Ο κίνδυνος συμπίεσης της πανεπιστημιακής γνώσης στο όνομα της «αποδοτικότητας».
Τα προγράμματα σπουδών στην Ελλάδα τραβάνε πολύ΄σε χρόνο και δεν συνδέονται με τη γενική γνώση και την αγορά εργασίας. Είναι μία διαπίστωση που έχουν κάνει σε βάθος χρόνου τόσο οι υπουργοί παιδείας όσο και οι ίδιοι οι φοιτητές. Ήδη από τον νόμο Διαμαντοπούλου είχε προβλεφθεί να υπάρχουν ΄προγράμματα τριετή τουλάχιστον σε ορισμένους κλάδους. Είναι λογικό μέσα στο πρώτο έτος σπουδών οι φοιτητές να παίρνουν γενικές γνώσεις και αμέσως μετά την τριετή τους φοίτηση να κάνουν ένα τετραετές μεταπτυχιακό ή διδακτορικό αν θέλουν να ακολουθήσουν ακαδημαική καριέρα. Το πρόγραμμα των τριετών σπουδών το έχει θίξει και η προηγούμενη υπουργός παιδείας κα Κεραμέως όχι σε όλους τους κλάδους αλλά σε ορισμένους και ειδικά τεχνολογικής εκπαίδευσης. Με αυτό τον τρόπο όμως είναι σαν να υποβαθμίζεται κάπως αυτός ο τομέας σπουδών έναντι των άλλών.
Ωστόσο, το υπουργείο Παιδείας ανοίγει θέμα για την εφαρμογή της Συνθήκης της Μπολόνιας στα πανεπιστήμια της χώρας, 26 χρόνια μετά την υπογραφή της το 1999. Αυτό σημαίνει την κατάρτιση προγραμμάτων σπουδών ΑΕΙ τριετούς διάρκειας. Η προσπάθεια εναρμόνισης των δημόσιων πανεπιστημίων με τη Συνθήκη της Μπολόνιας επισπεύδεται και ενόψει της λειτουργίας στην Ελλάδα μη κρατικών ΑΕΙ, η οποία θα δημιουργήσει ασυμμετρίες στον ελληνικό ακαδημαϊκό χώρο. Και αυτό διότι θα υπάρχουν προγράμματα σπουδών τριετούς διάρκειας σε μη κρατικά ΑΕΙ, την ίδια στιγμή που στα δημόσια ΑΕΙ οι σπουδές θα είναι τετραετείς.
Η πρόθεση του Υπουργείου Παιδείας (ΥΠΑΙΘΑ), σε συνδυασμό με τις κατευθύνσεις της ΕΘΑΑΕ και την εκπαιδευτική στρατηγική της κυβέρνησης για ενίσχυση του ρυθμού αποφοίτησης στα πανεπιστήμια δεν είναι τυχαία. Εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μετασχηματισμού της ανώτατης εκπαίδευσης βάσει κριτηρίων «αποτελεσματικότητας» και «αγοραίας λειτουργικότητας».
Σύμφωνα με τα όσα προτίθενται να προτείνουν οι ίδιοι οι πρυτάνεις, επαφές ΥΠΑΙΘΑ-πρυτάνεων, φέρεται να έχει τεθεί επί τάπητος η δυνατότητα συγκρότησης προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών τριετούς αντί τετραετούς διάρκειας στα δημόσια πανεπιστήμια. Αν και επισήμως παρουσιάζεται ως επιλογή, στην πράξη εγείρονται σοβαρά ερωτήματα:
- Ποιο είναι το ακαδημαϊκό και επαγγελματικό αντίκρισμα ενός 3ετούς πτυχίου;
- Τι είδους γνωστική συμπύκνωση θα απαιτηθεί και ποια μαθήματα θα «θυσιαστούν»;
- Πόσο πραγματικά «ελεύθερη» είναι η επιλογή για υποστελεχωμένα και υποχρηματοδοτούμενα Τμήματα;
Χρηματοδότηση με όρους αξιολόγησης: Ο ρυθμός αποφοίτησης ως «μονάδα μέτρησης»
Η κυβέρνηση έχει εδώ και καιρό συνδέσει τη χρηματοδότηση των ΑΕΙ με την αξιολόγηση, και μέσα σε αυτή τη λογική, ο ρυθμός αποφοίτησης έχει αναδειχθεί σε βασικό δείκτη «αποδοτικότητας». Το πρόσφατο μέτρο του ν+2, που οδηγεί στη διαγραφή φοιτητών, δεν είναι παρά ακόμη μία πτυχή αυτής της στρατηγικής.
Η φιλοσοφία πίσω από αυτή την πολιτική είναι σαφής: ο χρόνος σπουδών αντιμετωπίζεται όχι ως περίοδος ωρίμανσης και επιστημονικής εμβάθυνσης, αλλά ως «κόστος» για το σύστημα και την αγορά.
Δημόσια ΑΕΙ υπό πίεση: Ανισότητες και «επιλογές ανάγκης»
Η υποχρηματοδότηση, η απουσία επαρκών υποδομών και η έλλειψη μελών ΔΕΠ σε πολλά περιφερειακά πανεπιστήμια δημιουργούν ένα πλαίσιο ασφυκτικό. Στο όνομα της «ευελιξίας» και της «βιωσιμότητας», πολλά ιδρύματα πιθανώς θα εξωθηθούν στο να αποδεχθούν τα 3ετή προγράμματα όχι ως επιλογή, αλλά ως αναγκαστική λύση.
Η είσοδος ιδιωτικών πανεπιστημίων, με αναγνωρισμένα 3ετή πτυχία, εντείνει τον ανταγωνισμό και δημιουργεί ένα νέο τοπίο, στο οποίο τα δημόσια ΑΕΙ καλούνται να επιβιώσουν υπό άνισους όρους.
Φοιτητές σε ετοιμότητα: Αντιδράσεις και κοινωνικά ανακλαστικά
Ήδη, φοιτητικές συλλογικότητες και πανεπιστημιακές ενώσεις εκφράζουν κάθετα την αντίθεσή τους σε τέτοιες πρωτοβουλίες. Οι μνήμες από παλαιότερες κινητοποιήσεις για την ανατροπή αντιεκπαιδευτικών νόμων παραμένουν νωπές, και το φοιτητικό κίνημα δείχνει διατεθειμένο να αντισταθεί σε κάθε μορφή υποβάθμισης του δημοσίου πανεπιστημίου.