Νόσος Cushing: Μια σπάνια και επικίνδυνη ασθένεια

Μια νόσος με πολλά, διαφορετικά συμπτώματα και δυσάρεστες συνέπειες αν δεν διαγνωσθεί έγκαιρα, σίγουρα αποτελεί πρόσκληση σήμερα για την επιστημονική κοινότητα.

Η νόσος Cushing αποτελεί μία σχετικά σπάνια ενδοκρινική νόσο που χαρακτηρίζεται από την υπερβολική έκκριση κορτιζόλης στον οργανισμό και οφείλεται στην υπερέκκριση μίας ορμόνης (της ACTH) από καλοήθες αδένωμα (όγκο) της υπόφυσης. Τα συμπτώματα της νόσου είναι ποικίλα, ενώ πολλά – όπως για παράδειγμα η αύξηση βάρους, ο διαβήτης, η υπέρταση, και η εύκολη κόπωση – συχνά αποδίδονται σε άλλες πιο κοινές παθήσεις. Συνήθως δε η διάγνωση της νόσου μέσω των συμπτωμάτων μπορεί να καθυστερήσει έως και 6 χρόνια.

«Η νόσος δυστυχώς σκοτώνει» υπογράμμισε σε συνέντευξης Τύπου η, Διευθύντρια στο Oxford Centre for Endocrinology and Metabolism του Νοσοκομείου Churchill της Οξφόρδης, ενδοκρινολόγος Ν. Καραβιτάκη και πρόσθεσε πως «ακόμη και μετά από επιτυχή θεραπεία παραμένουν κάποιες κλινικές επιπτώσεις όπως οστεοπενία ή αυξημένη αρτηριακή πίεση, κάτι που μπορεί να οφείλεται σε καθυστερημένη διάγνωση».

Η νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από την υπερβολική συγκέντρωση κορτιζόλης στον οργανισμό, εκτός από κάποια χαρακτηριστικά συμπτώματα, όπως είναι η συσσώρευση λίπους στην κοιλιά και το στρογγυλό, ερυθρό πρόσωπο, συχνά συνδέεται και με συμπτώματα που εύκολα μπορούν να αποδοθούν σε άλλες, πιο κοινές παθήσεις.

Η υπερπαραγωγή στον οργανισμό κορτιζόλης από τα επινεφρίδια οφείλεται σε διάφορα αίτια. Η νόσος Cushing είναι η πιο συνήθης αιτία του ενδογενούς συνδρόμου Cushing, και αφορά το 70% του συνόλου των περιπτώσεων. Οφείλεται σε καλόηθες αδένωμα (όγκο) της υπόφυσης, το οποίο υπερεκκρίνει μία πεπτιδική ορμόνη, τη φλοιοεπινεφριδιοτρόπο ορμόνη (ACTH), η οποία διεγείρει τα επινεφρίδια και προκαλεί την υπερπαραγωγή κορτιζόλης. Οι όγκοι που εκκρίνουν την ορμόνη ACTH είναι σχεδόν πάντοτε καλοήθεις και πολλές φορές πολύ μικροί ώστε δεν φαίνονται ακόμη και όταν ο ασθενής υποβάλλεται σε μαγνητική τομογραφία.

Προσβάλλει συνήθως τις γυναίκες, με συχνότερη εμφάνιση στις ηλικίες από 20 έως 50 χρονών.
Μέχρι σήμερα, δεν έχουν εντοπιστεί αίτια ή παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη των αδενωμάτων της υπόφυσης που προκαλούν τη νόσο Cushing.
Αυτή η σπάνια ενδοκρινική δυσλειτουργία μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην υγεία των ασθενών και αν δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα και αποτελεσματικά μειώνει κατά πολύ το προσδόκιμο επιβίωσης.

Κλινικά συμπτώματα
Τα κλινικά συμπτώματα της νόσου Cushing προκαλούνται από την υπερκορτιζολαιμία και είναι πολλά και ποικίλα. Ωστόσο, μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τρεις κύριες κατηγορίες που περιλαμβάνουν (χωρίς αυστηρό περιορισμό):
Σωματικές εκδηλώσεις
Αύξηση βάρους
Παχυσαρκία κορμού (συσσώρευση λίπους στην κοιλιά με λεπτά άνω και κάτω άκρα)
Πανσεληνοειδές προσωπείο (στρογγυλό, ερυθρό, φουσκωμένο πρόσωπο)
Πορφυρές ραβδώσεις του δέρματος στην κοιλιά, στους μηρούς και στους μαστούς
Οπισθοτραχηλική απόθεση λίπους (buffalo hump)
Ακμή ή δερματικές μολύνσεις
Εύκολος μωλωπισμός
Υπερβολική τριχοφυΐα στο πρόσωπο για τις γυναίκες
Μυϊκή αδυναμία
Κεφαλαλγία
Μεταβολικές/ Καρδιαγγειακές εκδηλώσεις
Καρδιαγγειακή νόσος
Έντονη κόπωση
Διαταραχή του μεταβολισμού
Υπέρταση
Πολυδιψία και πολυουρία
Άλλες εκδηλώσεις
Κατάθλιψη, άγχος, ευερεθιστότητα
Ανικανότητα
Οστεοπόρωση
Διαταραχές έμμηνου ρύσης

Επιπλέον κλινικά συμπτώματα περιλαμβάνουν: οίδημα, ευερεθιστότητα, αλλαγές στην όρεξη, προβλήματα μνήμης, προβλήματα στον ύπνο, επανειλημμένες λοιμώξεις, απώλεια μαλλιών, και βραδεία επούλωση τραυμάτων.

ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ
Υπάρχουν πολλές σοβαρές επιπλοκές στην υγεία που σχετίζονται με τη νόσο Cushing, όπως: οστεοπόρωση, κατάγματα, διαβήτης, υψηλή αρτηριακή πίεση (υπέρταση), λοιμώξεις, αυξημένη πηκτικότητα αίματος – θρομβώσεις και υψηλή χοληστερίνη και τριγλυκερίδια.

ΔΙΑΓΝΩΣΗ
H διάγνωση της νόσου Cushing αποτελεί πρόκληση για διάφορους λόγους. Το πιο δύσκολο βήμα είναι η αναγνώριση του συνδρόμου Cushing. Αφού διαγνωσθεί το σύνδρομο Cushing, οι ιατροί μπορούν να πραγματοποιήσουν μία σειρά από εξετάσεις για να επιβεβαιώσουν το λόγο της υπερβολικής έκκρισης κορτιζόλης που θα καθορίσει και τη σωστή θεραπεία.
Πολλά συμπτώματα του συνδρόμου Cushing συχνά αποδίδονται σε άλλες ασθένειες όπως κατάθλιψη ή άλλες ψυχιατρικές διαταραχές, παχυσαρκία από ακατάλληλη διατροφή και/ή άσκηση, διαβήτη, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Αυτό έχει σαν συνέπεια μεγάλη καθυστέρηση στη διάγνωση. Ο χρόνος διάγνωσης μπορεί να καθυστερήσει και πάνω από 6 χρόνια από τη στιγμή που παρατηρούνται τα πρώτα συμπτώματα.
Για την ακριβή επιβεβαίωση της διάγνωσης, οι ιατροί έχουν στη διάθεσή τους μια σειρά από εξετάσεις. Η διάγνωση πραγματοποιείται σε τρεις φάσεις και πρέπει να ολοκληρώνεται με τη παραπομπή σε Ενδοκρινολόγο κατά προτίμηση σε εξειδικευμένο κέντρο.
Φάση 1η: Το πρώτο βήμα για τη διάγνωση του Συνδρόμου Cushing είναι η παροχή πλήρους ιατρικού ιστορικού στον ιατρό, περιλαμβάνοντας οποιαδήποτε γνωστή πάθηση και θεραπευτική αγωγή. Πολλά φαρμακευτικά σκευάσματα που χρησιμοποιούνται για τις αλλεργίες, τα αναπνευστικά προβλήματα και δερματικές παθήσεις περιέχουν γλυκοκορτικοειδή, φάρμακα τα οποία μπορεί να προκαλέσουν όμοια συμπτώματα με αυτά που σχετίζονται με το ενδογενές σύνδρομο Cushing.
Αφού αξιολογηθούν αυτές οι πληροφορίες, οι ιατροί μπορεί να εξετάσουν για υπερλειτουργία των επινεφριδίων εάν κάποιο από τα παρακάτω χαρακτηριστικά και/ή συμπτώματα παρουσιαστούν:
Πανσεληνοειδές προσωπείο
Πορφυρές ραβδώσεις του δέρματος
Εύκολος μωλωπισμός
Παχυσαρκία κορμού
Διαβήτης
Δασυτριχισμός
Αδένωμα επινεφριδίου που εντοπίζεται στη διάρκεια υπέρηχου ή αξονικής τομογραφίας

