβικής και εφηβικής ηλικίας, λένε οι παιδοψυχολόγοι, είναι λίγο σαν τα σκυλιά: αν σε βρουν «μπόσικο», οσμίζονται τον φόβο σου και σε βάζουν στο μάτι από νωρίς. Σε θεωρούν ως τον «πιο αδύναμο κρίκο» της μαθητικής και σχολικής αλυσίδας και πλέον είσαι γι’ αυτά το εύκολο θύμα.

Εκτός από σκυλιά όμως, τα παιδιά, μέσα σε ένα σχολικό περιβάλλον, μοιάζουν και με ένα ακόμη γνωστό ζώο: τον ταύρο και ειδικά αυτόν που στην θέση του σχολικού προαυλίου βλέπει ένα υαλοπωλείο που επιθυμεί να κατεδαφίσει. Και κάπως έτσι, από την αγγλική λέξη «bull» που σημαίνει «ταύρος», προκύπτει και συμβαίνει το bullying, δηλαδή ο εντός των σχολικών τειχών εκφοβισμός.

«Χρησιμοποιώντας τον όρο “bullying” αναφερόμαστε στη σωματική και συναισθηματική κακοποίηση ενός ατόμου με σκοπό τον αποκλεισμό του από μια στενή κοινωνική ομάδα. Στην εκπαιδευτική πραγματικότητα η σωματική και συναισθηματική βία εξασκείται από παιδί σε παιδί στο πλαίσιο του σχολείου ή σε χώρους που τα παιδιά λειτουργούν σαν ένα σύνολο, όπως αθλητικοί σύλλογοι ή κατασκηνώσεις», μας λέει η Έρη Πιπεράκη, η οποία εργάζεται καθημερινά στα Εκπαιδευτήρια Δούκα προς την κατεύθυνση της εξάλειψης όλων αυτών των φαινομένων μέσα στο σχολικό περιβάλλον.

4 αληθινές ιστορίες παιδιών που έπεσαν θύματα bullying

Ο Γιώργος Μ. πήγε στο νέο του σχολείο, ένα δημόσιο στο κέντρο της Κυψέλης, στην πέμπτη δημοτικού. Οι γονείς του πήραν διαζύγιο και αυτός άλλαξε συνοικία, αλλάζοντας ταυτόχρονα γειτονιά αλλά και σχολικό περιβάλλον. Έχασε τους φίλους του, τις σταθερές του, την μισή γη κάτω από τα πόδια του. Στο νέο του σχολείο δεν τον υποδέχτηκαν όπως περίμενε. Ήταν το «καινούργιο παιδί», ο «νέος μαθητής που ήρθε στη μέση του δημοτικού», ο «άγνωστος μεταξύ φίλων». Και ο Γιώργος από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του σε αυτό το προαύλιο, ένιωσε ξένος. Ευάλωτος και αδύναμος.

«Χαρακτηριστικό του σχολικού εκφοβισμού είναι η ανισότητα δύναμης όπου οι μαθητές που δέχονται τις επιθέσεις είναι συνήθως αδύναμοι να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους, αισθάνονται αβοήθητοι και αυτό το εκπέμπουν στους επιτιθέμενους. Ο εκφοβισμός στο χώρο του σχολείου επηρεάζει αρνητικά τους πιο αδύναμους μαθητές οι οποίοι, εκδηλώνοντας την αδυναμία τους ν’ αντιδράσουν, γίνονται εύκολα στόχος», συνεχίζει η κυρία Πιπεράκη.

Ο Γιώργος απομονώθηκε από τους υπόλοιπους συμμαθητές του. Ακόμη και όταν έκανε ο ίδιος μια προσπάθεια να τους προσεγγίσει, έπεσε πάνω σε έναν τοίχο αδιαφορίας. Μια-δυο φορές χειροδίκησαν εναντίον του, κατόπιν έγινε ο περίγελος όλης της τάξης και ένιωσε στο πετσί του τον χλευασμό των συνομηλίκων του. Μέχρι και σήμερα, δυο σχεδόν χρόνια μετά, ο ίδιος παραδέχεται ότι δεν έχει καταφέρει να βρει ξανά τα «πατήματά» του εντός του σχολικού του περιβάλλοντος.

