Πέμπτη 1 Μαΐου

Ο συγγραφέας Χρήστος Δασκαλάκης στο Infokids: «Έβλεπα το Adolescence με σφιγμένο στομάχι – Χρειάστηκε να περιμένουμε χρόνια για να δει ο κόσμος αυτό που κάποιοι βιώναμε στο σχολείο»

Το μικρό αγόρι που μεγάλωσε στην Ύδρα και προσπαθεί μέσα από τα βιβλία του να φέρει το φως στην ψυχή και την καθημερινότητά μας.

«Ο Χρήστος Δασκαλάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1977 και μεγάλωσε στο νησί της Ύδρας από τα πέντε έως τα δεκαοκτώ του χρόνια. Από μικρό παιδί του άρεσε να ονειρεύεται, να κυνηγά το φως και να τραγουδά δυνατά κόντρα στον άνεμο. Ονειρευόταν να γίνει μοναχός ή ιεραπόστολος, να ταξιδέψει στην Αφρική, να είναι δίπλα στα παιδιά, να γράφει και να τους διαβάζει ιστορίες. Μαζί, ονειρευόταν να μάθει να κάνει μακροβούτια στη θάλασσα. Μα δεν τα κατάφερε ποτέ. Η απώλεια ακοής από το δεξί του αυτί τον κράτησε μακριά από τον βυθό και τις πολύβουες παρέες, όμως τον έφερε πιο κοντά στη συγγραφή, στην ηρεμία και στους μεγάλους περιπάτους στη φύση. Μεγαλώνοντας, συμφιλιώθηκε με τη «σιγή», ταξίδεψε, γνώρισε ανθρώπους και έμεινε πιστός σε αυτό που η καρδιά του πάντα ήθελε να ακούει. Τις ιστορίες με όμορφο τέλος… Σήμερα, ζει και εργάζεται στην Αθήνα, χωρίς να ξεχνά τη μεγάλη του αγάπη, την Ύδρα. Αν και μεγάλος πια, συνεχίζει να παίζει σαν παιδί και δεν έχει σταματήσει ποτέ να ονειρεύεται…»

Κάπως έτσι αυτοσυστήνεται ο συγγραφέας Χρήστος Δασκαλάκης στο κοινό, τους μικρούς και τους μεγαλύτερους αναγνώστες. Εμείς ζητήσαμε να τον γνωρίσουμε λίγο καλύτερα, συνομιλώντας μαζί του για τις ιστορίες του, για το κυνήγι του φωτός, για τα παιδιά και τους εφήβους.

Πώς η παιδική ηλικία σας στην Ύδρα επηρέασε την συγγραφική σας πορεία και τις ιστορίες που γράφετε για παιδιά;

Η άφιξη μου στην Ύδρα ήταν το δεύτερο μεγάλο κεφάλαιο της μέχρι τότε, σύντομης, ζωής μου. Είχαν προηγηθεί η φιλοξενία μου στο ίδρυμα και η παραμονή μου στην ανάδοχη οικογένεια. Στην Ύδρα συναντήθηκα, επίσημα πλέον, με τη βιολογική μου οικογένεια στην ηλικία των πέντε ετών, μια συνθήκη  η οποία εμπεριείχε αρκετά ερωτηματικά, μοναξιά, φόβο και μια εσωτερική ανασφάλεια, πρωτόγνωρη για ένα παιδί αυτής της ηλικίας.  Επακόλουθο αυτής της μετάβασης ήταν η έλλειψη σταθερότητας, ασφάλειας και φίλων. Ξεκίνησα έτσι να φαντάζομαι όσα δεν μπορούσα να έχω, να δημιουργώ φανταστικούς φίλους και σχέσεις, να χτίζω τις ιστορίες εκείνες που θα με έκαναν να νιώσω αποδεκτός και ασφαλής. Έτσι άρχισε και η συγγραφική μου πορεία, χωρίς να το καταλαβαίνω τότε, ως μια ανάγκη για μοίρασμα και συντροφιά. Αυτός ήταν και ο ρόλος της Ύδρας στη ζωή μου, μια ξεχωριστή αφετηρία που με οδήγησε στο να γράφω ιστορίες που φιλοξενούν μέσα τους τρυφερότητα, αισιοδοξία, χαρά και όνειρο…

