Πώς αντιμετωπίζουμε τις εκρήξεις θυμού στα παιδιά με αυτισμό;

Τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού αποτελούν ένα πολύ συχνό φαινόμενο, που δοκιμάζει τα όρια και τις αντοχές της οικογένειας καθώς και του σχολείου. Γονείς και εκπαιδευτικοί συχνά αναφέρουν τον προβληματισμό τους για τις εκρήξεις θυμού, καθώς και την αδυναμία τους να διαχειριστούν το παιδί εν ώρα κρίσης.

Τι πυροδοτεί μια έκρηξη θυμού, πώς εκφράζεται και με ποιους τρόπους μπορούμε να την διαχειριστούμε;

Οι εκρήξεις θυμού συνήθως εμφανίζονται σε κάποια φάση της ανάπτυξης του παιδιού και αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα και αποτελεσματικά, έχουν την τάση να επιμένουν στο χρόνο. Αποτελούν, δηλαδή, έναν κοινωνικά ακατάλληλο τρόπο με τον οποίο το παιδί μπορεί να επηρεάσει το περιβάλλον του, αναζητώντας προσοχή και επικοινωνώντας τις ανάγκες του. Σε αυτή την περίπτωση, το παιδί έχει επίγνωση τι γίνεται γύρω του και το ξέσπασμα σταματά μόλις ικανοποιηθεί η επιθυμία του (temper tantrum). Επομένως, το ξέσπασμα έχει χειριστική χροιά.

Στον αντίποδα, συναντούμε τις εκρήξεις θυμού (γνωστές και ως meltdowns), μέσα από τις οποίες το άτομο δεν προσπαθεί να κερδίσει κάτι, δεν είναι σε θέση να σχεδιάσει πότε θα συμβούν και βρίσκονται έξω από τον έλεγχο του. Δεδομένου ότι ο εγκέφαλος των ατόμων με αυτισμό επεξεργάζεται με τελείως διαφορετικό τρόπο τα ερεθίσματα από το «χαοτικό» περιβάλλον μας, για εμάς μια απλή και καθημερινή συνήθεια, όπως η επίσκεψη στο super market ή το εμπορικό κέντρο, ενδέχεται να προκαλέσει αισθητηριακή υπερφόρτωση. Το παιδί δηλαδή στο παραπάνω παράδειγμα, αδυνατεί να επεξεργαστεί την πληθώρα ερεθισμάτων που λαμβάνει με κατακλυσμικό τρόπο από το περιβάλλον του, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει (meltdown). Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, το παιδί ενδέχεται να αρχίζει να φωνάζει, να πέφτει στο πάτωμα, να χτυπάει το κεφάλι του, να βρίζει ή ακόμη και να καταστρέφει αντικείμενα. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου οι κρίσεις θυμού είναι έντονες και ενέχουν επιθετικότητα ή αυτοτραυματισμό, είναι συχνά αποτέλεσμα αυξημένης έντασης και άγχους του παιδιού, όπου τα επίπεδα ξεπέρασαν τα όρια και κατέληξαν σε συναισθηματικό ξέσπασμα.

Πολυσύχναστοι χώροι με πολλά φωτά, η ζέστη, η κούραση, η πείνα, η υπνηλία, η οργανικότητα (π.χ. το παιδί μπορεί να είναι άρρωστο ή να πονάει κάπου και να αδυνατεί να το επικοινωνήσει), η ταραχή και η σύγχυση όταν δεν μπορεί να κατανοήσει το περιβάλλον γύρω του και οι αλλαγές στη ρουτίνα, αποτελούν κρίσιμους παράγοντες που συχνά πυροδοτούν εκρήξεις θυμού.

Πώς διαχειριζόμαστε τις εκρήξεις θυμού; Μπορούμε να τις προβλέψουμε;

Κατά τη διάρκεια ενός ξεσπάσματος θυμού, το παιδί βρίσκεται σε μια χαοτική κατάσταση, επομένως κύριο μέλημα είναι να το προστατεύουμε από τραυματισμούς. Αρχικά, φροντίζουμε να μεταφέρουμε το παιδί σε ένα ήσυχο μέρος με λιγότερα ερεθίσματα, καλό θα ήταν στο σπίτι ή το σχολείο να υπάρχει ένας χώρος (δωμάτιο ηρεμίας) με πολλά μαξιλάρια τα οποία το παιδί θα μπορέσει να χτυπήσει ή να πετάξει χωρίς να τραυματιστεί. Επίσης, είναι εξαιρετικά σημαντικό να διατηρούμε μια ήρεμη και ψύχραιμη στάση καθ’ όλη τη διάρκεια του ξεσπάσματος.

Μιλάμε με ήρεμο τόνο στο παιδί, χρησιμοποιώντας λίγες λέξεις και οπτικά σήματα (π.χ. εικόνες) αν χρειαστεί. Εάν κριθεί απαραίτητο, απομακρυνόμαστε από το οπτικό πεδίο του παιδιού και το αφήνουμε να ηρεμήσει. Δεδομένου ότι το παιδί κατά τη διάρκεια του ξεσπάσματος δεν είναι σε θέση να ακούσει, αποφεύγουμε τις φωνές, τη σωματική εγγύτητα, τις απειλές και τις έντονες χειρονομίες, καθώς διεγείρουν ακόμη περισσότερο το ξέσπασμα και την επιθετικότητα. Σε περίπτωση που το παιδί είναι δεκτικό, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τεχνικές χαλάρωσης (π.χ. μουσική, μασάζ, μαξιλάρια) που στοχεύουν στην αποκλιμάκωση της έντασης.

Ωστόσο, καθώς το παιδί μεγαλώνει, τόσο το περιβάλλον του αποκτά πληρέστερη εικόνα των αναγκών, των επιθυμιών και των ορίων του. Στόχος μας είναι να εκπαιδευτεί η οικογένεια στη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης και σταθερότητας με το παιδί, όπου μέσα από ξεκάθαρα όρια, μαθαίνουμε να αναγνωρίζουμε, να προλαμβάνουμε και να αντιμετωπίζουμε τις κρίσεις, διαχειριζόμενοι το άγχος που αυτές προκαλούν.

Ιωάννα Φαντζίκη
Συμβουλευτική Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια
Πηγή: www.lifemade.gr