Από το καθεστώς του «παρία» στην ωμή βία

Όπως, αντίστοιχα, και η Λίνα Β., η οποία, παρόλο που ήταν παρούσα στο σχολείο της από την Α’ δημοτικού, δεν είχε καλύτερη τύχη από τον Γιώργο. Η Λίνα στις αρχές της έκτης δημοτικού κατάλαβε ότι μια παρέα κοριτσιών από το σχολείο της, στα νότια προάστια της Αθήνας, την έχει βάλει στο μάτι, άγνωστο γιατί. Οι λεκτικές αντεγκλήσεις έγιναν σιγά σιγά αθώα πειράγματα που χτυπούσαν στο «ψαχνό» την ψυχολογία της.

Τα αθώα πειράγματα μετατράπηκαν στη συνέχεια σε εξαιρετικά ένοχα σπρωξίματα και το θέατρο του εκφοβισμού μεταφέρθηκε από την σχολική αίθουσα στις τουαλέτες του σχολείου

Εκεί, η παρέα των 5-6 νταήδων κοριτσιών, με την άνεση που παρέχει η ομαδική προστασία, κόλλησαν την Λίνα στον τοίχο. Της τράβηξαν με δύναμη τα μαλλιά, της ξερίζωσαν ολόκληρες τούφες, την έβρισαν χυδαία και την έφτυσαν στο πρόσωπο. Μετά την άφησαν μέσα εκεί, πεσμένη στο πάτωμα, κλαμένη και καταρρακωμένη, να προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια του κατακερματισμένου ψυχισμού της από το βρώμικο έδαφος της τουαλέτας.

«Όταν αναφερόμαστε στο σχολικό εκφοβισμό ο θύτης ή η ομάδα των θυτών δημιουργούν – χωρίς να υπάρχει αιτία – επανειλημμένα περιστατικά άσκησης ψυχολογικής και σωματικής βίας για να υποτιμήσουν το θύμα τους και να ικανοποιήσουν την ανάγκη τους να κυριαρχήσουν. Στον εκφοβισμό, οι θύτες επιλέγουν έναν αντίπαλο που τον θεωρούν ανίσχυρο και αδύναμο και σίγουρα όχι ισότιμο», επισημαίνει η κυρία Πιπεράκη.

Η Λίνα ουδέποτε θεωρήθηκε «ισότιμη» από τις συμμαθήτριές της, αλλά το εύκολο και βολικό θύμα. Και την επόμενη ημέρα συνέβη το ίδιο, και την μεθεπόμενη ξανά το ίδιο. Και επί δυο εβδομάδες η Λίνα έφευγε από το σχολείο αφού πρώτα είχε συρθεί με βία στα πατώματα της σχολικής τουαλέτας. Και οι «συναντήσεις» τους αυτές τελείωναν πάντα με το τελεσίγραφο: «έτσι και πεις τίποτα στη μάνα σου ή στους δασκάλους μας, την έβαψες».

Ώσπου η Λίνα δεν άντεξε. Και ένα μεσημέρι δεν γύρισε σπίτι της. Πήγε μια βόλτα στον Φλοίσβο να περπατήσει

Οι γονείς της τρελάθηκαν από την αγωνία τους. Την έπαιρναν τηλέφωνο στο κινητό της και εκείνη δεν το σήκωνε. Και όταν τελικά επέστρεψε τα μεσάνυχτα στο σπίτι της, εξομολογήθηκε τα πάντα στους γονείς της.

Εκείνοι απευθύνθηκαν στην διεύθυνση του σχολείου ζητώντας βοήθεια. Ο διευθυντής παρενέβη αμέσως, βρήκε την παρέα που ήταν υπεύθυνη για τον γολγοθά της Λίνας και, παρόλο που οι κοπέλες αρνήθηκαν τα πάντα, ο διευθυντής ενημέρωσε άμεσα τους γονείς τους. Τα περιστατικά εκφοβισμού σταμάτησαν από την επόμενη κιόλας ημέρα, αλλά η ζημιά είχε γίνει.

Η Λίνα ήταν «κουρέλι» για όλη την χρονιά που ακολούθησε και που τελειώνει σε λίγες εβδομάδες

Δυστυχώς, το «ρεπερτόριο» του σχολικού εκφοβισμού, σύμφωνα με την κυρία Πιπεράκη, είναι πλέον πλουσιότατο και περιλαμβάνει, μεταξύ πολλών άλλων, προφορικά ή γραπτά αρνητικά σχόλια, προσβλητικά μηνύματα, χειρονομίες, διάδοση ανακριβειών εντός του σχολείου, απομόνωση και απομάκρυνση των θυμάτων από ομαδικές δραστηριότητες, εξαναγκασμό του θύματος με απειλές να κάνει πράγματα που δεν θέλει, ενέργειες που έχουν σκοπό την ταπείνωση του θύματος μέσω του Διαδικτύου, κλοπές ή και ζημιές στα προσωπικά αντικείμενα του θύματος και, τέλος, το πλέον απειλητικό για την ψυχοσωματική ακεραιότητα του κάθε μαθητή: ωμή σωματική βία.