Φάση 2η: Για την επιβεβαίωση της διάγνωσης του συνδρόμου Cushing, ο ιατρός μπορεί να χρησιμοποιήσει διάφορους τύπους εξετάσεων για τη μέτρηση των επιπέδων κορτιζόλης στον οργανισμό. Αυτές οι εξετάσεις θα πρέπει να γίνονται μόνο όταν αποκλείεται η περίπτωση των εξωγενών παραγόντων. Συγκεκριμένα, υπάρχουν τέσσερις εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για την διάγνωση του συνδρόμου Cushing. Oι εξετάσεις αυτές μετρούν τη ποσότητα κορτιζόλης σε δείγματα ούρων, αίματος ή σάλιου. Η πιο αξιόπιστη εξέταση όμως γίνεται με το ειδικό τεστ «αναστολής με δεξαμεθαζόνη».

Φάση 3η: Εάν η διάγνωση του συνδρόμου Cushing επιβεβαιωθεί, θα πραγματοποιηθούν επιπλέον εξετάσεις για να καθοριστεί γιατί ο οργανισμός του ασθενούς παράγει υπερβολική κορτιζόλη και για να επιβεβαιωθεί εάν οφείλεται σε όγκο στην υπόφυση (Νόσος Cushing) ή σε άλλη μορφή του συνδρόμου Cushing. Οι εξετάσεις αυτές είναι αρκετά περίπλοκες και πρέπει να γίνονται σε ειδικά ενδοκρινολογικά κέντρα.

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Η καλύτερη θεραπευτική προσέγγιση για τη νόσο Cushing είναι η χειρουργική εξαίρεση του αδενώματος της υπόφυσης, η οποία πραγματοποιείται από εξειδικευμένο νευροχειρουργό μέσω της διασφηνοειδικής οδού.
Στην περίπτωση που η εγχείρηση δεν είναι αποτελεσματική άλλες θεραπευτικές επιλογές είναι: η ακτινοβολία της υπόφυσης και η αμφοτερόπλευρη λαπαροσκοπική επινεφριδεκτομή. Παράλληλα μπορεί να χορηγηθούν φάρμακα που αναστέλλουν τη παραγωγή κορτιζόλης. Έχουν όμως παρενέργειες και ο χειρισμός τους δεν είναι εύκολος. Πρόσφατα ο Ευρωπαϊκός οργανισμός φαρμάκων ενέκρινε τη κυκλοφορία ενός νέου φαρμάκου το οποίο ανήκει στα ανάλογα σωματοστατίνης και το οποίο αναμένεται να δώσει λύση σε πολλούς ασθενείς με νόσο Cushing.