Στο βιογραφικό σας σημείωμα, αναφέρετε ότι αγαπάτε να ονειρεύεστε και να κυνηγάτε το φως. Πώς ενσωματώνετε αυτή την αίσθηση της φαντασίας και του ονείρου στα βιβλία σας;

Είναι αναγκαία συνθήκη για εμένα το να ονειρεύομαι και να αναζητώ το φως. Αυτό, το ήθελα από παιδί αλλά δεν τα κατάφερνα πάντα. Τώρα που μεγάλωσα και έσπασα τις «αλυσίδες» νιώθω τεράστια ευγνωμοσύνη για το φως που έχει έρθει στον δρόμο μου. Τώρα θέλω να μιλάω και να γράφω για τα ωραία που υπάρχουν γύρω μας και για το πώς θα τα διεκδικήσουμε. Θέλω η φαντασία και το όνειρο να γίνουν εφόδιο και εργαλείο. Τα ενσωματώνω έτσι στα βιβλία μου, με τον δικό μου τρυφερό τρόπο, ως μια υπενθύμιση «αφύπνισης» πώς κάθε περιπέτεια, κάθε διαδρομή, όσο δύσκολη κι αν μοιάζει, μπορεί να μας οδηγήσει τελικά στο φως και στη χαρά!

Η απώλεια ακοής φαίνεται να είχε σημαντική επιρροή στην πορεία σας. Πώς αυτή η εμπειρία διαμόρφωσε τη δημιουργικότητά σας και την επιλογή να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

Έχασα την ακοή, από το δεξί μου αυτί, όταν ήμουν 18 ετών. Θαρρείς και κάτι ανώτερο ήθελε να με προστατέψει από τις «φωνές» γύρω μου. Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολο, ήταν ένα πισωγύρισμα στην τεράστια διαδρομή «κανονικότητας» που είχα προσπαθήσει να κτίσω. Το δέχτηκα όμως και αυτό ως ένας καλά εκπαιδευμένος «στρατιώτης». Αυτή η ξαφνική «σιωπή» λοιπόν με έκανε να κλειστώ ξανά στον εαυτό μου και να ξεκινήσω να ακούω περισσότερο τη φωνή του εαυτού μου και όχι τις φωνές των άλλων. Εκεί ήταν που άκουσα και την ανάγκη μου για έκφραση, για μοίρασμα, για μια ιστορία με όμορφο τέλος. Το ήθελα πολύ αυτό το όμορφο τέλος, για μένα, και το διεκδίκησα. Το προσπάθησα, το κατάφερα, το αγκάλιασα και το έβαλα σε κάθε ιστορία μου, ως απόδειξη πως ένας παιδί, ή ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος, μπορεί να καταφέρει πολλά, «αρκεί να το θέλει πολύ και να μη σταματήσει να το ονειρεύεται ποτέ», όπως λέει και το καινούριο μας παραμύθι…

Αν και η συγγραφή και το γράψιμο για παιδιά είναι το κύριο έργο σας, σας ενδιαφέρει να μοιραστείτε και άλλες πτυχές της τέχνης, όπως η μουσική ή η σκηνοθεσία, με τα παιδιά, μέσα από τα βιβλία σας ή άλλες δράσεις;

Από παιδί μου άρεσε να τραγουδώ δυνατά και κόντρα στον άνεμο, ως παιχνίδι και ως εκτόνωση. Αγάπησα έτσι τη μουσική και το τραγούδι. Τώρα, κάθε παιδικό μου βιβλίο έχει και το δικό του τραγούδι, σαν ένα νανούρισμα, σαν ένα μουσικό χάδι στην ψυχή. Είχα επίσης την χαρά να δω δύο βιβλία μου να γίνονται θεατρικές παραστάσεις ( «Η Χιονονιφάδα που αγάπησε το Καλοκαίρι» το 2018 και «Το Γονεοτροφέιο» το 2023), φέρνοντάς με λίγο πιο κοντά στο θέατρο που ήταν και ένα κομμάτι των σπουδών μου. Αν και η συγγραφή για παιδιά είναι η μεγαλύτερη μου αγάπη, χαίρομαι πάντα να επικοινωνώ τα συναισθήματά μου και με άλλους τρόπους. Χαίρομαι να συναντώ τους μικρούς μου φίλους στα σχολεία τους, στις βιβλιοθήκες και τα βιβλιοπωλεία, να κάνουμε κατασκευές, να φυτεύουμε λουλούδια, να τραγουδάμε και μαζί να «ζωγραφίζουμε» τον κόσμο με τα πιο φωτεινά χρώματα.