Εθελουσία απομόνωση και αυτό-τιμωρία

Ο Μιχάλης Π. ήταν και συνεχίζει να είναι ένας μαθητής με εξαιρετικές επιδόσεις. Στο σχολείο του, ένα δημόσιο στο Περιστέρι, θεωρείται ήδη από την ηλικία των 13 ετών, «πρώτος» στα μαθηματικά και την χημεία.

Στην Α’ γυμνασίου, κατά την διάρκεια ενός διαγωνίσματος, όλη η τάξη «κρεμόταν» από το μυαλό του Μιχάλη προκειμένου να περάσουν με επιτυχία ένα δύσκολο διαγώνισμα. Στην πρώτη ερώτηση που του τέθηκε από έναν διπλανό του, ο Μιχάλης βοήθησε. Σε μια δεύτερη, από μια συμμαθήτρια του στο πίσω θρανίο, έκανε το ίδιο και της είπε την σωστή απάντηση σε αυτό που τον ρώτησε. Στην τρίτη ερώτηση όμως, ο Μιχάλης είπε χαμηλόφωνα «αφήστε με να γράψω με την ησυχία μου».

Από το επόμενο διάλειμμα ο Μιχάλης ήταν περσόνα νον γκράτα, ένας ανεπιθύμητος όχι μόνο για την τάξη του, αλλά για όλη την Α’ γυμνασίου –μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για ένα σχολικό περιβάλλον, όπου οι φήμες διαδίδονται, από στόμα σε στόμα, εν ριπή οφθαλμού. Ξαφνικά, ο Μιχάλης απομονώθηκε από όλους και από πρώτος έγινε τελευταίος. Έχασε κάθε διάθεση για μάθηση, για παιχνίδι, για όλα. Κλείστηκε στον εαυτό του και στο δωμάτιό του.

Τα σαββατοκύριακα, αντί να βγει και να παίξει με τους φίλους του μπάσκετ καθόταν στο δωμάτιό του, έτρωγε ελάχιστα, ποιος, αυτό το παιδί που είχε όρεξη για δυο και τρία άτομα. Ο πατέρας του τον έπιασε παράμερα: «τι συμβαίνει Μιχάλη;». «Τίποτα μπαμπά, μια χαρά είμαι», του απάντησε αυτός.

Στεναχωριόταν που παλιά μοιραζόταν τα πάντα με τον πατέρα του, το πρότυπό του το ίδιο. Τώρα όμως δεν είχε όρεξη ούτε καν τα αυτονόητα να του πει.

«Τα παιδιά-θύματα τις περισσότερες φορές αποσιωπούν αυτό που τους συμβαίνει από φόβο και ντροπή. Υπάρχουν όμως κάποιες αλλαγές στη συμπεριφορά του παιδιού που αποτελούν ενδείξεις ότι κάτι συμβαίνει στο σχολικό πλαίσιο», μας αναφέρει με νόημα η κυρία Πιπεράκη και συνεχίζει:

«Το παιδί μπορεί να επιστρέφει στο σπίτι με κατεστραμμένα προσωπικά αντικείμενα ή βρώμικα ρούχα. Μπορεί να υπάρχουν χτυπήματα που δεν μπορεί να δικαιολογήσει πως έχουν συμβεί. Μπορεί επίσης να έχει νυχτερινούς εφιάλτες ή εκρήξεις θυμού στο σπίτι, εκεί όπου είναι το ασφαλές πλαίσιο για να εκτονώσει το θυμό του γι’ αυτό που του συμβαίνει.

Γενικά, να γίνεται ευερέθιστο. Και όλα αυτά συνοδευόμενα συχνά από μια δραματική πτώση στις σχολικές του επιδόσεις και μια γενικότερη αδιαφορία για τις μαθητικές του υποχρεώσεις. Στο τέλος, το ίδιο το παιδί επιλέγει την κοινωνική απομόνωση ή ελάχιστους φίλους εκτός σχολείου και εκδηλώνει συναισθήματα άγχους, μοναξιάς, χαμηλής αυτοεκτίμησης και έντονης θλίψης».

Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, για τον Μιχάλη, ήταν όταν, μετά από ένα διάλειμμα, ανέβηκε στην τάξη και βρήκε την σχολική του τσάντα πεσμένη από το παράθυρο στην από κάτω αυλή της πολυκατοικίας που βρισκόταν κολλητά με το σχολείο. Πήγε στον πατέρα του και του είπε τα καθέκαστα. Και εκείνος – ένας άνθρωπος που είχε επίσης πέσει θύμα εκφοβισμού, όταν ήταν παιδί, στο σχολείο του, στην Καλαμάτα – πήρε τον Μιχάλη από το χέρι και κίνησε γη και ουρανό μέχρι ο γιος του να επανενταχθεί αρμονικά μέσα στο ίδιο εκείνο περιβάλλον το οποίο τον αποξένωσε.

«Αμέσως μόλις ο γονιός υποψιαστεί ότι το παιδί του πιθανόν να είναι θύμα σχολικής βίας πρέπει να επικοινωνήσει με το εκπαιδευτικό πλαίσιο του παιδιού και να εκθέσει τους προβληματισμούς του. Στόχος είναι οι γονείς και το σχολείο να συνεργαστούν ώστε να σταματήσει ο εκφοβισμός και το παιδί να νιώσει ότι βρίσκεται μέσα σε ένα ασφαλές πλαίσιο όπου τα θέματα αντιμετωπίζονται με αποδοχή και κατανόηση», σημειώνει η έμπειρη ψυχολόγος των Εκπαιδευτηρίων Δούκα.

στην επικίνδυνh λούμπα του ηλεκτρονικού εκφοβισμού

Για την Ιωάννα Ν. τα παραπανίσια κιλά της ήταν πάντα το πρόβλημά της μέσα στο σχολικό περιβάλλον. Το πρόβλημά της αυτό, ωστόσο, εντάθηκε όταν η μαθήτρια της Β’ γυμνασίου σε σχολείο της Αργυρούπολης, αποφάσισε να γίνει η πρώτη που θα έχει τον δικό της λογαριασμό σε γνωστό ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης. Η ίδια ποτέ δεν είχε πρόβλημα με το βάρος της –το πρόβλημα το είχαν πάντοτε οι άλλοι και ειδικά οι συμμαθήτριες της, οι οποίες συχνά πετούσαν υπονοούμενα του στιλ «ε, δεν έχεις και το καλύτερο σώμα για να αφήνεις την κοιλιά σου ακάλυπτη».

Έτσι, όταν η Ιωάννα αποφάσισε να συνεχίσει την σχολική της ζωή δίχως να λαμβάνει υπόψη της τα κακόβουλα και υποτιμητικά σχόλια αλλά και να διανθίσει το προσωπικό της προφίλ με μερικές φωτογραφίες της, τότε κατάλαβε ότι υπάρχουν εκεί έξω άνθρωποι που μπορούν να εκμεταλλευτούν αυτήν την «εξωστρέφεια» που της προσέφερε ο συγκεκριμένος ιστότοπος κοινωνικής δικτύωσης.

«Το Διαδίκτυο ευνοεί την εύκολη πρόσβαση των παιδιών και εφήβων σε χώρους κοινωνικής δικτύωσης με αποτέλεσμα να παρατηρείται αύξηση του φαινομένου του cyber bullying σε ιστότοπους όπου συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός εφήβων. Με τον όρο «ηλεκτρονικός εκφοβισμός» αναφερόμαστε λοιπόν στη θυματοποίηση μαθητών μέσα από το internet», τονίζει η κυρία Πιπεράκη.

Αυτό που περιγράφει η ψυχολόγος των Εκπαιδευτηρίων Δούκα συνέβη ακριβώς και στην Ιωάννα: σύντομα, είδε φωτογραφίες της, άλλες απλές και άλλες «πειραγμένες» από ειδικά προγράμματα επεξεργασίας φωτογραφιών, σε διάφορες γωνιές του Διαδικτύου, μέχρι και σε ιστότοπους γνωριμιών ενηλίκων –κάτι που η ίδια ουδέποτε επεδίωξε να κάνει.

