Χρειάζεται τα παιδιά πραγματικά να επιστρέψουν στο σχολείο; Κι αν ναι, σε ποιο σχολείο;

Κάθε φορά που αναρωτιόμαστε για την προέλευση των σχολείων, ανακαλύπτουμε πως αυτή ορίζεται από τη «μελέτη» μαθημάτων και από το να απομακρυνόμαστε από την καθημερινή πραγματικότητα της εργασίας και της προσωπικής ζωής. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο λάθος.

Γράφει ο Bo Stjerne Thomsen, Πρόεδρος του Μαθαίνοντας μέσα από το Παιχνίδι, του Ιδρύματος Lego

Αυτήν τη στιγμή, δεν διαθέτουμε εκπαίδευση για όλους, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζουμε και τη μεγαλύτερη μείωση της ευημερίας τωνπληθυσμών των τελευταίων χρόνων. Οι δε τρέχουσες ραγδαίες αλλαγές θα απαιτήσουν από εμάς να ξανασκεφτούμε σύντομα την έννοια των σχολείων. Τα καλά νέα είναι ότι μπορεί να μην είναι τόσο δύσκολο να μεταρρυθμίσουμε τα εκπαιδευτικά συστήματα, ενώ έχουμε ήδη τα δομικά στοιχεία για να δημιουργήσουμε μια πιο ισότιμη και εξατομικευμένη εκπαίδευση.

Στο Ίδρυμα LEGO, συνεργαζόμαστε με το εκτεταμένο διεθνές ερευνητικό μας δίκτυο, δοκιμάζουμε και βελτιώνουμε τις παρεμβάσεις σε περισσότερες από 25 χώρες, ενώ συνεργαζόμαστε στενά με κυβερνήσεις και πολυμερείς οργανισμούς για να κατανοήσουμε τα εμπόδια και τα κίνητρα για αλλαγή συστημάτων.

Οι συνδυασμένες προσπάθειές μας καταδεικνύουν την επιστήμη πίσω από το πώς μαθαίνουν τα παιδιά στο σχολείο, η οποία αντικατοπτρίζει έντονα τις αναγκαίες εμπειρίες παιχνιδιού σε όλη την παιδική ηλικία. Αυτές οι εμπειρίες παιχνιδιού οδηγούν σε μεγαλύτερη κατανόηση της γνώσης και των εννοιών, στην ικανότητα εξάσκησης ενός ευρύτερου συνόλου δεξιοτήτων επικεντρωμένων στον μαθητή ως ολοκληρωμένη προσωπικότητα, και το πιο σημαντικό, στο να μάθαινει αυτός καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής του με άμεση, συνεχή εμπλοκή, προσωπική ευμάρεια και κίνητρα.

Η νέα μας έρευνα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι τεχνολογίες μεταξύ των παιδιών, των γονέων και των δασκάλων, δείχνει ότι βρισκόμαστε στο χείλος μιας επανάστασης στον τρόπο με τον οποίο το παιχνίδι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη γνώσεων και δεξιοτήτων στο σπίτι, το σχολείο και τις επί μέρους κοινότητες.

Είναι λοιπόν καιρός να επανεξετάσουμε τις πιο βασικές ερωτήσεις:

Πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον χρόνο που ξοδεύουν τα παιδιά στο σχολείο ως δείκτη μάθησης;

Τα παιδιά χρειάζονται συγκεκριμένη έκθεση σε ποιοτικές μαθησιακές εμπειρίες, αλλά αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η ενεργός εμπλοκή τους σε ουσιαστικά έργα και δραστηριότητες και όχι μια ολόκληρη μέρα με τυποποιημένες 45λεπτες παραδόσεις μέσα σε μια τάξη. Η μάθηση συμβαίνει σε διαφορετικές συνθήκες, όταν επιτρέπεται στα παιδιά να δοκιμάσουν, να πειραματιστούν και να προβληματιστούν σχετικά με διαφορετικές στρατηγικές, οι οποίες μπορούν να περιλαμβάνουν ένα συνδυασμό ανεξάρτητων εργασιών στο σπίτι και το σχολείο, με τη μορφή συχνά και της ομαδικής εργασίας.

Για παράδειγμα, μελέτη του Πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας και υποστηριζόμενη από το ίδρυμα LEGO, διαπίστωσε ότι τόσο οι δάσκαλοι όσο και οι μαθητές ήταν θετικοί στα διαφορετικά είδη διδασκαλίας που βίωσαν με πιο ενεργές μορφές εκπαίδευσης, με υπαίθρια και βασισμένη σε projects μάθηση. Ογδόντα τοις εκατό των μαθητών απάντησαν θετικά στην εναλλακτική αυτή μορφή διδασκαλίας, ενώ το 92% των εκπαιδευτικών ανέφεραν ότι οι αλλαγές επηρέασαν θετικά τους μαθητές.