Πώς βλέπετε την κοινωνία των παιδιών και των εφήβων σήμερα; Ποιες αλλαγές παρατηρείτε στην καθημερινότητά τους και πώς αυτό επηρεάζει τα βιβλία που γράφετε και τις ιστορίες που θέλετε να μοιραστείτε μαζί τους;

Οι συνθήκες ομολογώ ότι δεν είναι οι καλύτερες για τους νέους μας σήμερα. Παρόλα αυτά νιώθω όμορφα γνωρίζοντας το πόσο πιο ευαισθητοποιημένοι είναι οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί τώρα, και πόσο πιο ενημερωμένοι, σε σχέση με παλιότερα. Πάντα βέβαια θα υπάρχουν οι δυσκολίες και τα πισογυρίσματα, ειδικά όσο ο κόσμος μας θα γίνεται πιο απρόσωπος και βίαιος. Οι νέοι έχουν γίνει σκληρά ανταγωνιστικοί και ο μιμητισμός, μέσω των εφαρμογών δικτύωσης (Facebook, Tik Tok, Instagram) δεν αφήνει περιθώρια για ευαισθησία και ενσυναίσθηση. Όμως για αυτό είμαστε εμείς εδώ! Γράφουμε ιστορίες που έχουν κάτι ουσιαστικό να πουν, επισκεπτόμαστε σχολεία, μιλάμε στα παιδιά με αγάπη και με τρυφερότητα και προσπαθούμε να δώσουμε το πιο όμορφο κομμάτι της ψυχής μας σε αυτά τα πλάσματα που είναι το αύριο αυτού του κόσμου.

Αναφορικά με το Adolescence, που έχει γίνει talk of the town, ανάμεσα σε ομάδες που ασχολούνται με εφήβους. Το είδατε; Ποια η γνώμη σας για τις σημερινές επιρροές των νέων, τη βιαιότητα, την απομόνωση. Πρέπει να αλλάξει η σημερινή πραγματικότητα των παιδιών και των εφήβων; Αν ναι, προς ποια κατεύθυνση και ποιος μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά;

Έβλεπα το Adolescence με σφιγμένο το στομάχι και σε κάποιες σκηνές, ομολογώ, μάτωνε η ψυχή μου. Όχι γιατί έβλεπα κάτι που δεν ήξερα, αλλά γιατί χρειάστηκε να περιμένουμε τόσα χρόνια για να δει όλοκληρος ο κόσμος αυτό που κάποιοι βιώναμε για χρόνια στο σχολείο. Αν με ρωτάτε, αυτός είναι και ο λόγος που γράφω. Αρνούμαι να δεχτώ πως όσα ζήσαμε, κάποια παιδιά, τα ζήσαμε για το τίποτα. Εδώ είναι λοιπόν που οι σκιές χρειάζεται να γίνουν φως, η αδιαφορία να γίνει ενδιαφέρον, τα βιβλία να γίνουν ένα τρυφερό εργαλείο και η βία να γίνει αγκαλιά! Να γίνουμε εμείς η αγκαλιά! Να ενδιαφερθούμε, να ρωτήσουμε, να ακούσουμε, να μοιραστούμε, να νοιαστούμε για τα παιδιά, όχι απλώς γιατί πρέπει, αλλά γιατί έτσι νιώθουμε. Οι λύσεις δεν βρίσκονται στις οθόνες, δεν βρίσκονται στις παρατηρήσεις, δεν βρίσκονται στον φόβο και την απειλή. Οι λύσεις βρίσκονται πάντα στα απλά. Και τα πιο απλά πράγματα στον κόσμο είναι η αλήθεια, η αποδοχή, η αγάπη και η αγκαλιά…

Σας ευχαριστούμε γι’ αυτήν την τόσο όμορφη συνομιλία.

Διαβάστε επίσης:

Μάριος Σιμόπουλος: Ο δάσκαλος που δίνει χρώμα στους γκρίζους τοίχους των σχολείων με απίστευτα έργα τέχνης μιλάει στο Infokids

Έρευνα: Γιατί οι Ελληνίδες γεννούν όλο και πιο λιποβαρή παιδιά;

Ροή Ειδήσεων