Ποιά είναι η ευχή της πρώτης μέρας;
Η Εκκλησία αγκαλιάζει ολόκληρη την ζωή του ανθρώπου και αυτό από τη στιγμή που θα γεννηθεί ακόμα κι αν δεν έχει ακόμα βαπτιστεί. Συν-οδοιπορεύει μαζί του από την αρχή της γεννήσεως του, έως την κρίσιμη στιγμή της εξόδου από τον παρόντα κόσμο και της εισόδου του στην όντως ζωή.
Οι σαράντα ημέρες που επακολουθούν την γέννα, είναι τόσο για το παιδί, όσο και για την μητέρα του, μία όμορφη και πολύπλευρη εμπειρία. Εκείνη είναι ψυχικά ανάστατη ,σωματικά καταβεβλημένη.
Οι ανακατατάξεις μέσα της και γύρω της είναι συγκλονιστικές και ριζικές. Το νεογνό, γνωρίζει το φως και συνάμα αποκτά την αίσθηση της εγγύτητας, της αμεσότητας της αφής .
Την κατάσταση αυτή καλείται να περιθάλψει η Εκκλησία με αγάπη κατανόηση και χαρά. Οι ευχές αντιμετωπίζουν τις βαθύτερες ανάγκες τους. Δεν βάζουν ενοχές ή επιτίμια στην λεχώνα αλλά είναι μία δυνατή παράκληση με περιεχόμενο ευχαριστιριακό και συγχωρητικό ,μία ηχηρή υπενθύμιση στην ίδια και τους οικείους της , ότι η ζωή που ήλθε είναι καρπός θεανθρώπινος, προσπάθειας μας αλλά κυρίως θείας βουλήσεως .Ο καρπός της γέννας είναι δώρο Θεού που μας προσφέρεται ως συνδημιουργία συνεργασία Θεού και ανθρώπου με προοπτική πέρα από την παρούσα ζωή, έχοντας ως στόχο την βασιλεία του Θεού.
Στο Μικρό Ευχολόγιο , υπάρχουν τρεις (3) ακολουθίες για την λεχώνα γυναίκα, που ταυτόχρονα αναφέρονται και στο παιδί της
1) Η πρώτη τελείται με την γέννηση του παιδιού, παλαιότερα στο σπίτι, σήμερα στο μαιευτήριο. Στην πράξη σπάνια διαβάζεται διότι από λήθη δεν είναι ευρέως γνωστή.
2)Η δεύτερη, την όγδοη ημέρα από τον τοκετό κατά την οποία δίνεται το όνομα
3) Τέλος η τρίτη ,την τεσσαρακοστή ημέρα της γεννήσεώς του κατά την οποία το παιδί με τους γονείς του και την / τον νονό / α του ενώπιον του πρεσβυτέρου δίνουν την υπόσχεση (όπως στο λογοδόσιμο πριν τον γάμο) ενώπιον του Θεού ότι θα βαπτίσουν (θα αφιερώσουν) το παιδί στον θεό.
Η τεσσαρακοστή ημέρα από τη γέννηση του βρέφους είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς κατ’ αυτή τελείται ο εκκλησιασμός του και ολοκληρώνεται ο κύκλος των προβαπτισματικών ακολουθιών της Εκκκλησίας υπέρ αυτού.
Η εν λόγω τελετή βασίζεται στην εορτή της Υπαπαντής του Χριστού στο Ναό των Ιεροσολύμων από τον γηραιό ιερέα Συμεών, ο οποίος ανέμενε σε βαθύ γήρας να αντικρύσει τον Λυτρωτή του. Με βάση την ιουδαϊκή παράδοση κάθε πρωτότοκο άρρεν τέκνο όφειλε να προσφερθεί στο Ναό και να αφιερωθεί στον Κύριο. Το ίδιο συνέβη και με τον Χριστό, τηρώντας τις διατάξεις του Νόμου, πίσω από τον τύπο και το γράμμα του οποίου φάνηκε η νέα προοπτική για την ανθρωπότητα, όπως φανερώνει περίτρανα η ομολογία του πρεσβύτη Συμεών (Λκ. β’, 29).
Η τρίτη και τελευταία προβαπτισματική ακολουθία, που λαμβάνει χώρα την τεσσαρακοστή ημέρα από τη γέννηση, φέρει τον τίτλο «Εὐχαὶ εἰς τὸ ἐκκλησιάσαι παιδίον, μεθ’ ἡμέρας τεσσαράκοντα» και επονομάζεται κοινά ως «Σαραντισμός». Το βρέφος προσάγεται στο ναό για να εκκλησιασθεί μαζί με τη μητέρα του, η οποία έχει πλέον αποκατασταθεί από τις ωδίνες του τοκετού και έχει παρέλθει η περίοδος της λοχείας. Το βρέφος και τη μητέρα συνοδεύει ο πατέρας και ο ανάδοχος του παιδιού.
Η ακολουθία άρχεται προ των πυλών του ναού ή στον αμέσως μετά την είσοδο του ναού χώρο, εξαιτίας των καιρικών συνθηκών, αλλά και της εύθραυστης υγείας του βρέφους και της μητέρας του. Ο πυρήνας της ακολουθίας είναι οι δύο σχετικές ευχές, οι οποίες είναι διπλές, αφού το πρώτο τμήμα τους απευθύνεται στη μητέρα, ενώ το δεύτερο στο βρέφος.
Φυσικά, πολλοί καλούν τον ιερέα την εικοστή ημέρα μετά τον τοκετό για την λεγόμενη μισή ευχή σαραντισμού, η οποία θα δώσει στην γυναίκα την δυνατότητα να βγει από το σπίτι νωρίτερα. Τέτοια ευχή δεν υπάρχει. Ο πρεσβύτερος στην περίπτωση εκείνη διαβάζει την ευχή της πρώτης ή της ογδόης ημέρας οι οποίες σήμερα για λόγους πρακτικούς δεν τελούνται στον χρόνο που έχουν ορισθεί.
Πολλές γυναίκες σήμερα στην χώρα μας συνεχίζουν να τηρούν την μακρά θρησκευτική παράδοση της παραμονής του βρέφους στο σπίτι για τις πρώτες σαράντα ημέρες μετά την γέννησή του. Σύμφωνα με την πατροπαράδοτη αυτή πρακτική, το νεογέννητο φτάνει στο σπίτι από το μαιευτήριο και βγαίνει έξω από αυτό πολύ αργότερα, μόλις σαραντήσει. Πόσο θετική είναι αυτή η πρακτική για την σημερινή μητέρα, το βρέφος και τον θηλασμό;
Οι περισσότερες παραδοσιακές πρακτικές έχουν προκύψει ως αποτέλεσμα κοινωνικών αναγκών σε κάποια ιστορική περίοδο, στην προσπάθεια να βοηθηθεί η οικογένεια εκείνης της εποχής.
Στα παλιότερα χρόνια, η νεογνική θνησιμότητα ήταν υψηλή, οι σοβαρές λοιμώξεις πολύ συχνές, εμβόλια δεν υπήρχαν και η ιατρική φροντίδα του νεογέννητου υστερούσε. Η κοινωνία λοιπόν με την πρακτική του σαραντίσματος προσπαθούσε να προστατέψει μητέρα και βρέφος από περιγεννητική θνησιμότητα και νοσηρότητα. Παράλληλα, αυτό που λέμε σπίτι ήταν κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που εννοούμε σήμερα. Παλιά το σπίτι ήταν «μεγάλο», περιλάμβανε ένα εκτεταμένο υποστηρικτικό δίκτυο για την καινούργια μητέρα, από μαμάδες, γιαγιάδες, θείες, φίλες και γειτόνισσες.