Εκτός από το πείραγμα για τα κιλά της, η Ιωάννα είχε τώρα να αντιμετωπίσει και έναν δεύτερο «εχθρό»: τα υποτιμητικά σχόλια όλων των συμμαθητών της για τις φωτογραφίες της που διακινούνταν, χωρίς την θέλησή και συγκατάθεσή της, εντός του σχολικού περιβάλλοντος, διαμέσου κινητών τηλεφώνων και κοινωνικών δικτύων.

Έβαλε τα κλάματα μέσα στην τάξη –δεν κατάφερε καν να περπατήσει μέχρι το σπίτι της

Μετά από μια ώρα ήρθε και την πήρε η μητέρα της. Και η Ιωάννα αναγκάστηκε να της εκμυστηρευτεί τα πάντα. Το θέμα έφτασε στον Γυμνασιάρχη, ο οποίος και το ανέφερε στην Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Η Ιωάννα ζήτησε από τους γονείς της να φύγει από το σχολείο αυτό –όπως και έγινε, την αμέσως επόμενη χρονιά. Έκτοτε, βλέπει κάθε εβδομάδα έναν παιδοψυχολόγο. Αμέσως, η διάθεση της βελτιώθηκε δραματικά και οι βαθμοί και οι σχολικές της επιδόσεις ήρθαν ξανά στα φυσιολογικά τους επίπεδα σε σχέση με πριν το περιστατικό.

«O σχολικός εκφοβισμός σαφέστατα επηρεάζει τη συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Τα συναισθήματα που βιώνουν τα θύματα του σχολικού εκφοβισμού είναι πολλά. Θεωρούν ότι φταίνε γι’ αυτό που συμβαίνει εκδηλώνοντας ενοχικά συναισθήματα: για παράδειγμα μπορεί να πουν “με λένε «μυτόγκα», έχω μεγάλη μύτη, άρα εγώ φταίω”.

Σαφέστατα υπάρχει και έντονος θυμός γι’ αυτό που τους συμβαίνει, ένας θυμός που εκφράζεται σε οικεία πρόσωπα μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον ή σε πλαίσια όπου αισθάνονται ασφάλεια. Σιγά σιγά οδηγούνται σε συναισθηματική απομόνωση και κατάθλιψη.

Εάν δεν λάβουν κατάλληλη στήριξη αντιμετωπίζουν δυσκολίες στον κοινωνικό τους ρόλο και δυσκολεύονται ιδιαίτερα να εμπιστευθούν, γεγονός που επηρεάζει και τις μετέπειτα διαπροσωπικές τους σχέσεις», σημειώνει η κυρία Πιπεράκη.

Σε κάθε περίπτωση, ο Γιώργος, η Λίνα, ο Μιχάλης και η Ιωάννα βγήκαν λαβωμένοι αλλά ζωντανοί από την ψυχολογική τους αυτή περιπέτεια. Οι πληγές και τα τραύματα δεν ξέρουμε πότε θα φανούν ακριβώς, αλλά το θέμα είναι ότι και τα τέσσερα αυτά παιδιά μίλησαν σε γονείς και ειδικούς. Ζήτησαν βοήθεια. Συμβουλεύτηκαν τους μεγαλυτέρους τους. Και κατάφεραν, σιγά σιγά και με πολλή προσπάθεια, να βγουν μέσα από την ψυχολογική αλεπότρυπα του bullying που υπέστησαν.

«Ποτέ ξανά bullying μέσα στο σχολικό περιβάλλον»

Δεν πρέπει, ωστόσο, να ξεχνάμε ότι εκεί έξω υπάρχουν άλλα τόσα παιδιά που δεν θα καταφέρουν ποτέ να εκφράσουν τις πιο μύχιες των σκέψεών τους. Δεν θα κατορθώσουν ποτέ τους να ξεπεράσουν τον ψυχοσωματικό ύφαλο του σχολικού εκφοβισμού. Και γι’ αυτά ακριβώς τα παιδιά πρέπει να δουλέψουν όλοι μαζί, ενωμένοι, εκπαιδευτικοί και επιστήμονες, δάσκαλοι και ψυχολόγοι, καθηγητές και παιδαγωγοί, με κοινό στόχο και οδηγό το σύνθημα: «ποτέ ξανά bullying μέσα στο σχολικό περιβάλλον».

Τα Εκπαιδευτήρια Δούκα λένε «Όχι στη Βία» αναπτύσσοντας ένα φιλόδοξο πρόγραμμα δράσεων κατά της βίας το οποίο απλώνεται σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες.