Άραγε το γράφουμε σωστά;
«Δίνω το παρών» ή «Δίνω το παρόν»; Ποιο είναι το σωστό;
Πώς να ξεχωρίσετε το παρόν από το παρών και τι σημαίνει η μία ή η άλλη έκφραση;
παρών -ούσα -όν: Δίνω το παρών / δηλώνω παρών: Παρουσιάζομαι, παρευρίσκομαι κάπου ή και συμμετέχω.
παρόν: Στιγμή ή χρονική περίοδος που αντιλαμβάνεται κάποιος ως ενδιάμεση του παρελθόντος και του μέλλοντος, το τώρα.
Η φράση δίνω το παρών είναι σωστή και σημαίνει ότι ανταποκρίνομαι σε μια πρόσκληση, παρευρίσκομαι, συμμετέχω. Η λέξη (το) παρών, όταν χρησιμοποιείται ως ουσιαστικοποιημένη μετοχή, λαμβάνει τη σημασία της λέξης. παρουσία, ανεξαρτήτως γένους και αριθμού: οι μητέρες των επιτυχόντων έδωσαν το παρών. Η φράση δίνω το παρόν είναι κυριολεκτική και αναφέρεται σε ουσιαστικό: δίνω το παρόν έγγραφο στον αρμόδιο υπάλληλο.
παρών, -ούσα, -όν: 1. αυτός που παρευρίσκεται (κάπου), που υπάρχει: ενώ ήταν ~ όταν φώναξα το όνομά του. εκείνος δεν απάντησε . Ο απουσιολόγος είπε πως όλοι οι μαθητές ήταν παρόντες, αυτός που βρίσκεται παντού: «ο Θεός είναι παντού .2. ως απάντηση σε κλήση: ο δάσκαλος φώναξε το όνομά του και αυτός απάντησε «παρών> 3. αυτός που υπάρχει, υφίσταται αυτή τη στιγμή, ο τωρινός: η παρούσα κυβέρνηση 4. παρόν διά του παρόντος <δεv είναι τού παρόντος / τής παρούσης .
παρόν (το): το τμήμα τού χρόνου κατά το οποίο υπάρχουμε, ομιλούμε ή ενεργούμε, κατ’ αντιδιαστολή προς το παρελθόν και το μέλλον .Προς το παρόν για την ώρα: ~ δεν υπάρχουν νεότερες εξελίξεις <δεν έχω να προσθέσω τίποτα (γ) τoυ παρόντος που αφορά στο παρόν, σε αυτή τη στιγμή: αυτό το θέμα δεν είναι του παρόντος~· θα το συζητήσουμε μιαν άλλη στιγμή.