Μπορούμε να βρούμε εναλλακτικές λύσεις στις τυποποιημένες εξετάσεις;

Τα τρέχοντα «πρότυπα» των σχολικών εξετάσεων επικεντρώνονται μόνο σε ένα πολύ περιορισμένο σύνολο θεμάτων, τα οποία μπορεί να μην έχουν καν παντοτινή  επίδραση στον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά μαθαίνουν και σε αυτά που θυμούνται. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, πολλά σχολεία και πανεπιστήμια χρειάστηκε να αποκλίνουν από τις τυποποιημένες αυτές εξετάσεις και οι πρώτες ενδείξεις είναι πολύ θετικές, ως προς τα μαθησιακά οφέλη.

Μπορούν οι γονείς και οι κηδεμόνες να έχουν πιο άμεσο ρόλο στη μάθηση των παιδιών;

Οι γονείς και οι κηδεμόνες είναι οι πρώτοι δάσκαλοι του μικρού παιδιού, αλλά αυτό που ανακαλύπτουμε είναι ότι είναι εξίσου σημαντικοί στα πρώτα σχολικά έτη, μα και στην εφηβεία. Ωστόσο, το να ασχολείστε με την κατ ‘οίκον σχολική εκπαίδευση του παιδιού δεν είναι εύκολο -απαιτεί εντατική υποστήριξη και πρέπει να δώσουμε κίνητρα στις εταιρείες και τους χώρους εργασίας, ώστε να παρέχουν ευελιξία στους γονείς να ακολουθούν και να καλλιεργούν τα ενδιαφέροντα και τη μάθηση των παιδιών.

Μπορούμε να προσαρμόσουμε τον ρόλο των εκπαιδευτικών μέσα και έξω από την τάξη;

Οι δάσκαλοι έχουν κομβικό ρόλο, αλλά τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά τόσο της τάξης όσο και της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης βασίζονται στο να εξισορροπεί ο καθηγητής την παραδοσιακή διδασκαλία, την καθοδηγούμενη μάθηση και την υποστήριξη ανοιχτών projects, διασφαλίζοντας ότι τα παιδιά θα συμμετέχουν ενεργά σε ουσιαστικές δραστηριότητες και θα συνδέονται με τους συνομηλίκους τους. Ωστόσο, αυτήν τη στιγμή, δεν έχουμε ίση πρόσβαση ακόμη και στις πιο βασικές τεχνολογίες. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι κάθε παιδί και οικογένεια θα έχει συνδέσεις με δίκτυα και τεχνολογίες σε ολόκληρο το σπίτι, τα σχολεία και τις κοινότητες και ότι οι εκπαιδευτικοί θα είναι εξοπλισμένοι με τη γνώση και την αυτοπεποίθηση να δοκιμάσουν νέες συνδυασμένες στρατηγικές μάθησης.

Μπορούν οι κοινότητες και οι εξωτερικοί χώροι να προσφέρουν κάτι περισσότερο από «διασκέδαση» και «αναψυχή»;

Η έρευνα δείχνει ότι οι πόροι και τα δίκτυα στις κοινότητες παρέχουν μερικές από τις πιο σημαντικές ιδιότητες και εμπειρίες και ότι η ανάπτυξη βασικών δεξιοτήτων καλλιεργείται στους δημόσιους, εξωτερικούς χώρους. Πρέπει να εξοπλίσουμε τις κοινότητές μας με χώρους που καλλιεργούν όλο το εύρος των δημιουργικών δραστηριοτήτων, των αθλημάτων και των χόμπι, ως μέρη όπου τα παιδιά και οι μαθητές μπορούν πάντα να πάνε για σωματική άσκηση, έμπνευση και καθοδήγηση. Τα σχολεία θα μπορούσαν, επίσης, να γίνουν πιο ανοιχτά και ευέλικτα κέντρα μάθησης με πρόσβαση σε ποιοτικό υλικό και με επίβλεψη.

Παρατηρώντας πόσοι χώροι εργασίας έχουν αλλάξει την τελευταία δεκαετία, αλλά και τους τελευταίους μήνες, βλέπουμε ότι πολλοί υπάλληλοι δεν απαιτείται πλέον να είναι φυσικά παρόντες όλη την ώρα στο γραφείο. Αντίθετα, τα αποτελέσματα μετρώνται από τους δημιουργικούς τρόπους που βρίσκει κανείς να εργαστεί αποδοτικά και από τους τρόπους με τους οποίους οι εργαζόμενοι ενθαρρύνονται θετικά στην καθημερινή τους εργασία. Ομοίως, πολλά παιδιά θα επωφεληθούν από την πιο ευέλικτη χρήση του χρόνου και του χώρου εκτός σχολείου.

Δεν χρειάζεται να επιστρέψουμε στο παραδοσιακό σχολείο για να επιτύχουμε θετικά αποτελέσματα για τα παιδιά και την κοινωνία. Αντ ‘αυτού, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτήν την ευκαιρία για να συγκεντρώσουμε τους πόρους μας και να εξετάσουμε συνδυασμένες μορφές μάθησης. Αυτό περιλαμβάνει την καθιέρωση μιας πολιτικής με περισσότερη ευελιξία για το σπίτι, το σχολείο και την κοινότητα, με νέες αρχές εκπαίδευσης, οι οποίες θα είναι πολύ πιο κατάλληλες για τις εξατομικευμένες ανάγκες των παιδιών και για την υγεία και την ευημερία της κοινωνίας.